Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

Οι καμηλάρηδες και τα καμηλαριά


Γκαμήλες στη Λεωφόρο Μακαρίου της Λεμεσού το 1955. Φωτογραφία Barlow. Αρχείο Τίτου Κολώτα. Της "πομπής" ... ηγείται ο καμηλάρης Αχιλλής Ιακώβου- Τταγκουρής εξ Άρσους

     
Η μεταφορά προϊόντων και υλικών κατά το παρελθόν
Του Γιάννη Βιολάρη, αρχαιολόγου
ΜΕΧΡΙ και την περίοδο του μεσοπολέμου, τη μεταφορά διαφόρων προϊόντων και υλικών από τη μια περιοχή της Κύπρου στην άλλη αναλάμβαναν οι καμηλάρηδες. Τα καραβάνια με τις καμήλες κινούνταν από την κεντρική πεδιάδα του νησιού, τη Μεσαορία, μέχρι τη Λάρνακα και τη Λεμεσό, την Πάφο και τη Λευκωσία και γενικά όπου υπήρχαν αρκετά πλατιοί δρόμοι για να μπορούν να κινούνται οι φορτωμένες καμήλες. Μετέφεραν σιτηρά, χαρούπια, κρασί, λάδι, φρούτα και κηπευτικά, όσπρια, βαμβάκι, κάρβουνα και καυσόξυλα, πέτρες, ασβέστη... ακόμη και αρχαιότητες. Οι καμηλάρηδες δούλευαν είτε ως απλοί μεταφορείς, οπότε πληρώνονταν για τη μεταφορά
(έπαιρναν το λεγόμενο κκιρά, δηλαδή το αγώγιο), είτε αγόραζαν οι ίδιοι γεωργικά προϊόντα ή άλλα υλικά και τα μεταπωλούσαν χονδρικά ή λιανικά με κέρδος. Μετέφεραν το πλεόνασμα μιας περιοχής σε άλλες όπου υπήρχε έλλειψη των συγκεκριμένων προϊόντων ή υλικών. Φρόντιζαν να επιστρέφουν φορτωμένοι με αντίστοιχα εμπορεύματα, τα οποία πωλούσαν σε χωριά που συναντούσαν στο δρόμο της επιστροφής ή τα μετέφεραν στον τελικό προορισμό τους. Σημειώνουμε ότι αναφέρονται και καμηλάρηδες στην υπηρεσία μεγάλων μοναστηριών.
Το επάγγελμα του καμηλάρη ήταν κληρονομικό από πατέρα σε γιο ή από θείο σε ανιψιό. Για να μπορεί κάποιος να διεξάγει μεταφορές έπρεπε να έχει τουλάχιστον ένα καττάριν, δηλαδή έξι καμήλες. Οι καμηλάρηδες ήταν μια ιδιαίτερη επαγγελματική τάξη, που δεν τη ζήλευαν πολύ φαίνεται και γι’ αυτό όταν ήθελαν να υποτιμήσουν κάποιον του έλεγαν, «εσού για καμηλάρης έκαμνες». Στο κεφάλι φορούσαν ένα συγκεκριμένο είδος άσπρου μαντιλιού με κόκκινα πλουμιά και κρόσσια που έπεφταν στο μέτωπο, το λεγόμενο μαντίλι του καμηλάρη. Στο πουκάμισό τους είχαν συνήθως ένα φυλακτό για το φθόνο και το βάσκανο οφθαλμό, ενώ στο λαιμό της κάθε καμήλας κρεμούσαν γαλάζιες χάντρες για τον ίδιο λόγο. Το σαμάρι και τα λουριά της καμήλας ήταν επίσης διακοσμημένα με χρηματιστές κλωστές, κρόσσια και χάντρες.Οι καμήλες προχωρούσαν δεμένες με σχοινί, η μια πίσω από την άλλη, σε ευθεία γραμμή, και αυτό ήταν το λεγόμενο καττάριν. Ο καμηλάρης είτε περπατούσε μπροστά είτε, σε μεγάλα ταξίδια, καβαλούσε την πρώτη καμήλα. Όταν πλησίαζαν σε κάποιο χωριό, ο καμηλάρης φυσούσε την κόρνα του, που ήταν ένα βουκέρατο ή ένα μεγάλο θαλάσσιο κοχύλι, και φρόντιζε να κατεβαίνει από την καμήλα, διότι απαγορευόταν να εισέρχεται και να διασχίζει τα χωριά καβάλα στην καμήλα, για λόγους ηθικής. Λέγεται ότι οι καμηλάρηδες ήταν λιγομίλητοι και ιδιότυποι άνθρωποι, γιατί το επάγγελμά τους απαιτούσε να ταξιδεύουν μέρες και νύχτες μόνοι συνήθως (δεν μετέφεραν επιβάτες), και δεν αναμιγνύονταν παρά μόνο με συναδέλφους.
Στο λαιμό της κάθε καμήλας υπήρχε περασμένο ένα καμπανελλί, με εξαίρεση την τελευταία που είχε ένα μεγαλύτερο, το λεγόμενο καμηλαρίσιμο. Ο ήχος του τελευταίου καθησύχαζε τον μισοκοιμισμένο καμηλάρη που καθόταν, όπως προαναφέρθηκε στην
πρώτη καμήλα του καραβανιού. Έδιναν μεγάλη σημασία στη «φωνή», στον ήχο των καμπανελλιών, διότι ήταν ένα είδος ηχητικής «ταυτότητας» για το κάθε καττάριν, όπως και για τα κοπάδια των βοσκών.
Τα σαμάρια των καμήλων τα κατασκεύαζαν εξειδικευμένοι τεχνίτες στη Μόρφου και στο Βαρώσι, ενώ συχνά οι ίδιοι οι καμηλάρηδες έφτιαχναν τα σχοινιά για το φόρτωμα κλώθοντας και πλέκοντας τις τρίχες από τις καμήλες. Σημειώνεται ότι κούρευαν της καμήλες με ψαλίδι όταν μεγάλωναν οι τρίχες τους και το μαλλί το χρησιμοποιούσαν για να υφαίνουν μάλλινα χειμερινά σεντόνια καφέ χρώματος. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών περιποιούνταν οι ίδιοι οι καμηλάρηδες τα ζώα τους βουρτσίζοντάς τα με μια ειδική μεταλλική κτένα σε σχήμα Π (το λεγόμενο τασαΐν ή ξυστρίν) και αλείφοντας με ζωικό λίπος τις πληγές που δημιουργούνταν στο σώμα του ζώου από τα φορτία (πολλές καμήλες υπέφεραν και από την ψώρα). Κάτω από τα σαμάρια τοποθετούσαν ψάθες
από φλούδι ή (καλύτερα) χαράρκα, δηλαδή σακιά που υφαίνονταν από τρίχα ζώου και όχι από φυτικό νήμα. Σημειώνεται ότι τα χαράρκα ήταν στην ουσία οι μεγάλοι σάκκοι με τους οποίους φόρτωναν κατά κανόνα τις καμήλες και χρησιμοποιούνταν κυρίως για τη μεταφορά άχυρου και γενικά προϊόντων που έχουν μεγάλο όγκο και μικρό βάρος.
Ο κάθε καμηλάρης είχε το πόστο του σε περβόλες (δηλαδή ανοικτούς χώρους μέσα στις πόλεις) και σε χάνια των πόλεων και τις υπαίθρου, τα οποία χρησίμευαν ως σταθμοί. Υπάρχουν και διάφορα σχετικά τοπωνύμια, όπως οι «νηστιές τους καμηλάρηδες» στο Δίκωμο, όπου έλεγαν ότι εκεί στάθμευαν τα καραβάνια για φαγητό και ξεκούραση. Στη Λευκωσία αναφέρεται, ήδη από τα μεσαιωνικά χρόνια, περιοχή με το όνομα Καμηλαριόν ή Καμηλαργιόν. Στις πόλεις υπήρχαν, λοιπόν, τα καμηλαρκά για τη στέγαση των καμήλων. Ήταν διαρρυθμισμένα όπως και τα χάνια, οι διαστάσεις τους όμως ήταν προσαρμοσμένες στις ανάγκες των καμήλων: τα υπόστεγα που κάλυπταν τις πάχνες ήταν ψηλότερα, ενώ οι πάχνες, που ήταν καμωμένες από πηλό, ήταν χαμηλότερες διότι οι καμήλες συνηθίζουν να τρώνε και να πίνουν καθισμένες.
Όταν έφταναν στο χάνι ο καμηλάρης έλυνε τις καμήλες και τις έδενε την κάθε μια ξεχωριστά στα παλούκια που υπήρχαν δίπλα από τις πάχνες. Στο κέντρο της αυλή του καμηλαριού υπήρχε συνήθως βρύση με λίθινες γούρνες για το πότισμα των καμήλων.
Υπήρχε επίσης ξενώνας, καφενείο και μαγειρείο για τους καμηλάρηδες.
Αναφέρουμε, τέλος, ότι οι καμήλες εκτοπίστηκαν με τη δημιουργία σύγχρονου οδικού δικτύου και την εμφάνιση των φορτηγών αυτοκινήτων, συνέχισαν να χρησιμοποιούνται σε μέρη όπου δεν υπήρχαν σύγχρονοι δρόμοι.
Πρωτοδημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο ημερομ.  21 Δεκεμβρίου 2008
                       Ο καμηλάρης Αχιλλής Ιακώβου-Τταγκουρής, σήμερα (Φωτογραφία Τ. Κολώτας)

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

ΟΙ ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΛΕΜΕΣΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥΣ

                            Ο ήρωας-Δήμαρχος Χριστόδουλος Σώζος 1908-1912
Τέταρτος στη σειρά Δήμαρχος Λεμεσού (προηγήθηκε σε δεύτερη θητεία ο Ιωάννης Καραγεωργιάδης από 1896 μέχρι 1908), μπορεί δίκαια και για πολλούς λόγους να θεωρηθεί ως ο σημαντικότερος μέχρι σήμερα Δήμαρχος Λεμεσού και έχει χαρακτηρισθεί ως ο Μέγας Αναμορφωτής της.
Όπως επισημαίνει και ο καθηγητής της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Πέτρος Παπαπολυβίου: «Στα τέσσερα χρόνια της Δημαρχίας του Σώζου η Λεμεσός άλλαξε πραγματικά όψη και ο Λεμεσιανός πολιτικός αναδείχθηκε ως ο πρώτος Κύπριος Δήμαρχος με όραμα και σχεδιασμό για την πόλη του, αποδεικνύοντας παράλληλα και αξιοζήλευτες ικανότητες για την επιτυχή εισαγωγή θεαματικών καινοτομιών σε μια περιοχή που μόλις εξερχόταν από την Οθωμανική κυριαρχία.»
Και πράγματι με το όραμα που είχε και πραγματοποίησε σε σημαντικά έργα και καινοτομίες για τα δεδομένα της εποχής στα χρόνια της δημαρχίας του Σώζου η Λεμεσός άλλαξε κυριολεκτικά όψη. Επί των ημερών της δημαρχίας του η Λεμεσός γίνεται μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη.
Μερικά από τα έργα αυτά είναι:
Ο ηλεκτροφωτισμός της πόλης, πρώτος από τις υπόλοιπες πόλεις της Κύπρου, η έναρξη των έργων για την κατασκευή της προκυμαίας της Λεμεσού, σημαντικά αντιπλημμυρικά έργα που την έσωσαν σε μεγάλο βαθμό από τη μάστιγα των πλημμυρών που την ταλαιπωρούσαν εκατοντάδες χρόνια,
Η κατασκευή νέων δρόμων και επίστρωση όλων των δρόμων της Λεμεσού με άσφαλτο καθώς και η ονομασία όλων των οδών της πόλεως.
Η κατασκευή, ανέγερση καφενείου, δενδροφύτευση και επίπλωση με παγκάκια του Δημοτικού Κήπου που θεωρήθηκε τότε ως ο ωραιότερος της Ανατολής και ο στολισμός του με αγάλματα που εισήγαγε από την Ελλάδα.
Η δημιουργία δημοτικής φιλαρμονικής (1908), υπο την διεύθυνση του Καλλιγέρη, που έδιδε κάθε Κυριακή κονσέρτα μέσα στον Δημ. Κήπο σε ειδικό χώρο που διαμόρφωσε, προσφέροντας ποιοτική ψυχαγωγία τους δημότες του.
Κτίζει επίσης καινούργια αποβάθρα ειδικά για την εξαγωγή οίνων και σταφίδων. Μεριμνά και βάζει αυστηρούς κανονισμούς για την καθαριότητα της πόλης και δημιουργεί σύγχρονο χοιροσφαγείο. Αυστηρός αλλά και δίκαιος, στην εφαρμογή των κανονισμών αυτών και των νόμων δεν δίστασε να οδηγήσει και τον ίδιο τον πατέρα του ακόμα για κάποιο σχετικό παράπτωμα! Επιτυχημένος δικηγόρος και προοδευτικός πολιτευτής διατέλεσε επίσης και βουλευτής αλλά και ρηξικέλευθος επιχειρηματίας. Μαζί με άλλους τρεις προοδευτικούς λεμεσιανούς υπήρξε συνιδρυτής το 1901, της Λαϊκής Τράπεζας Λεμεσού (αρχικά ως Λαϊκό Ταμιευτήριο) και συνέβαλε σημαντικά στη δημιουργία της πρώτης καθαρά κυπριακής πλοιοκτήτριας –ναυτιλιακής εταιρείας, της Ατμοπλοϊκής Εταιρείας Λεμεσού (1905-06). Το 1911 διοργάνωσε την πρώτη Παγκύπρια Γεωργική και Βιομηχανική Έκθεση της Κύπρου. Έβαλε τάξη στα οικονομικά του Δήμου απαιτώντας και επιτυγχάνοντας να χαρισθεί το υπόλοιπο του δανείου για τα αντιπλημμυρικά έργα από την αποικιοκρατική διακυβέρνηση και την ενοποίηση των δανείων του Δήμου. Από τις ευγενέστερες μορφές της Κύπρου, αγαπήθηκε και εκτιμήθηκε ακόμα και από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι αναγνώρισαν τη μεγαλοσύνη του. Σε εκείνο όμως που κυρίως διακρίθηκε ο Χριστόδουλος Σώζος και απέδειξε με τον θάνατο του, ήταν ο φλογερός πατριωτισμός του και η αγάπη του για την Κύπρο και την Ελλάδα. Με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων και όντας εν ενεργεία Δήμαρχος, πάει στην Ελλάδα και κατατάσσεται στον ελληνικό στρατό ως εθελοντής. Παρά την πρόταση του Βενιζέλου να τον τοποθετήσει στο Επιτελείο στην Αθήνα, αρνείται και απαιτεί να σταλεί ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Στις μάχες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων , στο Μπιζάνι, πέφτει ηρωικά μαχόμενος από τούρκικο βόλι και προσφέρει με τη θυσία του άλλη μια υπερήφανη παγκύπρια και πανελλήνια πρωτιά στην αγαπημένη του πόλη τη Λεμεσό: γίνεται ο πρώτος και μόνος Δήμαρχος που πέφτει μαχόμενος σε μάχη ως απλός στρατιώτης. Ο εθνικός μας ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης, εμπνεόμενος από την ηρωική του θυσία γράφει και του αφιερώνει το ακόλουθο ποίημα:
ΕΙΣ ΤΟΝ ΗΡΩΪΚΩΣ ΠΕΣΟΝΤΑ ΧΡ. ΣΩΖΟΝ
Τζαί πκοια μάνα, Χριστόπουλε,
στο μνήμα σων να κλάψη;
πκοια μάνα την καντήλαν σον
εν νάρτη να την άψη;
τζαι πκοια κοπέλλα λίβανον
εν νάρτη να καπνίση,
το μνήμα σου τριαντάφυλλα
τζι αθθούς να το ραντίσει;
Πκοιά λιερή το Σάββατον
στους λας εν να θωρκέται
γονατιστή στο μνήμα σου
να πικρανακαλιέται;
Αχ! Σώζο, επολέμησες
μιάλην να δης Ελλάδαν
η δάφνη έshει μυρωδκιάν
αμμάshει κ'αι πικράδαν.
Έshει παντού η δάφνη σου
τους τόπους μυρισμένους,
αμμά εμάς η πίκρα της
έshει μας ψατζιεμένους.
Συγχώρα μου που άρκησα
τραούδι να σου γράψω
εν ηξέρω το μνήμα σου
νάρτω τζαι τζει να κλάψω.

Το κείμενο που ακολουθεί «αλιεύθηκε» από το διαδίκτυο , είναι αγνώστου προελεύσεως και το αναδημοσιεύω με κάθε επιφύλαξη…
«…Tο 1902 εξεπονήθη, εις ανώτατον επίπεδον, μυστικόν σχέδιον Βρεταννίας και Εβραίων περί εποικισμού της Κύπρου υπό Εβραϊκών οικογενειών, ώστε εντέχνως εξοριζομένων των Ελλήνων κατοίκων της, να καταστεί πατρίς των Εβραίων, εν πρώϊμον Ισραήλ! Και τούτο, ενώ ουδέ ίχνος Εβραίων υπήρχεν εν Κύπρω. Την 23.10.1902 επραγματοποιήθη συνάντησις, εν Λονδίνω, μεταξύ του υπουργού Αποικιών Ιωσήφ Τσάμπερλαιν και του προφήτου του Σιωνισμού Τεοντόρ Χέρτσλ. Συνεζητείτο να δοθεί η Ουγκάντα ή η Κύπρος προς εποικισμόν των Εβραίων. Ο Τσάμπερλαιν –όπως γράφει ο Χέρτσλ- του είπεν ότι αν διέρρεε τοιούτο σχέδιον, θα εξέσπα θύελλα εις την Κύπρον. Ο συνομιλητής του τον καθησύχασεν εβραϊκώ τω τρόπω. Του είπεν ότι δεν κοινοποιούνται όλα εις την πολιτικήν. Και του ανέπτυξε το σχέδιόν του. Θα επεχειρείτο να πεισθούν οι Κύπριοι να ζητήσουν οι ίδιοι τον εποικισμόν, πειθόμενοι δια χρυσών λιρών. Θα απέστελλε δωδεκάδα μυστικών πρακτόρων του δια να τους πείσουν! Και κατέληξε: «Οι Μουσουλμάνοι θα φύγουν και οι Έλληνες θα πωλήσουν προθύμως τας γαίας των, εις καλήν τιμήν, και θα μεταναστεύσουν εις Αθήνας και Κρήτην».
Το σχέδιον δεν υπήρχεν απλώς. Ήρχισε να εφαρμόζεται! Εβραίοι ήρχισαν να αγοράζουν μεγάλας εκτάσεις και να εγκαθίστανται. Πρώτος αντέδρασεν ο Χριστόδουλος Σώζος, δήμαρχος και βουλευτής Λεμεσού, πρώτος δε δικηγόρος. Συνήγειρε τον λαόν. Διοργανώθησαν τότε αντιεβραϊκά συλλαλητήρια, εν Κύπρω και εν Αθήναις και το σχέδιον απετράπη. Εν τούτοις, η προσπάθεια επανελήφθη το 1920. Σώζονται ακόμη αι λιθόκτιστοι οικίαι και αποθήκαι των Εβραίων εις Φασούρι, Πυρόϊ, Τύμπου και αλλαχού.
Ο ανατινάξας το σιωνιστικόν σχέδιον ήτο ο λαμπρός ήρως του Μπιζανίου, ο οποίος έπεσεν την 6.12.1912, η μεγάλη Εθνική μορφή της Κύπρου Χριστόδουλος Σώζος…»





 Αγάλματα στον Κήπο. “Αι εικόνες παριστώσι θέας του εν Λεμεσώ Δημοσίου Κήπου εκ φωτογραφιών ληφθεισών υπό του κυρίου Φωσκόλου”. [Κυπριακή Εφημερίς, Ιούλιος 1909]. Ένα από τα δύο άτομα που εικονίζονται στη φωτογραφία είναι κατά πάσα πιθανότητα (καθήμενος), ο Χρ. Σώζος.

Κυριακή 9 Μαΐου 2010

Ιστορίας ερωτηματικά…

Ο φίλος ερευνητής της ιστορίας της Λεμεσού Τάσος Ανδρέου είχε την ευγενή καλοσύνη να μου παραχωρήσει σε φωτοτυπίες τα δύο έγγραφα που ακολουθούν. Πρόκειται για έκδοση «αγνώστου πατρότητας και λοιπών στοιχείων» της μικρής ανθολογίας σατιρικών ποιημάτων με τίτλο «Τάδε έφη πεννοφόρος» και υπότιτλο «Η κωμωδία της εποχής μας», του 1941, στην οποία σατιρίζει ανάμεσα σε άλλα και τέσσερεις ανώνυμους ( επίσης αγνώστων λοιπών στοιχείων), πολίτες των πόλεων Λευκωσίας, Λεμεσού, Αμμοχώστου και Λάρνακας κάτω από τον τίτλο «Who is who-Ποιος είναι;».
Τόσο ο Τάσος Ανδρέου όσο και ο φίλος ερευνητής και ποιητής Φοίβος Σταυρίδης προβληματίστηκαν αρκετά περί της ταυτότητας του ποιητή αλλά και των σατιριζομένων. Ο Φοίβος Σταυρίδης εικάζει μάλιστα ότι πιθανόν να πρόκειται περί του μεγάλου μας ποιητή Τεύκρου Ανθία, χωρίς όμως να αποδεικνύεται προς το παρόν τουλάχιστον. Τον Τάσο Ανδρέου προβλημάτισε ιδιαίτερα η ταυτότητα του λεμεσιανού στηριζόμενου εικάζοντας ότι πιθανόν να πρόκειται περί του βετεράνου δημοσιογράφου, φανατικού καρναβαλιστή και εκκλησιαστικού επίτροπου της Αγίας Νάπας Γεωργίου Ταλιαδώρου-Τέμπλαρ που το 1944 εξέδωσε μάλιστα και σχετικό πόνημα για τη θητεία του ως επίτροπος. Όλα αυτά τα ερωτήματα παραμένουν να ερευνηθούν περεταίρω και να τεκμηριωθούν, γι αυτό οποιοσδήποτε μπορεί να συμβάλει σ αυτό είναι ευπρόσδεκτος. Εν πάση περιπτώσει όμως το θέμα παραμένει ιστορικά ενδιαφέρον έστω και χωρίς περεταίρω πληροφορίες.



Τετάρτη 5 Μαΐου 2010

ΤΑ ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ 1931

Από την εημερίδα της Λεμεσού "Παρατηρητής" 8 Μαϊου 1931

Τρίτη 4 Μαΐου 2010

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ- ΠΑΛΑΙΜΑΧΟΥ ΠΑΛΑΙΑΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Στο κεφάλαιο αυτό θα αναρτούνται κεφάλαια από το βιβλίο « Ευστάθιου Παρασκευά-Παλαίμαχου ΠΑΛΑΙΑΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ. Η Λεμεσός κατά τον 19ο αιώνα. Με έξι κείμενα του Ξενοφώντος Φαρμακίδη.» Μ εισαγωγή και σε επιμέλεια Τίτου Κολώτα. Έκδοση Κανάλι 9,86. Λεμεσός 1996. Θεωρούμε ( και συμφωνούν μαζί μας και οι περισσότεροι σοβαροί μελετητές της ιστορίας ης Λεμεσού) το βιβλίο αυτό ως ένα βιβλίο που δημιουργεί σημαντικές και στέρεες βάσεις για την ιστορική έρευνα της πόλης. Το βιβλίο σχεδόν εξαντλημένο διατίθεται ακόμα για όσους ενδιαφέρονται, μόνο από το Κέντρο τεχνών του Ιδρύματος Πανίκος Μαυρέλλης (Ειρήνης 71 Λεμεσός). Τα κείμενα που θα ακολουθήσουν στην ετικέτα αυτή πιστεύουμε πως θα σας πείσουν δια του λόγου μας το αληθές. Να σημειώσουμε τέλος ότι διατηρείται κατά το δυνατόν η αρχική γραφή, σύνταξη και ορθογραφία του Παλαίμαχου με μοναδική σχεδόν εξαίρεση την μετατροπή του από πολυτονικό σε μονοτονικό. Τ.Κ.


                                   Η Λεμεσός κατα την οθωμανική κατοχή (γκραβούρα)

Η Λεμεσός του 1870 Α'

ΠΩΣ ΗΤΟ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΕΡΟΝ

Ευστάθιος Παρασκευάς Παλαίμαχος
Θέλω να φαντασθώ ένα παιδί Λεμεσιανό που έφυγεν από την Λεμεσόν και επήγεν στα ξένα. Και θέλω να φαντασθώ το ίδιο παιδί να επιστρέφει εις την Λεμεσό αφού επί 65 χρόνια δεν την ξαναείδε, τώρα βέβαια γέρος ασπρομάλλης και ρυτιδωμέ¬νος. Με ποίαν έκπληξιν θα στέκει να θαυμάζη πόσον επροόδευσεν η πόλις του, πόσον εμεγάλωσε, πόσον επολιτίσθηκε. Θα τρίβη τα μάτια του όταν θα βλέπη την σημερινήν Λεμεσόν και θα κάμνη συγκρίσεις με την Λεμεσόν του 1870. Θα γυρεύη τα χωράφια που έπαιζε με τα αλλά παιδιά χωρίς να έχουν τελειωμό• θα γυρεύει το σπίτι του τάδε και του τάδε που ήτο γειτονικό του και στον τόπο τους θα βλέπει ωραία νέα σπίτια μοντέρνα που εκτίσθησαν. Ας αφήσωμεν που θα γυρεύει καί τα σπίτια που ήταν κτι¬σμένα εις την θάλασσαν, αυτά θα καταλάβη πως ταριξαν δια να γείνη η ωραία μας προκυμαία. Πολλά τέλος πάντων θα γυρεύει να δη αλλά μάταια. Πέρασαν, χάθηκαν, τάφαγε η πρόοδος, ο πολιτισμός, το φιλοπρόοδο των κατοίκων της.
Γιατί η Λεμεσός του 1870 ήτο μία μικρά πόλις με 4500 κατοίκους που εκάθηντο εις μικρά σπίτια τα περισσότερα από πλιθάρια και εκυκλοφορούσαν το περισσότερο μέσα σε μονοπάτια των χωραφιών που ήταν ατελείωτα. Γιατί δεν υπήρχαν ούτε αμαξόδρομοι ούτε χαληνόδρομοι (έτσι ελέγαμε τότε τους μικρούς δρόμους των πόλεων). Ούτε άμαξες υπήρχαν, ούτε αποβάθρα, ούτε προστατευτικά προχώματα, ούτε Νοσοκομείον, Γυμναστήριον, Πτωχοκομείον, Δημόσιος Κήπος κτλ. Δεν είχαμε επίσης ούτε νερόν τρεχάτον, ούτε φώτα εις τους δρόμους, ούτε ηλεκτρικά, ούτε δημοτικήν Αγοράν, Σφαγείον, Καπνεργοστάσιον, Τηλεγραφείον, Ταχυδρομείον και θέατρα. Δεν είχαμεν ακόμη κτηματικούς φόρους, ούτε τίτλους μας έδιναν δια τα σπίτια μας (μούλκ). Η κοι¬νωνική κίνησις μικρά και μονότονη.Τα άνω που γράφω δεν υπήρχαν εις την πόλιν μας. Μα τότε τι υπήρχε και πώς εζούσεν ο κόσμος και πώς επερνούσεν. Από μνήμη θυμάμαι μερικά και ας μου επιτρέ¬ψουν οι αναγνώσται της «Αληθείας» και οι 15 χιλιάδες και πλέον σημερινοί κάτοικοι Λεμεσού να τους τα περιγράψω θα μάθουν έστω και σε λίγα λόγια μίαν σύντομην παλαιάν ίστορίαν της πόλεως των θα μάθουν μερικά από την ζωήν και κίνησιν (θα ήθελα να ειπώ ακινησίαν) των πατέρων των και θα εύρισκα δίκαιο στον φανταστικό ξενητευμένο Λεμεσιανό που ανέφερα πάρα πάνω.
Αρχίζω από το νερό. Η πόλις ύδρεύετο από τους λάκκους. Εις την ενορίαν Καθολικής καθένας είχε νερό στο σπίτι του, διότι εις την περιφέρειαν εκείνην το νερό ήτο «γλυκύ» και η ενορία Αγ. Νάπας επρομηθεύετο το νερόν της από νεροφόρους μερι¬κοί όμως είχαν τους μαύρους - σκλάβους των (πολλαί οικογένειαι είχαν μαύρους που τους αγόραζαν από καπετάνιους που τους έφερναν από την Άφρικήν) - και τα ζώα των και έφερναν νερόν από το χωρίον Πύργον. Οι Λάκκοι που εθεωρείτο το νερόν τους καλόν εις την πόλιν ήσαν: ο λάκκος του Συντελλή ο οποίος ήτο πλησίον της παλαιάς γέφυρας του Αγ. Αντωνίου, οι λάκκοι της Τζαμούδας, του Λοϊζή του Κακκιντίρη εις την οδόν Ανεμόμυλου, τώρα οδός Βικτωρίας και του Πιτσιακκούρα εις την σημερινήν οδόν Ελευθερίας.
Είπα παραπάνω ότι δεν υπήρχαν φώτα την νύκτα εις την πόλιν. Η πόλις έπλεε εις βαθύ σκότος και δια να βγή κανείς την νύκτα έξω έπρεπε να βαστά φανάρι. Εάν δεν εβαστούσε φανάρι τον συνελάμβανεν το «Κόλι» και τον εκρατούσε εις τον αστυνομικό σταθμόν έως το πρωί. Το «Κόλι αυτό ήτο 6-8 «Ττοπσήδες» (στρατιώτες) που επεριπολούσαν την νύκτα. Τακτικά μόλις έδυε ο ήλιος κάθε ημέραν ένας «Τοπσής» ανέβαινε εις το υψηλότερον μέρος του φρουρίου και εφώναζε τρεις φοράς: Ε! Ε! Ε! εσήμαινε ότι μετά την στιγμήν εκείνην δεν μπορούσε να βγή άνθρωπος χωρίς φανάρι. Κάποτε ελαμβάνετο απόφασις να απαγορευθή γενικώς η έξοδος από τα σπίτια• τότε εδίδετο διαταγή και ένας «τελλάλης» εφώναζε: «Φενέρ Φενερτζής πυρ οι τζίκμασι τισιαρί πού άξάμ, τα γιασάκτιρ» ήτοι «με φανάρι ή χωρίς φανάρι απόψε να μη βγή κανείς είνε απαγορευμένο». Αλλοίμονον σε κείνον που θα παρήκουε• τον συνελάμβαναν και τον έσπαζαν στο ξύλο.
Τα φαγώσιμα ο κόσμος αγόραζε εις τα μαγαζιά, γιατί δεν υπήρχε δημοτική αγορά• χορταρικά φρούτα και τα τοιαύτα επωλούντο είτε εις τους δρόμους είτε εις τα μαγα¬ζιά. Το κρέας το έπρομηθεύοντο από ωρισμένα μέρη της πόλεως οπού εσφάζοντο τα ζώα (δεν υπήρχαν σφαγεία) και επωλούντο εις κομμάτια επί τόπου: υπήρχαν τα λεγό¬μενα «μπογάζια» (σταθμοί) οπού συνηθίζετο η σφαγή και η πώλησις των ζώων το ένα ήτο πλησίον του καφενείου του Κοντονικόλα, το άλλο αντίκρυ της αποθήκης κρασιών του μακαρίτη Ακάμα και το τρίτον εις το παρά την θάλασσαν άκρον της σημερινής οδού Μακεδονίας όπου το μη υπάρχον πλέον σπίτι Θ. Μαύρου.
Ταχυδρομείον:
Τα γράμματα της Ευρώπης τα έπερνε ο κκερατζής Κωσταντής ο Σίννος εις την Λάρνακα δια να τα παραλαβή το Αυστριακό ατμόπλιο, τα δε γράμματα της Αιγύπτου τα έπαιρναν οι καπετάνιοι που φόρτωναν κρασιά, ενθυμούμαι δε τον καπετάν Νικολήν (παππού του συμπολίτου μας κ. Χριστ. Γεωργιάδη, τον Γιορκάτζην Λαμπήν, πατέρα του σημερινού καπετάν Λάμπρου και οι καπετάνιοι Παναής, Λιβέρδος, Μαρνέρος και Μπεναρτής.
Τηλεγραφείον:
Δεν υπήρχεν εν τη πόλει μας τηλεγραφείον και δια να τηλεγραφήση ένας έστελλεν επίτηδες απεσταλμένον εις την Λάρνακα - επληρώνετο 4 μετζίτια (το μετζίτι ήτο περίπου 3 1/2 σελ.) - ο οποίος τα παρέδιδεν εις το Τουρκικόν τηλεγραφείον.
Καπνεργοστάσια: Κάθε καπνοπωλείον ήτο και εργοστάσιον, δηλαδή κάθε καπνοπώλης έκοπτε τον καπνόν εις το μαγαζί του• επωλείτο εις χύμα και εστοίχιζαν ένα εικοσαράκι (30 παράδες σημερινούς τα 12 1/2 δράμια).
Καϊμακάκης, Δικαστήρια, Αστυνομία:
Καϊμακάμης (διοικητής) ήτο τότε ο Σιεκκιρζατές. Το Ταβή ήτο το μόνον υπάρχον δικαστήριον καί το αποτελούσαν ο Καδής, ως πρόεδρος, δύο Οθωμανοί και δύο Χριστιανοί, ως πάρεδροι. Επί κεφαλής της αστυνομίας ήτο ένας γιούμπασης (εκατόνταρχος) και είχε τους Σεϊμένιδές του που έφεραν εις την μέσην ένα «συνακλίκκι) με δύο πιστόλες με «αθκιάτζια) και μαχαίρι μεγάλο που ελέγετο «Κουλεκλίνα».
Εν σχέσει προς τους φόρους δεν υπήρχον τότε ούτε ο κτηματικός ούτε άλλος, παρά έπλήρωνε κάθε κάτοικος το λεγόμενο «μυρί», δηλαδή έπροκηρύσσετο το ποσόν που θα επλήρωνε κάθε πόλις η χωρίον και ώριζαν πόσα θα αναλογούσεν εις τον κάθε κάτοικον ανάλογα προς την οικονομικήν του θέσιν. Εννοείται ότι τον φόρον αυτόν επλήρωναν μόνον οι «ραγιάδες» παντρεμένοι και εξαιρούντο οι άγαμοι, αι γυναίκες και οι ξένοι υπήκοοι. Η Κυβέρνησις δια την πληρωμήν του φόρου αυτού δεν εδέχοντο άλλο νόμισμα παρά τα εικοσαράκια, πεσλίκια και εξάρια, τα όποια δια τούτο έλαβαν και το όνομα «μυρίτικα». Δια να πλήρωση κανείς ένα χρέος εάν έδιδεν από τα νομίσματα αυτά, έλογαριάζοντο τα 97 1/2 γρ. 100 γρ., η διαφορά των 21/2 γροσιών ελέγετο «άτζιο». Εκυκλοφορούσαν σχεδόν όλα τα ξένα νομίσματα εις την πόλιν μας.
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΣ

Ανδρέας Θεμιστοκλέους
Θα αναφέρω παρακάτω τα της Χριστιανικής κοινότητας Λεμεσού, επίσης δε και ένα κοινωνικόν γεγονός πού μου έκαμε τότε μεγάλην έντύπωσιν καίτοι ήμουν ακόμη μαθητής.
Η Κοινότης μας διατηρούσε ως σχολεία, το Δημοτικόν, το Ελληνικόν και το Παρθεναγωγείον. Του Δημοτικού διδάσκαλος ήτο ό Γιώργος Λουκάς και βοηθός του ο Κωνσταντινίδης. Του Ελληνικού ό Ανδρέας Θεμιστοκλέους• υπήρχε και διδάσκαλος της Γαλλικής, ο Σιμάς εκ (Κρήτης). Και τα δύο άνω σχολεία εστεγάζοντο εις κτίρια μέσα εις το προαύλιο της παλαιάς Εκκλησίας Αγ. Νάπας. Το Παρθεναγωγείον εστεγάζετο εις το σπίτι Γεωργίου Κακαθύμη νυν ανώγειος κ. Κλεάνθη Παπαδοπούλου εις την οδό Ελένης Παλαιολογίνας και είχε διεθύντριαν την Ελένην Καραγεωργιάδου (Αθηναίαν) και βοηθόν την Άννα του Ζαβρού.
Ιατροί ήσαν τότε ο Καστάν και ο Ι. Καραγεωργιάδης, οι οποίοι έκαμναν και τα φάρμακα δια τους αρρώστους των διότι δεν υπήρχον φαρμακεία.
                                                                          Γεώργιος Λουκά
Προξενεία, υπήρχαν διάφορα με προξένους δικούς μας το πλείστον. Ο Σωκράτης Φραγκούδης ήτο πρόξενος της Ιταλίας, ο Ευριβιάδης Φραγκούδης της Σουηδίας, ο Γεώργιος Ακάμας της Γαλλίας και Αμερικής. Μόνο ο Έλλην Πρόξενος ήτο σταλμένος από την Ελλάδα και ελέγετο Χαραλαμπάκης.
ΕΝΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ
Κατά το 1870 επεσκέφθη την πόλιν ο γεν. Διοικητής της Νήσου Σαΐντ Πασάς. Ήμουν μαθητής του σχολείου τότε και ενθυμούμαι ότι εξήλθον δια να τον προϋπαντή¬σουν όλοι οι προύχοντες της πόλεως έως τον ποταμόν της Γερμασόγειας. Καβάλλα ο Πασάς επροπορεύετο και ακολουθούσαν οι συμπολίται μας και αυτοί καβάλλα επί αλόγων. Όλοι εσταμάτησαν πλησίον στο σπίτι του Παυλήμπεη (νυν οικία κ. Αλεξάνδρας Κίρζη) όπου ο διδάσκαλος Γεώργιος Λουκά που ήτο και ψάλτης της Αγ. Νάπας και οι μαθηταί του (μεταξύ αυτών και εγώ) ετραγουδήσαμεν το «Καλώς ήλθες Ηγεμών». Ο Πασάς κατέλυσε κατόπιν εις το Κονάκι. Την επαύριον τον εφιλοξένησε ο Παυλήμπεης εις το σπίτι του, ο οποίος την νύκτα έδωκε χορόν προς τιμήν του• παρέστη ο Πασάς, ο οποίος όμως δεν εχόρευσε και οι προύχοντες με τας γυναικάς των. Εχόρευαν βέβαια τους τότε Ευρωπ. χορούς, πόλκαν, μαζούρκαν, κατρίλιες κλπ. Μεγάλη ευθυμία είχε επικρατήσει εις τον χορόν και ο διοικητής έφυγε πολύ ευχαρι¬στημένος. Και ο Ακάμας προσεκάλεσε τον Πασάν εις τραπέζι εις το οποίον παρέστη. Τόση ήτο η φιλοξενία του χριστιαν. στοιχείου προς τον επίσημον επισκέπτη, ώστε αυτός προ της αναχωρήσεως του έδωκεν άδειαν να ανυψούται η εκκλησιαστική σημαία (με σταυρόν και εικόνα της Παναγίας) εις τον ιστόν της Εκκλησίας της Αγ. Νάπας.
Προσεχώς άλλα περί της Λεμεσού του 1870.





ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΕΣ ΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ- ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ 1910-1987*

ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΗΚΑΝ πριν λίγες μέρες είκοσι χρόνια από το θάνατο, στις 10 Δεκεμβρίου 1987, του μεγάλου Κύπριου αθλητή Στέλιου Κυριακίδη. Η επέτειος τιμήθηκε στη Λεμεσό, με πρωτοβουλία του Σωματείου Ερασιτεχνών και Βετεράνων Αθλητών «Στέλιος Κυριακίδης». Σε ένα σημείωμά μας, τον περασμένο χρόνο, είχαμε αναφερθεί στη μεγάλη νίκη του Κυριακίδη στο Μαραθώνιο της Βοστώνης, τον Απρίλιο του 1946, μια κορυφαία στιγμή στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Επανερχόμαστε σήμερα, με αφορμή την επέτειο του θανάτου του, με ορισμένα στοιχεία από τη μυθική ζωή του.

Ο Κυριακίδης γεννήθηκε σε ένα από τα φτωχότερα -τότε- χωριά της Κύπρου, τον Στατό της επαρχίας Πάφου, και ήταν το πέμπτο παιδί της οικογένειάς του. Τέλειωσε το δημοτικό στο χωριό του, βοηθώντας τους γονείς του στις γεωργικές και κτηνοτροφικές τους εργασίες. Στα 14 του χρόνια όπως ήταν ο κανόνας, κατέβηκε στην πόλη, στη Λεμεσό, για να βρει δουλειά. Δούλεψε σε φούρνο, ως γκαρσόνι και λαντζιέρης σε ξενοδοχείο, υπάλληλος σε μπακάλικο και υπηρέτης σε οικογένειες Βρετανών αποικιακών υπαλλήλων. Τα βράδυα, σύμφωνα με το θρύλο, ξεκουραζόταν τρέχοντας μεγάλες αποστάσεις.
Ως αθλητής της ΑΕΛ και του ΓΣΟ ο Κυριακίδης έπρεπε να δουλέψει σκληρά για να πείσει για την αξία του, καθώς ήταν ένα φτωχό αγροτόπαιδο, σε μια εποχή που σε ολόκληρο τον κόσμο ο πρωταθλητισμός ήταν λίγο-πολύ προνόμιο της αριστοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο που, όταν στάληκε για πρώτη φορά στην Αθήνα, το 1933 για να δοκιμαστεί, απέτυχε, καθώς η διάγνωση των «ειδικών» ήταν «τι τον φέρατε, αυτός δεν ξέρει να τρέχει». Ούτε είναι τυχαίο ότι μετά τη μεγάλη του επιτυχία στη Βοστώνη και την επιστροφή του στην Ελλάδα, το Μάιο του 1946, με εκατοντάδες χιλιάδες λαού να τον αποθεώνουν (ενώ ο Εμφύλιος είχε αρχίσει), η εφημερίδα του ΚΚΕ, ο Ριζοσπάστης, τον πρόβαλε ως «παιδί του λαού και της φτωχολογιάς» (ήταν απλός υπάλληλος στην Ηλεκτρική Εταιρεία).
Η νίκη του κοκκαλιάρη και υποσιτισμένου Έλληνα αθλητή στη Βοστώνη πήρε τεράστιες διαστάσεις λόγω των ειδικών συνθηκών της εποχής και της τραγικής κατάστασης
στη μεταπολεμική Ελλάδα. Ο μεγάλος ηττημένος του αγώνα, ο Αμερικανός μαραθωνοδρόμος Τζον Κέλλι, δήλωσε: «Παρόλο που ήθελα να νικήσω, η πρωτιά του Κυριακίδη είναι ίσως η πιο σημαντική για τον αγώνα και για τον κόσμο. Είναι ό,τι πιο σπουδαίο έχει συμβεί ποτέ στην ιστορία του Μαραθωνίου.» Ο Κυριακίδης τιμήθηκε ενόσω ζούσε και τιμάται ακόμη στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ, όπου πρόσφατα (2004) το μεγάλο τηλεοπτικό δίκτυο NBC του αφιέρωσε ένα ειδικό ντοκιμαντέρ. Στην Κύπρο δεν υπάρχει
ούτε μια προτομή του.

* Από την τακτική στήλη «Εκ πεποιθήσεως» στον Φιλελεύθερο, (22 Δεκεμβρίου 2007), του επίκουρου καθηγητή της Νεώτερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Πέτρου Παπαπολυβίου, ο οποίος επισταμένα ασχολείται και με την Ιστορία της Λεμεσού προσφέροντας σημαντικές και πολύτιμες εργασίες στους ασχολούμενους με αυτήν. Τ.Κ.

20 Απριλίου 1946, ο Στέλιος Κυριακίδης εισέρχεται θριαμβευτής στην Αθήνα σε παλλαϊκή υποδοχή μετα την μεγάλη νίκη του στον μαραθώνιο της Βοστώνης.


Η χειρόγραφη επιστολή του Στέλιου Κυριακίδη που ακολουθεί ανήκει στο αρχείο των παλιών Λεσχών της Λεμεσού «Ισότης-Ένωσις» την εποπτεία του οποίου έχει ο φιλόλογος και ιστορικός ερευνητής Ανδρέας Μακρίδης. Είναι χαρακτηριστική για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αθλούνταν και επιτύχαιναν διεθνείς επιδόσεις οι φτωχοί αθλητές της εποχής εκείνης που αναγκάζονταν να «ζητιανέψουν» για να μπορέσουν να μετέχουν σε διεθνείς και πανελλήνιους αγώνες! Τ.Κ.

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

Η μικρή ιστορία ενός… «τζεγκένικου» μνημείου και ενός εράνου


Το Μνημείο Ηρώων, στην ομώνυμη πλατεία μας, έχει τη δική του μικρή, ένδοξη αλλά… πικρή και ταραγμένη ιστορία. Θα την διηγηθούμε συντομεύοντας την βέβαια.
Η ιστορία ξεκινά κατά τη δεύτερη θητεία της Δημαρχίας Πλουτή Σέρβα όταν, αρχές Νοεμβρίου 1946, εξαγγέλλεται «το τρίχρονο πλάνο δουλειάς και δημοτικής ανοικοδόμησης του» και ανάμεσα στα άλλα έργα και δραστηριότητες που προγραμματίζονται περιλαμβάνεται και ο «εξωραϊσμός της Πλατείας Ηρώων» σύμφωνα με την εφημερίδα ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ με ημερομηνίες 3 και 10 Νοεμβρίου 1946, και που εξέδιδε ο ίδιος ο Πλουτής Σέρβας μαζί με τον Αντιδήμαρχο Βάσο Παπαδόπουλο.
Στην ίδια εφημερίδα ημερομηνίας 16 Μαΐου 1948 δημοσιεύονται στη καρδιά της πρώτης σελίδας, τα αρχιτεκτονικά σχέδια του μνημείου του γνωστού λευκωσιάτη αρχιτέκτονα Χαρίλαου Δίκαιου. Κάτω από τα σχέδια αυτά, μέσα σε πλαίσιο και με τον τίτλο «ΜΝΗΜΕΙΟ ΗΡΩΩΝ!», γίνεται με προκήρυξη από το Εθνικού Συμβουλίου του «Εθνικού Απελευθερωτικού Συνασπισμού» (ΕΑΣ) επαρχίας Λεμεσού, του δημόσιου εράνου για κάλυψη της μισής δαπάνης του συνολικού ποσού των χιλίων λιρών και καλεί τα μέλη του και το λαό να οργανώσει σε κάθε ενορία και χωριό πλατειές επιτροπές εράνου για να καλύψουν το στόχο μέσα σ’ ένα μήνα.
Τα υπόλοιπο του ποσού θα καταβάλει ο Δήμος. Στην ίδια προκήρυξη αναφέρεται πως στα ΓΡΑΜΜΑΤΑ θα δημοσιεύονται σε ειδική «Στήλη Τιμής» τα ονόματα και το ποσό όσων συνεισφέρουν.
Στην ιστορία όμως του εράνου αυτού βρίσκουμε και σπέρματα των κατά καιρούς διχασμών και «ιδεολογικών» αντιπαραθέσεων της σύγχρονης ιστορίας μας που τόσα κακά επισώρευσαν στο δύσμοιρο αυτό τόπο με αποκορύφωμα την καταστροφή του 1974.
Εδώ αρχίζει και η ιστορία μας. Ας τη δούμε:
Πρέπει πρώτα-πρώτα να υπενθυμίσουμε πως βρισκόμαστε σε μια εποχή έντονων πολιτικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων μεταξύ «εθνικοφρόνων» και «κομμουνιστών». Που τις κάνουν ακόμα πιο έντονες και τα εμφυλιοπολεμικά πάθη που επικρατούν στην Ελλάδα και που μοιραία μεταφέρονται και στη Κύπρο.
Εκδότες της εφημερίδας, όπως είπαμε ήδη, είναι ο Δήμαρχος Πλουτής Σέρβας και ο Αντιδήμαρχος Βάσος Παπαδόπουλος. Επαρχιακός Γραμματέας του ΕΑΣ ήταν ο Δημοτικός Σύμβουλος Κώστας Παρτασίδης ο επόμενος στη συνέχεια Δήμαρχος Λεμεσού.
Από της ιδρύσεως του ΕΑΣ λίγους μήνες πριν (Ιανουάριος του 1948), τα ΓΡΑΜΜΑΤΑ από «Εφημερίδα του Εργαζόμενου Λαού» μετατρέπεται σε «Όργανο του Επαρχιακού Εθνικού Απελευθερωτικού Συνασπισμού». Σε διπλανή λοιπόν από τη διακήρυξη στήλη, στα σχόλια και κάτω από τον τίτλο «ΣΤΗΛΗ ΤΙΜΗΣ» ρίχνεται το γάντι:
«Είμαστε πολύ περίεργοι να δούμε ποια στάση θα κρατήσουν και πάλι οι λεγόμενοι «εθνικοί ευεργέτες»της Λεμεσού και μέχρι ποιου σημείου φτάνει το ενδιαφέρο τους για τον εξωραϊσμό της πόλης μας. Θα περιμένομε και θα επανέλθουμε»
Στις κατοπινές εκδόσεις της εφημερίδας δημοσιεύεται κάθε φορά μακροσκελής κατάλογος αυτών που συνεισφέρουν και στη συνέχεια ονόματα σε «Μαύρη λίστα» αυτών που αρνήθηκαν.
Παρά το ιδεολογικό όμως περιεχόμενο που πήρε ο έρανος αυτός και την αντιπαράθεση που προκάλεσε, φαίνεται πως το γεγονός της δημοσίευσης των ονομάτων και των δύο κατηγοριών σπρώχνει (ίσως και λίγο «εκβιαστικά» αν θέλετε), ιδιαίτερα τους «εθνικόφρονες» εμπορευόμενους, να συμμετέχουν στον έρανο μαζικά και οι εξαιρέσεις της μαύρης λίστας να είναι αναλογικά πολύ λιγότερες.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του καπνοβιομήχανου της εποχής Γιάγκου Δρουσιώτη που ενώ στην έκδοση της 6ης Ιουνίου «φιγουράρει» στη «μαύρη λίστα» στην αμέσως επόμενη έκδοση (ημερομηνίας 13 Ιουνίου 1948) μπαίνει στη «τιμητική λίστα» εισφέροντας το αξιοσέβαστο για την εποχή ποσό των πέντε λιρών! (Η συνήθης εισφορά ήταν μια-δυο λίρες).
Γεγονός εξάλλου που δεν διέφυγε της προσοχής επιστολογράφου της εφημερίδας ο οποίος διερωτάται « για το μυστηριώδες ελατήριο» που συνετέλεσε να «επιτελεσθή το θαύμα μέσα σε τόσο ολιγόχρονο διάστημα» και να αλλάξει στάση λέγοντας πως «είμαστε βέβαιοι κύριε Δρουσιώτη ότι θα αντελήφθητε πόσο γερά μαθήματα ξέρει να δίνη ο λαός»…
Περιττό να εξηγήσουμε ποιά είναι τα «μαθήματα» αυτά… Να επισημάνουμε μόνο πως ο ανταγωνιστής του Δρουσιώτη καπνοβιομήχανος Πατίκκης πρόσφερε από τους πρώτους, (χωρίς να μπει στη μαύρη λίστα), δέκα λίρες και ότι η λευκωσιάτικη καπνοβιομηχανία Διανέλλος και Βεργόπουλος επίσης δέκα. Στην «τιμητική λίστα» βρίσκουμε επίσης συχνά πολλά ονόματα τουρκοκυπρίων συμπολιτών μας.
Αδιάλλακτοι μέχρι τέλους παραμένουν στην… «τιμητική» γι αυτούς “μαύρη λίστα”, οι εκ των ηγετών των “εθνικοφρόνων”, Ν. Κλ. Λανίτης, Σερ Π. Κακογιάννης, Χρ. Μιχαηλίδης- «Ιστής», (εργατοπατέρας των δεξιών “Νέων Συντεχνιών”) Χριστιανός Ρωσσίδης και μερικοί άλλοι.
Τελειώνοντας να πούμε ότι η ερανική επιτροπή απευθύνθηκε και σε προσωπικότητες από όλη τη Κύπρο. Από τον Αρχιεπίσκοπο και τους Μητροπολίτες μέχρι τους Δημάρχους όλων των πόλεων. Από αυτούς ο Αρχιεπίσκοπος και οι Μητροπολίτες αρνήθηκαν να δώσουν. Από τους Δημάρχους, ο της Λευκωσίας Ι. Κληρίδης, ακραιφνής εθνικόφρονας, (πατέρας του Γλαύκου Κληρίδη και υποψήφιος Πρόεδρος στις πρώτες προεδρικές εκλογές του 1960 εναντίον του Μακαρίου, υποστηριζόμενος από το αριστερό ΑΚΕΛ…), ο Αμμοχώστου Α. Αδάμαντος, ο Λάρνακας Λ. Σανταμάς και ο Λαπήθου Λάιος, έδωσαν. Ο Κερύνειας Χρ. Δημητριάδης και Πάφου Χρ. Γαλατόπουλος αρνήθηκαν. Ο τελευταίος μάλιστα χαρακτήρισε στην εφημερίδα του την «Πάφο» τον έρανο “τζεγκένικο” κατηγορώντας τον Δήμο της Λεμεσού ότι “καταφεύγει σε τέτοιου είδους τζεγκενιά”!
Το Μνημείο Ηρώων εγκαινιάστηκε πανηγυρικά και παρά... τα «τζεγκενιά» κατά την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου το 1948.

Σημ. "τζεγκένης" (από το τουρκικό cingene,γύφτος), σημαίνει στην κυπριακή διάλεκτο ανέμπιστος, αναξιόπιστος, απατεώνας, αλήτης και ανάλογα και τα παράγωγα του "τζεγκενιά" και "τζεγκένικο".

Από το ανέκδοτο βιβλίο μου «ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΟ ΧΘΕΣ»

Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΠΡΩΤΙΕΣ ΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

                                                           ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Πρώτη μηχανή για ακτινογραφίες 1889

Το 1895 μια επαναστατική εφεύρεση του γερμανού φυσικού Wilhem Roentgen (1845-1923),των ακτινών δηλαδή Χ του χαρίζει το βραβείο Νόμπελ το 1901.
Η εφεύρεση αυτή δεν άργησε να έλθει για πρώτη φορά στη Κύπρο τέσσερα μόλις χρόνια μετά, το 1899 χάρις σε ένα προοδευτικό λεμεσιανό επιστήμονα, τον γιατρό Σωκράτη Αραούζο.
Στην εφημερίδα «Αλήθεια» της πόλης ημερομηνίας 27 Αυγούστου 1899 ανακοινώνεται η άφιξη εκεί της πρώτης μηχανής Ρέντγκεν για ακτινογραφίες. Ένας σημαντικός δηλαδή σταθμός της ιατρικής στη Κύπρο που ανήκει και πάλιν στη Λεμεσό. Ο Αραούζος, που είναι ουσιαστικά και ο πρώτος καθαρά λεμεσιανός γιατρός, σπούδασε στο Μονπελιέ της Γαλλίας και ασκούσε από το 1895 μέχρι το θάνατο του το 1915 το ιατρικό επάγγελμα στη πόλη του. Κατά καιρούς δημοσιεύει στην εφημερίδα της πόλης «Αλήθεια» διαφημίσεις και φαρμάκου προς… ανάπτυξη των τριχών.
Ας δούμε λοιπόν τι ακριβώς έλεγε σχετική είδηση:
«ΜΗΧΑΝΗ ΡΕΝΤΓΓΕΝ
Ο παρ’ ημιν έγκριτος ιατρός κ. Σωκράτης Αραούζος, παρακολουθών τας επιστημονικάς εφευρέσεις τας αναγομένας εις την Επιστήμην αυτού και θέλων να παρέχη τα ευεργετικά αυτών αποτελέσματα εις την ενταύθα πελατείαν του, έφερεν εσχάτως δι’ αδροτάτης δαπάνης μηχανήν του Ρέντγκεν, το θαύμα τούτο του 19 αιώνος, δια των ακτίνων Χ της οποίας επιτυγχάνεται η φωτογράφησις των εσωτερικών οργάνων του ανθρώπου υποβοηθουμένης ούτω της επιστήμης εις την διάγνωσιν των διαφόρων οργανικών παθήσεων.
Δια της αυτής μηχανής λειτουργεί και ηλεκτρικόν οφθαλμοσκόπιον νεωτάτου συστήματος και γαλβανοκαυστήρ, ειδικόν εργαλείον δια την εγχείρησιν των τραχωμάτων.
Η μηχανή του Ρέντγγεν θα είνε έτοιμη, όπως τεθεί εις ενέργειαν εντός ολίγων ημερών.»
Και πράγματι λίγες μέρες μετά στην ίδια εφημερίδα, σε μορφή πληρωμένης πλέον αγγελίας, αναφέρεται:
«ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΙΣ - ΘΑΥΜΑΣΙΑΙ ΑΚΤΙΝΕΣ ΡΕΝΤΓΓΕΝ.
΄Ηρξατο των εργασιών του ο Ιατροχειρούργος κ. Σωκράτης Αραούζος της μηχανής, δια της οποίας δύναται να ίδη και να διαγνώση όλας τας ασθενείας των εσωτερικών οργάνων, μήτρας κ.τ.λ., ωσαύτως δια του ηλεκτρικού οφθαλμοσκοπίου, οιανδήποτε ασθένειαν των οφθαλμών και την πλέον εσωτερικήν.
Επίσης δια του Γαλβανοκαυτήρος δύναται να εκτελέση διαφόρους αναιμάκτους εγχειρήσεις , ως και δια της ιδίας μηχανής δύναται να εκτελέση εγχειρήσεις αναιμάκτους των τραχωμάτων. Ωραι επισκέψεων:Την πρωίαν από της 9 μέχρι της 11. Μετά μεσημβρίαν από των 4 ½ μέχρι 6 ½ .Η τιμή δι εξέτασιν ενός ορισμένου οργάνου £ 0.12.0 Γενική εξέτασις £1 προπληρωτέα.»

Λογοτεχνικό σωματείο- αναγνωστήριο-αντιπολίτευση
Αρχαιότερο λογοτεχνικό σωματείο της Κύπρου (με επικρατούσα χρονολογία ίδρυσης το 1872) θεωρείται η «Ισότης» με πρωτοστάτη ιδρυτή τον δάσκαλο και μετέπειτα δικαστή και βουλευτή Γεώργιο Μαληκίδη και δραστήρια μέλη τον έκδοτη της πρώτης εφημερίδας της Λεμεσού και δεύτερη της Κύπρου «Αλήθεια», Αριστοτέλη Παλαιολόγο και άλλους επιφανείς λεμεσιανούς. Στη Λευκωσία το πρώτο σωματείο «Ζήνων» ιδρύθηκε το 1876.
Κατά μια άλλη όμως εκδοχή η ίδρυση της «Ισότητας» τοποθετείται πριν από το 1866 αφού τη χρονιά αυτή αποστέλλεται επιστολή προερχόμενη από την «Ισότητα» προς τον Φιλολογικό Σύλλογο Ελλήνων Κωνσταντινουπόλεως με την οποία τους ζητείται η οικονομική τους συμβολή για την ίδρυση στη πόλη ελληνικού γυμνασίου.
Να αναφέρουμε εξάλλου ότι ο Γεώργιος Μαληκίδης και πρωτίστως ο Αριστοτέλης Παλαιολόγος μαζί με τον Μητροπολίτη Κιτίου Κυπριανό και τον Μεγάλο Δάσκαλο Ανδρέα Θεμιστοκλέους υπήρξαν οι πρώτοι κύπριοι που έκανα σκληρή αντιπολίτευση κατά των άγγλων κατακτητών από τους πρώτους κιόλας μήνες της κατοχής, θεωρούμενοι έτσι ως «αδιάλλακτοι-ενωτικοί» σε αντίθεση με την ηγεσία της Λευκωσίας με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο που κατηγορούντο ως «ενδοτικοί-διαλλακτικοί απέναντι στους Άγγλους». Γι αυτό και η λέσχη «Ισότης» θεωρείτο από τους Άγγλους ως «άκρως επαναστατική»

           Γυναικείες πρωτιές-γυναικεία χειραφέτηση

Η εθνική παιδαγωγός και λογοτέχνιδα Πολυξένη Λοϊζιάς δίκαια θεωρείται ως η πρώτη κυπρία φεμινίστρια που συνέβαλε σημαντικά και πρωτοποριακά στην γυναικεία χειραφέτηση στην Κύπρο. Ανάμεσα σε άλλα σπουδαία έργα της, ίδρυσε το 1897 το πρώτο γυναικείο σωματείο της Κύπρου αυτό της «Ενώσεως των Ελληνίδων», το πρώτο γυναικείο γυμναστήριο «Το Παλλάδιον» και εισήγαγε την γυναικεία άθληση στα σχολεία.

Γυναίκα δικηγόρος, Υπουργός και Γενική Εισαγγελέας
Στέλλα Κακογιάννη-Σουλιώτη (κόρη του Σερ Παναγιώτη Κακογιάννη και αδελφή του διεθνούς φήμης λεμεσιανού σκηνοθέτη του κινηματογράφου Μιχάλη Κακογιάννη), είναι η πρώτη γυναίκα δικηγόρος της Κύπρου πρώτη γυναίκα υπουργός και Γενικός Εισαγγελέας της Κύπρου. Barrister At Law 1951
Πρώτη γυναίκα δικηγόρος κατά τον Αριστείδη Κουδουνάρη ήταν η Κωνσταντίνα Βάρδα οποία όμως τέλειωσε τις σπουδές της και άσκησε το δικηγορικό της επάγγελμα στη Λάρνακα το 1957. Άρα η πρώτη γυναίκα της Κύπρου παραμένει η Στέλλα Σουλιώτου.

Γυναίκα Γιατρός
Πρώτη γυναίκα γιατρός της Κύπρου ήταν η λεμεσιανή Μαρία Ρούσου σύζυγος Ηρακλή Μιχαηλίδη. Γεννήθηκε το 1902 και πέθανε νέα το 1955. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της Κύπρου της εποχής εκείνης και άσκησε το 1927- και για λίγα χρόνια μόνο- την ιατρική στη πόλη της, αφού με το γάμο της έπαψε να ασκεί την ιατρική.
Συνέχισε όμως τη πλούσια μορφωτική, επιστημονική και κοινωνική δράση της ιδρύοντας και προεδρεύοντας του πρώτου Συνδέσμου Επιστημόνων Γυναικών Λεμεσού, (άλλη μια πρωτιά) και συμβάλλοντας σημαντικά στην κοινωνική μόρφωση και χειραφέτηση της γυναίκας στον τόπο μας.
 Μερικά χρόνια πριν εξάλλου έρχεται στη Λεμεσό η πρώτη γυναίκα μαιευτήρας - γυναικολόγος, η Αριστονίκη Ιωαννίδου η οποία αφού σπούδασε στην Αθήνα  και στο Παρίσι επέστρεψε στην Κύπρο και εξάσκησε το επάγγελμα της από το 1938. 


Γυναίκα πολιτικός
Όταν το δεκαπενταύγουστο του 1926 σε μια μικρή οικία της ιστορικής οδού της Λεμεσού, Βασιλείου του Μακεδόνος μια δράκα λεμεσιανών συνέρχονταν κάτω από συνθήκες πλήρους μυστικότητας και συνωμοτικότητας για να ιδρύσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κύπρου, ανάμεσα τους βρισκόταν μια και μοναδική γυναίκα: η Κατίνα Νικολάου –Τουμάζου, κάτι που για τις συνθήκες της εποχής μπορεί δίκαια να θεωρηθεί ως διπλά επαναστατική πράξη και σωστά μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη γυναίκα πολιτικός της Κύπρου.







Γυναίκα τραπεζική υπάλληλος
Στους αγώνες της κυπρίας γυναίκας για κατάκτηση δικαιωμάτων ίσης μεταχείρισης των δύο φύλων και παροχής ίσων ευκαιριών εργοδότησης και χειραφέτησης, σταθμός μπορεί να θεωρηθεί η εργοδότηση στις τράπεζες της πρώτης γυναίκας υπαλλήλου της Ελευθερίας Μονιάτου γύρω στο 1920.

Ζωγραφική
Το 1897 διοργανώνεται στο μπαρ του Ζήνωνος Σκυριανίδη η πρώτη έκθεση ζωγραφικής. Τον επόμενο χρόνο , το 1898, διοργανώνεται επίσης έκθεση ζωγραφικής με τη συμμετοχή και μιας γυναίκας της πρώτης ίσως στη Κύπρο, της Ελπινίκης (Κικής) Σώζου.
Στον τομέα της ζωγραφικής έχει όμως η Λεμεσός μια σίγουρη και περήφανη πρωτιά: η Λουκία Νικολαΐδου (1909-1994) είναι η πρώτη γυναίκα που σπούδασε ζωγραφική και μάλιστα στη περίφημη Μποζάρ του Παρισιού. Το 1933 παρουσιάζει την πρώτη της ατομική έκθεση που θεωρείται και πρώτη ατομική έκθεση ζωγραφικής από γυναίκα.

Η γυναίκα και σοφερίνα

Το 1911 -τέσσερα δηλαδή μόνο χρόνια μετά την κυκλοφορία στη Κύπρο του πρώτου ιδιωτικού αυτοκινήτου από τον γιατρό της Λεμεσού Ιωάννη Πιερή- μια γυναίκα, η Ελένη Βασιλείου –Τρεππού, γίνεται η πρώτη γυναίκα σοφερίνα της Κύπρου κάτι που για την εποχή θεωρήθηκε ως άκρως επαναστατική ενάργεια. Η ίδια υπήρξε και από τις πρώτες τρεις νηπιαγωγούς του τόπου με σπουδές στην Ελλάδα.

Καλλιστεία
Η γυναικεία ομορφιά όπως και κάθε ωραίο και καλαίσθητο δεν άφηνε αδιάφορους τους λεμεσιανούς έτσι που το 1929 διοργάνωσαν τα πρώτα καλλιστεία ομορφιάς εκλέγοντας ως την πρώτη βασίλισσα της ομορφιάς την Μάρθα Περδίου-Παπαδοπούλου.











ΕΠΕΤΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Δευτέρα 12 Απριλίου 2010

Αστροναυτικές ιστορίες στη Λεμεσό του ‘60


Σαν σήμερα, 12 Απριλίου 2010,  έκλεισε σχεδόν μισός αιώνας που στις 12 Απριλίου 1961, στις 09:07 ώρα Μόσχας, ο Γιούρι Γκαγκάριν ξεκίνησε για το ιστορικό του ταξίδι μέσα στο Βοστόκ 1. Εικοσπέντε λετπά μετά την εκτόξευση, μπήκε σε μια ελλειπτική τροχιά με απόγειο 302 χιλιόμετρα, περίγειο 175 χιλιόμετρα και περίοδο 89 λεπτά και 34 δευτερόλεπτα, κινούμενος με ταχύτητα 7,61 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο (27.400 χιλιόμετρα ανά ώρα). Ο Γιούρι Γκαγκάριν έγινε έτσι ο πρώτος άνθρωπος που πέταξε στο διάστημα. Ήταν αξιωματικός του τότε κραταιού Σοβιετικού Ερυθρού Στρατού της πάλαι ποτέ κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης.
Όταν το 1961 ο Γκαγκάριν πραγματοποιούσε τον υπεράνθρωπο για την εποχή άθλο του η ανθρωπότητα βρισκόταν για καλά μέσα στο κλίμα του ψυχρού πολέμου μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης και κατ επέκταση μεταξύ των δύο κόσμων του δυτικού και του ανατολικού.
Μέρος λοιπόν της αγωνιώδους τότε κούρσας του διαστήματος ήταν ο συναγωνισμός μεταξύ τους για το ποιος θα κάνει κάτι «πρώτος», προς δόξα των δύο πολιτικοινωνικών συστημάτων.
Οι Σοβιετικοί, περήφανοι για τα επιτεύγματα τους στο διάστημα και διατηρώντας τότε το ελαφρύ προβάδισμα στην κούρσα αυτή του διαστήματος αποκτούσε ταυτόχρονα και το προβάδισμα στη κούρσα των εντυπώσεων, φροντίζοντας να το εξάγουν κιόλας μέσω φιλικών κυβερνήσεων και πολιτικών κινημάτων σ όλο τον κόσμο.
Μέσα στα πλαίσια αυτά η Κύπρος γνώριζε τον Φεβρουάριο του 1962 από κοντά τον πρώτον αυτό ήρωα του διαστήματος αλλά και του σοβιετικού λαού.
Οι υποδοχές και οι τιμές που του έγιναν στη Κύπρο τότε ήταν, θυμάμαι, μεγάλες και ανάλογα εντυπωσιακές .
Μέσα λοιπόν από την εφημερίδα της Λεμεσού «ΧΡΟΝΟΣ» ημερομηνίας 17 Φεβρουάριου 1962, διαβάζουμε σχετικά κάτω από τον τίτλο «ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΓΚΑΓΚΑΡΙΝ» την ακόλουθη είδηση:
« Μεγάλην υποδοχήν επεφύλαξε ολόκληρος η Κύπρος εις τον πρώτον αστροναύτην του κόσμου τον Σοβιετικόν πολίτην Γιούρι Γκαγκάριν. Αι θερμαί και εγκάρδιοι αυταί εκδηλώσεις αι οποίαι έφθανον μέχρι παραληρήματος, ήτο ο δίκαιος φόρος τιμής τον οποίον απένειμε ο πολιτισμένος Κύπριος εις το ηρωικόν κατόρθωμα καΙ επιστημονικό επίτευγμα του σημερινού ανθρώπου , ασχέτως εις ποίαν χώραν ανήκει εις ποίαν φυλήν και ποίαι αι κοινωνικαί ιδεολογικαί κατευθύνσεις του.
Μέσα εις το ήρεμο και αποφασιστικόν βλέμμα τού Ρώσσου αστροναύτου, αντικρίσαμε όλην την αγάπην καί την θέλησιν μιάς μεγάλης χώρας, η οποία δια της κατακτήσεως τού διαστήματος ποθεί να φέρει εις τον κόσμον την αγάπην, την ειρήνην και την συμφιλίωσιν. Το ηκούσαμε αυτό και από το στόμα του, όταν με την απλότητα και την ειλικρίνειαν ενός πραγματικού ήρωος, απαντούσε εις τους θερμούς λόγους με τους οποίους τον προσεφώνησαν. Διότι αν ο Γκαγκάριν, πρώτος μεταξύ εκατομμυρίων ανθρώπων επέταξε εις το διάστημα και προς τον άγνωστον κόσμον του σύμπαντος, η ηρωική αύτη πράξις δεν συμβόλιζε παρά το μεγάλο μήνυμα ενός ισχυρού ανθρώπου προς τον συνάνθρωπον του
Με την πρόοδον και την επιστήμην να ζήσουν όλοι εν ειρήνη και αγάπη, διότι μέσα εις τας δύο αυτάς λέξεις ευρίσκεται όλη η ευπρέπεια και ευτυχία ολόκληρου του κόσμου.»
Βέβαια το επίτευγμα εκείνο του μακαρίτη Καγκάριν ( πέθανε στις 27 Μαρτίου 1968 νέος, μόλις 34 ετών), δεν ήταν παρά το πρώτο βήμα της ξέφρενης κούρσας των πολεμικών εξοπλισμών με τον περιβόητο και πολυδάπανο «πόλεμο των άστρων»…

Φεβρουάριος του 1962 οδός Γλάδστωνος. Η Λεμεσός επιφυλάσσει παλλαϊκή υποδοχή στον πρώτο αστροναύτη του κόσμου.

Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

«Το σεβαστόν κοινόν της Λεμεσού όπερ φημίζεται επί φιλομουσία» *

Πράματα και θάματα στη Λεμεσό του 1903


Πράματα και θάματα συνέβαιναν στη μικρή πολίχνη της Λεμεσού των 5-6 χιλιάδων κατοίκων στις ανατολές του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα στα 1903.
Η διασκέδαση και η ψυχαγωγία σήμερα στη Λεμεσό ακολουθεί τους ρυθμούς της σύγχρονης μας ζωής: πληθώρα αγαθών, υπέρ-προσφορά υπέρ-καταναλωτισμός, υπέρ-κορεσμός όλα υπέρ-!
Όμως τα πράγματα δεν ήταν, εννοείται, πάντα έτσι. Οι δυσκολίες της ζωής, η φτώχεια και οι συνέπειες της δεν άφηναν πολλά περιθώρια στη πολυτελή και ακριβή διασκέδαση και ψυχαγωγία.
Ήταν όμως και οι εποχές κατά τις οποίες και η παραμικρή ευκαιρία και η πιο μικρή προσφορά διασκέδασης αποτελούσε γεγονός σημαντικό και οι λεμεσιανοί το εκτιμούσαν ιδιαίτερα. Αν μάλιστα αυτή η προσφορά ψυχαγωγίας ήταν και του τύπου που θα δούμε στο δημοσίευμα, της εφημερίδας «Αλήθεια» του 1903 που ακολουθεί, τότε δεν μιλάμε πλέον μόνο για διασκέδαση και ψυχαγωγία αλλά για πραγματική επανάσταση!
Ιδού λοιπόν τι έλεγε το εν λόγω δημοσίευμα:
«ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΜΠΑΡ «ΣΑΛΑΜΙΣ»
Κείμενον εις την γωνίαν της οδού Μπιλλιάρδου υπό την οικίαν του Κου Γ.Δ.Λανίτη.
Το μοναδικόν κέντρον (passetemps) των Λεμεσιανών
Το κατάστημα τούτο εφωδιασμένον με όλα εν γένει τα μέσα προς ψυχαγωγίαν του κοινού, υπόσχεται να ευχαριστήση καθ’ όλα τους τιμώντας αυτό. Καθαριότης, ποικιλία και καλαισθησία απαράμιλλος.
Επίσης φέρεται εις γνώσιν του κοινού, ότι διάφορα όργανα μουσικά και άλλα θέλουσι τέρπει καθ’ εκάστην δι όλης σχεδόν της ημέρας τους θαμώνας του ιδρύματος μου δωρεάν. Θαυμάσιον φωνογράφον Concert του Edison με τεσσαράκοντα κυλίνδρους θα μεταδίδη εξακολουθητικώς διαφόρους ήχους ορχήστρας ή μπάντας 300 και πλέον οργάνων ως και μονωδίας, διωδίας, τριωδίας των καλλιτέρων αοιδών της Αμερικής και Αγγλίας, επίσης διαφόρους αγορεύσεις, οίον του Γλάδστωνος, Σαλισβούρη και άλλων μετά της μεγαλειτέρας ευκρινείας. Έτερον μέγα Γραμμόφωνον Edison με τεσσαράκοντα δίσκους θα μεταδίδει επίσης διάφορα τεμάχια μουσικά των καλλιτέρων μελοδραμάτων των διασημότερων μουσουργών του κόσμου, οίον Βάγκνερ, Γκουνώ, Βέρδη, Ροσσίνη, Μόζαρτ κλ. Επίσης διαφόρους κωμικάς ομιλίας και κωμικά άσματα εις χορόν.
Μέγα Πολύφωνον αυτόματον παράγον μελωδικάς αρμονίας θ’ αρχίζη να μεταδίδη τους γλυκείς ήχους του άμα ο βουλόμενος ρίψη ½ γρ. Χ. Εντός της επ’ αυτού προς τούτο ευρισκομένης οπής.
Επίσης δια του φιλάθλους θα υπάρχη σκοποβολή δια 5 αρίστων τουφεκίων πεπιεσμένου αέρος ( Air guns). Οι βουλόμενοι θα πληρώνωσι 1/4 γ.χ. δι εκάστην σφαίραν.
Εν τω καταστήματι θα υπάρχη και μέγα γαλλικόν μπιλιάρδον Durand.
Κολακεύομαι να αναφέρω υμίν ότι το Κατάστημα μου θα είναι μοναδικόν εν Κύπρω εις το είδος του και ιδίως συνιστάται δια τας οικογενείας αίτινες θα ευρίσκωσι περιποίησιν και τέρψιν.
Αι τιμαί των ποτών, γλυκισμάτων, αναψυκτικών και λοιπών αι συνήθεις.
Δεν αμφιβάλλομεν ότι το σεβαστόν Κοινόν της Λεμεσού όπερ φημίζεται επί φιλομουσία, θέλει με τιμά εξακολουθητικώς δια της παρουσίας τους καθ’ όσον μάλιστα, ως προελέχθη δεν θα επιφορτίζηται με έξοδα περισσότερα των συνήθων και θα έχη την μεγίστην τέρψιν εκ της ακροάσεως τόσον μουσικών οργάνων.
Τα εγκαίνια του Καταστήματος μου θα τελεσθώσιν εν αυτώ μετά την θείαν λειτουργίαν την Κυριακήν της 22ας τρέχοντος , οπότε και θα προσφερθώσιν εις τους επισκέπτας διάφορα αναψυκτικά δωρεάν.
Κ.Ν.ΙΑΣΟΝΙΔΗΣ
Διευθυντής και Ιδιοκτήτης. Εν Λεμεσώ τη 12 Μαρτίου 1903.»
Έχουμε λοιπόν άδικο να μιλούμε για «πράματα και θάματα» και για «επανάσταση» στην ψυχαγωγία; Με τα δεδομένα της εποχής βέβαια…
Εκατόν και κάτι μόλις μόνο χρόνια πριν.

* Απόσπασμα από το ανέκδοτο βιβλίο μου "Παράθυρο στο χθες"

Ονούφριος Ιασονίδης του Ιωάννου 1846-1916*


Ο Ιασονίδης εγεννήθη εις την Λεμεσόν το 1846, ανήκων εις μία τα πρώτα φερόντων οικογενειών της Λεμεσού. Ο πατέρας του Ιωάννης Ιασονίδης, 1802-1865 εξέχων πολίτης της Λεμεσού, ήτο εκ των μεγαλεμπόρων της εποχής, ασχολείτο με το εξαγωγικό εμπόριο ιδίως κρασιών και κουμανταρίας, με διάφορες Ευρω¬παϊκές χώρες. Ο τελευταίος μάλιστα ήτο υιός του Ονούφριου Ιασονίδη ή Γιασίνογλου καρατομηθέντος μετά των άλλων προκρίτων ως και Αρχιερέων της Κύ-πρου κατά τον αιματηρό Ιούλιο του 1821, και της Χριστίνης εξαδέλφης του Εθνομάρτυρος Κυπριανού. Ήτο αυτουνού το μαρμάρινο γλυπτό ταφικό μνημείο, ένας υπέροχος αετός με ανοικτές τες φτερούγες, που εκοσμούσε άλλοτε τον περίβολο του ναού της Αγίας Νάπας, του γνωστού ως κοιμητηρίου των προυχό¬ντων της πόλεως. Φαντασθείτε ότι αυτό το αριστούργημα βρέθηκαν χέρια Αρχιερέως -όχι του νυν μητροπολίτου Λεμεσού- που το μετέφεραν εις την κατοικία του προς καλλωπισμόν! Όσον αφορά δε το επώνυμον Γιασίνογλου, δηλοί ότι δεν είναι κυπριακής προελεύσεως, απαντάτε κυρίως εις τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, ιδίως εις την Καππαδοκίαν και Πόντο. Μητέρα του Ιασονίδη ήτο η Ελένη 1819-1900 θυγατέρα της Μαρίνας Κωνσταντίνου Γεωργαλλή Πετσοπούλη ή Γεωργιάδη, η οποία ήτο αδελφή των μεγάλων αδελφών Θησέων, Κυπριανού, Νικολάου και Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου, που διεδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο και διεξήγαν αμέτρητους αγώνες προς όλες τις κατευθύνσεις διά την ελευθερίαν της σκλαβωμένης πατρίδος των Κύπρου. Οι Θησείς ήσαν από τον πατέρα τους, παπά Σάββα τον μετέπειτα Οικονόμον, ανεψιοί του Εθνομάρτυρος Κυπριανού. Η μητέρα του Ελένη ήτο η μονα-δική αδελφή του Γεωργίου Ακάμα 1818-1890. Ο Ονούφριος είχε δύο αδελφές: Την Ολυμπιάδα 1849-1932, σύζυγον του διαπρεπούς νομικού Θεοδώρου Μ. Περιστιάνη 1836-1891 και την Χριστίνην 1844-1900 σύζυγον του Ιωάννου Π.Π. Βοντιτσιάνου 1838-1919, προξενικού πράκτορος της Ρωσίας και Γερμανίας εις την Λεμεσόν όπου έζη. Πάντως, αξίζει να ειπωθεί πως με τους συγγενείς του ποτέ δεν διετήρει καλές σχέσεις. Απλώς τους αγνοούσε, τους ενθυμόταν μόνον κατά τη διεξαγωγή των συχνών δικαστικών αγώνων που είχε μαζί τους, επί περιουσιακών ζητημάτων.
Έχοντας ο Ιασονίδης αυτό το οικογενειακό υπόβαθρο, δεν μπορούσε παρά να τύχει και της αναλόγου επιμελούς μορφώσεως, πράγμα σπάνιο διά την εποχήν εκείνην και προνόμιον των ελαχίστων. Εσπούδασεν εις Αθήνας και Παρισίους φιλολογίαν και εις το Pembroke College της Οξφόρδης νομικάς και πολιτικάς επιστήμας. Προφανώς εις μία από τις πόλεις που έζησε τα φοιτητικά του χρόνια εκαλλιέργησε το έμφυτο ταλέντο που είχε της ζωγραφικής. Γιατί αργότερα είχε αξιώσεις ζωγράφου και μάλιστα καλού. Και διατί όχι, αφού ελάμβανε μέρος εις τις Ομαδικές Εκθέσεις του τότε «Παρνασσού».
Κατά την περίοδο που ήτο φοιτητής εις την Οξφόρδη, εχρησίμευσεν ως το διάμεσο της επικοινωνίας των Κυπρίων με την Αντιπολίτευση του Φιλελευθέρου Κόμματος του Γλάδστωνος. Ενώ ο ευρισκόμενος εις Λονδίνον Κύπριος Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Μυριανθεύς 1838-1898 πρωθιερεύς της εν Λονδίνο ελληνικής εκκλησίας του Σωτήρος μετά Αγίας Σοφίας, ηρνήθη λόγω διαφορετικού σκεπτικού ως προς τον καλύτερον τρόπον διά να επιτύχει η Κύπρος σημαντικές ελευθερίες, όταν οι αδιάλλακτοι προσεπάθησαν να τον εμπλέξουν. Έτσι ο Ιασονίδης επαρέμεινε ο μοναδικός πόλος επαφής με την Αγγλική αντιπολίτευση. Κατ' αυτόν τον τρόπον εγνώρισε από κοντά τους αριστείς της Αγγλικής πολιτικής, και κοινωνίας.
Ενεργοποιήθηκε εις αυτό τον ρόλο εκ μέρους της πρώτης ομάδος της Κυπριακής Αντιπολιτεύσεως, κατά τους πρώτους χρόνους της Αγγλικής κατοχής της Κύπρου, που απαρτιζόταν από τους αδιάλλακτους εθνικιστές: Μητροπολίτη Κιτίου Κυπριανό Οικονομίδη 1833-1886, τον ιδρυτή και εκδότη της εφ. «Αλήθεια», Αριστοτέλη Παλαιολόγο 1852-1915 και τον Σχολάρχη Ανδρέα Θεμιστοκλέους 1843-1918, ιδιαιτέρως από τους δύο πρώτους και με επιδοκιμασία του τρίτου. Οι εθνικιστές επίστευαν πως πολλές συνταγματικές ελευθερίες διά την Κύπρο θα ημπορούσαν να επιτύχουν, εάν εδραστηριοποιούσαν σωστά την Αντιπολίτευση της Αγγλίας, εφοδιάζοντας την με διάφορα γεγονότα και αριθμούς μέσω του Ιασονίδη. Σ' αυτό του τον ρόλον υπήρξε μοναδικός. Τους επροσκαλούσε και αυτοί με την σειρά τους τού το ανταπέδιδαν σε πρόγευμα κυρίως εις το ξενοδοχείο Ράντολφ της Οξφόρδης, το και σήμερον υπάρχον. Έτσι και οι δύο πλευρές ημπορούσαν να πάρουν περισσότερες πληροφορίες, από πρώτο χέρι.
Προσωπικά πιστεύω, κατόπιν ενδελεχούς μελέτης των επιστολών, όταν ο Ιασονίδης ηναγκάσθη με την φόραν των γεγονότων που πήραν να τις δημοσιεύσει. Οι επιστολές εδημοσιεύθηκαν εις 16 συνέχειες εις την εφ. «Εφημερίς του Λαού» 29) 11.9.1909 - 6) 19.2.1910-ότι ο ίδιος ο Ιασονίδης κατά τας διαφόρους αυτάς συναντήσεις προς επίδοσιν των επιστολών καθώς και επαφών που είχε μετά των σημαινόντων Άγγλων της Αντιπολιτεύσεως επετέλεσε τεράστιον έργον και ότι ο Συνταγματικός χάρτης ή ελευθερίες που επέτυχε η Κύπρος οφειλόταν κυρίως εις τας προσπάθειας και επαφάς που είχε. Οι Άγγλοι απεδείχθη εκ των πραγμάτων ότι τον εκτιμούσαν υπέρμετρα, πράγμα όχι και τόσο εύκολο όταν γνωρίζει κανείς τον αγγλικό τρόπο του σκέπτεσθαι.
Το πόσο ο Ιασονίδης εταυτίσθη με την αγγλική νοοτροπία ιδίως της ανωτέρας τάξεως, χαρακτηριστικό είναι το εξής γεγονός: Ενοικίασε τον Πύργο των Ναϊτών εις το Κολόσσι καθώς και την γύρω περιοχή που ανήκε εις Τούρκο πασά που διέμενεν εις την Αίγυπτον, διά κυνήγι αλεπούδων. Εστάλησαν προσκλήσεις προς τους επισήμους Άγγλους εν Αγγλία για να λάβουν μέρος εις το κυνήγι. Το κυνήγι όμως δεν έγινε ποτέ, διότι οι επίσημοι συνεχώς ανέβαλλον τον ερχομό τους εις την Κύπρο, προφανώς λόγω αποστάσεως και ελλείψεως τακτικών μέσων συγκοινωνίας. Σαν πραγματικοί ευπατρίδαι απλώς μετέθεταν την ημερομηνίαν, προς ευχαρίστησιν του Ιασονίδη.
Δυστυχώς διά τον Ιασονίδη, μια άλλη ομάδα διαφορετικά σκεπτόμενων Κυπρίων που εδιεκδικούσε να προσκομίσει δάφνες, επίστευε πως διά άλλης καλυτέρας οδού έπρεπε να αναζητήσει και επιτύχει η Κύπρος σημαντικές ελευθερίες, όπως ήταν η αποστολή Πρεσβείας εις το Λονδίνο το 1889 υπό τον Αρχιεπίσκοπον Σωφρόνιον Γ' 1825-1900 και με συμμετοχή των Θεοδώρου Μ. Περιστιάνη 1836-1891 (γαμβρού επ' αδελφή του Ιασονίδη), Πασχάλη Κωνσταντινίδη 1840-1937 και Αχιλλέως Λιασίδη 1850-1924. Επίστευαν ακράδαντα πως ό,τι επέτυχε η Κύπρος, δεν ήταν από τις προσπάθειες του Ιασονίδη, αλλά από τις ιδικές τους, δηλαδή της Πρεσβείας. Αδίκησαν πραγματικά τον Ιασονίδη, φάνηκαν ομολογουμένως μικρόψυχοι, πράγμα που τον επλήγωσε αφάνταστα. Πιστεύω πως η κατο¬πινή απέχθεια που ανέπτυξε προς τους ανθρώπους έχει εδώ τις ρίζες. Ήταν τρομερά ευαίσθητος. Ίσως ήτο κάτι που δεν διείδαν οι αντίπαλοι του. Έγινε από τότε αγρίμι.
Και τώρα μια άλλη εικόνα μετά την πρώτη μοιραία σύγκρουση του Ιασονίδη μετά της μερίδος των διαφορετικά σκεπτόμενων Κυπρίων, κυρίως του Δημάρχου Λευκωσίας Αχιλλέως Λιασίδη 1850-1924 και του εκφραστικού του οργάνου, της ιδικής του εφ. «Πατρίς». Θα προσπαθήσω να σας σκιαγραφήσω την εικόνα της τριωρόφου οικίας του Ιασονίδη με τη σιδερένια καγκελόπορτα, που οδηγού¬σε προς την πέτρινη εξωτερική σκάλα. Η είσοδος ήτο από την οδό Ελένης Παλαιολογίνας. Ο κάθε όροφος εσυγκοινωνούσε με την πέτρινη εξωτερική σκάλα που ετελείωνε εις τον τρίτο όροφο. Η περιγραφή γίνεται με βάση στοιχεία που μου παρεχώρησεν προ ετών ο μ. φίλος ιστοριοδίφης -ερευνητής Αντώνης Ιντιάνος 1899-1968. Εκεί εις τον τελευταίο όροφο εγκατέστησε το στούντιο μακρυά από τους ανθρώπους. Κατά καιρούς τον επισκεπτόταν ο ποιητής Γλαύκος Αλιθέρσης 1897-1965. Ο Αλιθέρσης εχρησίμευε κατά καιρούς ως μοντέλο του Ιασονίδη. Πολλές δε φορές Ιντιάνος-Αλιθέρσης μαζί επήγαιναν διά να δουν τον Ιασονίδη.
Εις το ισόγειον της τριωρόφου οικίας του, ο Ιασονίδης εγκατέστησε τυπογραφείον και λιθογραφείον, ενώ εις τον τελευταίον όροφον εγκατέστησε ένα τεράστιον τηλεσκόπιον διά να κάνει τις κοσμογονικές του παρατηρήσεις. Μετά τον θάνατον του το τηλεσκόπιον εδωρήθη εις το Ελληνικόν Γυμνάσιον Λεμεσού. Εκτός από το τηλεσκόπιον μετέφερε εκεί την πλουσιωτάτην βιβλιοθήκην του από σπάνιες παλαιές εκδόσεις, που και αυτές επωλήθησαν μετά τον θάνατον του ως χάρτης περιτυλίγματος των αποικιακών μαγαζιών. Εγκατέστηκε επίσης τις πολύτιμες συλλογές των πορσελάνων που ιδιαιτέρως αγαπούσε, ιδικών του ζωγραφικών πινάκων, όπως και ξένων ζωγράφων. Ιδιαίτερα τον ευχαριστούσε το πορ¬τραίτο από λάδι που του εφιλοτέχνησε ο Καλύμνιος ζωγράφος και καθηγητής εις την Ελληνική Σχολή Λεμεσού Μιχαήλ Κουφός το 1898 όταν ήταν Βουλευτής.
Το πορτραίτο μετά τον θάνατον του απωλέσθη. Ευτυχώς που ο Ιασονίδης επέτρεψε εις τον Ιντιάνο να το φωτογραφίσει όταν ευρίσκετο εν ζωή.
Μετέτρεψε την κατοικία του εις το κατεξοχήν φιλολογικό σαλόνι της Λεμεσού. Συχνότατα μέσω του Τύπου προσεκάλει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και τους απάγγελε ιδικάς του μεταφράσεις των σοννέτων του Σαίξπηρ και ποιήματα του Μπάυρον. Μιά άλλη προσφορά του εις την ιδιαιτέραν του πόλιν ήτο ότι εδίδαξε αμισθί την αγγλική εις την Ελληνική Σχολή Λεμεσού.
Το 1884 ο Ιασονίδης διορίζεται ως Έλλην μεταφραστής και διερμηνεύς του Νομοθετικού Συμβουλίου Κύπρου. Η αποδοχή όμως της θέσεως αυτής εστάθη η αιτία να ερμηνευθεί από τους παλαιούς του φίλους τους αδιάλλακτους εθνικιστές Αριστοτέλη Παλαιολόγο και Ανδρέα Θεμιστοκλέους ως αντεθνική ενέργεια, με αποτέλεσμα να χειροδικήσει εναντίον του πρώτου, όταν ο δεύτερος προσεπάθησε να υπερασπίσει τον Παλαιολόγο, ο Ιασονίδης εξήγαγεν ρεβόλβερ και επυροβόλησεν ανεπιτυχώς κατ' αυτών. Εν αναμονή της εκδικάσεως της υποθέσεως του αφέθη ελεύθερος επί εγγυήσει κατορθώσας όμως να αποδράσει εις την Ελλάδα.
Εις τας Αθήνας εγνωρίσθη με τους εκεί λογοτεχνικούς κύκλους, έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός ή της Μικράς Ακαδημίας όπως εθωρείτο τότε. Από του βήματος του Παρνασσού έδιδε διαλέξεις και απήγγελλε ποιήματα του. Έλαβε μέρος και εις την Α' Καλλιτεχνικήν Έκθεσιν εις τας αίθουσας του Συλλόγου τον Απρίλιον του 1885. Εις το «Χρονικόν του Παρνασσού» δίδεται μεταξύ άλλων η εξής χαρακτηριστική περιγραφή:
«Η Έκθεσις ενεκαινιάσθη εις το κατάστημα του Συλλόγου την 21η Απριλίου 1885, περιελήφθησαν δε εν αυτή έργα ζωγραφικής, γλυπτικής, ξυλογραφίας, χαλκογραφίας και σχεδιαγράμματα αρχιτεκτονικής. Από τον κατάλογον της εκθέσεως «τιμώμενον λεπτά 10» πληροφορύμεθα ότι μεταξύ των εκθετών ήσαν οι Νικόλαος Ξυδιάς, Γιαλλινάς, Ν. Βώκος, Γεώργιος Ροϊλός, Νικόλαος Γύζης, Αλεξ. Φιλαδελφέας, Β. Κοντόπουλος, Θ. Αντωνιάδης, Θ. Βελούδιος, Μαρία Αμοιραδάκη, Έφη Χατζηλαζάρου, Γ. Παπαγιάννης, Λαζ. Σώχος, Εμμ. Προσαλέντης, Ν. Σπανδωνής, Θ. Άννινος, Μαρία Σκούφου, Γ. Ρόδιος, Α. Σκόκος, Γ. Λεμπέσης, Νέστωρ Βαρβέρης, Ονούφριος Ιασονίδης και ο κατάλογος συνεχίζεται παραθέτοντας και άλλα ονόματα εκθετών».
Λόγου δε γενομένου περί της ζωγραφικής του Ιασονίδη, πιστεύω πως ζωγράφος ήταν. Εκείνο που ενοχλούσε ήταν η βραδύτης που εκινείτο αναφορικά με την εκτέλεσιν των έργων. Χαρακτηριστικός είναι και ο εξής διάλογος που έλαβε χωράν εις την οικίαν του Ιασονίδη. Η Εκκλησιαστική Επιτροπή του ιερού Ναού Αγίας Νάπας επαρήγγειλε εις τον Ιασονίδη να της ζωγραφίσει τον Εσταυρωμένον. Συνεχώς ερωτούσαν εάν το έργον ετελείωσεν. Επλησίαζαν τα εγκαίνια του Ναού και ο Εσταυρωμένος δεν ήτο έτοιμος. Απελπισμένη η Επιτροπή έστειλε τον ανεψιό του Κλέονα Περιστιάνη ίσως πείσει τον θείον του. Φυσικά ο Εσταυ¬ρωμένος δεν ήτο έτοιμος. Αγανακτισμένος τότε ο ανεψιός του ανεφώνησε. «Ο Ιησούς, θείε μου, υπέστη ολιγότερα εις τα χέρια των Εβραίων, από ό,τι έχει υποστεί εις τα χέρια σου». Ο Ιασονίδης προφανώς ενοχλημένος του απήντησε: «Φύγε, φύγε, φύγε». Ζωγραφικό του έργο, ένα μόνον δυστυχώς είδα, ένας πίνακας που απεικόνιζε δύο αγγέλους που ήτο εις την κατοχή του μ. φίλου μου δημοσιογράφου και εκδότου της εφ. «Παρατηρητής» Πάνου Φασουλιώτη 1894-1965. Διερωτώμαι τι να έγινε ο πίνακας αυτός μετά τον θάνατο του Φασουλιώτη;
Μετά από μακροχρόνιον παραμονή εις τις Αθήνες επιστρέφει τελικά ο Ιασονίδης εις την Κύπρον. Συλλαμβάνεται και δικάζεται. Το Δικαστήριον τον ευρίσκει ένοχον χωρίς να του επιβάλει ποινή, θεώρησαν ως ποινήν την μακράν του απουσίαν. Εξάλλου, η υπεράσπισις ισχυρίσθη ότι επυροβόλησε προς εκφοβισμόν και όχι με σκοπόν να βλάψει κανέναν. Προς ενίσχυσιν των λεγομένων εξήγαγε ο ίδιος ρεβόλβερ και έγραψεν επί του τοίχου της φυλακής το όνομα του! Ήτο δεξιοτέχνης εις την σκοποβολήν.
Εξελέγη Βουλευτής Λεμεσού-Πάφου 1896-1901. Κατά την διάρκειαν της βουλευτικής του θητείας υπήρξε πλήρως κατατοπισμένος επί των πάντων και ως συνήθως μαχητικός. Έκανε διάφορες εισηγήσεις, ιδίως διά την αναβάθμισιν της Παιδείας. Κατά την ίδιαν περίοδον εκατηγόρησε τον τότε πάρεδρον δικαστήν Κλεόβουλον Μιχαηλίδην ως δήθεν δωροδοκούμενον. Του κατεχώρησαν ποινικήν αγωγήν επί λιβέλλω, εν συνεχεία κατεδικάσθη εις ενός μηνός φυλάκισιν. Κατά την απαγγελίαν της καταδίκης ο Δικηγόρος του Στέμματος του απένειμε χάριν εκ μέρους του Μεγάλου Αρμοστού.
Αυτός ήτο εν ολίγοις ο ιδιόρρυθμος και απαιτητικός άνθρωπος Ιασονίδης, που πάντα ανέμενε από τους άλλους τουλάχιστον να διαθέτουν στοιχειώδεις τρόπους ευγενείας, διά να μπορεί να τους συναναστρέφεται. Διά να εμπιστευθεί κάποιον ότι ανήκε εις τα ιδικά του μέτρα ανατροφής τον εδοκίμαζε καλώντας τον εις γεύμα, αφού εφρόντιζε να σερβιριστεί ψαρόσουπα και μετά ψάρι. Ο Ιασονίδης επαρακολουθούσε και την τελευταία κίνησιν των δακτύλων του προσκεκλημένου. Τυχόν άγνοια των επιτραπέζιων κανόνων του έδιδε το δικαίωμα της αποστροφής του προσκεκλημένου εις το διηνεκές. Τον αποχαιρετούσε φιλοφρονητικά μέχρι την έξοδον, αλλά μελλοντικά πλήρης ήτο η περιφρόνησις. Κάποια φορά κάλεσε εις το σπίτι του έναν Υποπρόξενο Ευρωπαϊκής Δυνάμεως, που επιστεύετο ότι ήτο υπερφίαλος και επιφανειακός. Πάντως ό,τι και να μην επήγε καλά, αυτή ήτο η πρώτη και η τελευταία φορά που τον εκαλούσε. Ούτε του εξαναμίλησε. Αναφέρετο εις τον Λ.Π.
Τελευταίο άφησα σκοπίμως τον λόγιο Ιασονίδη, τον ποιητήν, τον μεταφραστήν. Υπήρξε στενός συνεργάτης των εφημερίδων Σάλπιγξ, Στασίνος, Εφημερίς του Λαού, καθώς επίσης των Ελλαδικών Ημερολογίων όπου εδημοσίευσε έργα του καθώς και εντύπων της Σμύρνης. Εσχολίασε μερικά βιβλία της Αινειάδος του Βιργιλίου, μετέφρασε σοννέτα του Σαίξπηρ ως και του Μπάυρον. Εξέδωσεν εις τη Λευκωσία την βραχύβιον εβδομαδιαίαν εφ. «Ελληνικός Χρόνος» το 1884, και εις την Λεμεσόν το μηνιαίον περιοδικόν Ελικών 1910-1011. Εξέδωσε τα έργα: Η Αρά της Αθηνάς και στροφαί προς μουσουργίαν (Λόρδου Βύρωνος, μετάφρασις), εν Αθήναις 1888 και η Μούσα η Νηρηΐς και η μαγεμένη Νήσος (ποιητική συλλογή), εν Λάρνακι 1893. Δείγμα της ποιήσεώς του είναι οι πρώτοι στίχοι από το ποίημα η Ηχώ: «Η Ηχώ είναι νύμφη εράσμια - μία/ των Ορεάδων -άδων/με την συστολήν -στολήν/Νάρκισσος την αγαπά ματαίως-τέως/ έδιδε δι' αυτήν τον παν- ο Παν».
Ένα άλλο ποίημα του: Επίκλησις
Παλληκάρια που φλόγας σκορπάτε
Και ανδρείαν και ρώμην πολλήν,
Με πτερά ελευθερίας πετάτε,
Και τυράννων κτυπάτε φυλήν.
Αν δουλείας σκιά σας σκιάζει
Αν το βάρος βαρβάρου ζυγού,
Ο μεγάλος Θεός σας προστάζει
Να τον θραύσητε όλοι ομού!
Η Πατρίς σας φωνάζει ω νέοι,
Με οδύνης εσχάτης κραυγήν
Πως αλύσεις φορεί και πως κλαίει,
Κι υποφέρει δουλείας ποινήν.
Τόσους χρόνους εις λάκκον θαμμένη
Και αλύσεων πόνων βορά,
Σκοτεινή, πελιδνή, μαραμένη
Την δουλείαν της κλαίει πικρά.
Την δουλείαν ην βάρβαροι χείρες
Επιβάλλουν με βίαν και πυρ,
Ότε δόξης δεν λάμπουν φωστήρες,
Ότε δόξης δεν καίει κρατήρ.
Τα τελευταία του χρόνια δεν έβγαινε συχνά έξω. Με δυσκολία επεριπατούσε, σεργιανίζοντας μόνος τα δειλινά εις τα ερημικά δρομάκια του Δημοσίου Κήπου της Λεμεσού. Κάποια ζεστή ημέρα του Αυγούστου του 1916 όταν η Λεμεσός είχε σχεδόν αδειάσει, με τους περισσοτέρους κατοίκους να λείπουν εις τα γύρω χωριά προς αλλαγήν αέρος, ο Ιασονίδης δεν εφάνηκε πουθενά. Έφυγε μόνος, μετέστη εις την άλλη ζωή. Όταν μετά δύο τρεις ημέρες η μυρωδιά άρχισε να γίνεται ανυπόφορη, ζήτησαν αμέσως ανθρώπους, διά να παραβιάσουν την πόρταν. Το τι αντίκρυσαν ήταν απίστευτο. Ένα παραμορφωμένο από τυμπανισμό σώμα εκεί¬το επί της κλίνης του. Η αναγνώρισις ήτο δύσκολος, αλλά ένα ήτο βέβαιον, ότι το νεκρό σώμα ανήκε εις τον Ιασονίδη.
Το μόνον που εμπόρεσαν να κάνουν υπό τας περιστάσεις εκείνη την στιγμή ήταν να ψάξουν εις την αυλή του σπιτιού εάν υπήρχαν μεγάλα κομμάτια ξύλου, εστάθηκαν τυχεροί βρήκαν κάτι απομεινάρια μιας ξύλινης ξεχασμένης μεγάλης κάσας του πιάνου, τα εσυναρμολόγησαν κάνοντας μ' αυτά ένα πρόχειρο φέρετρο και τον έθαψαν άρον άρον. Κανείς δεν ενδιαφέρθη να μάθει ποτέ περί του τάφου του, και ουδείς γνωρίζει πού τον έθαψαν. Και όχι μόνον δεν έφτανε ο χλευασμός όταν ευρίσκετο εις την ζωή αλλά απεφάσισαν και μετά θάνατον όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του, να τον αποχαιρετήσουν πάλι χλευάζοντας τον. Αρκεί κανείς να διαβάσει την νεκρολογία, αν είναι νεκρολογία της εφ. Αλήθεια. Διερωτάται κανείς γιατί η τόση χολή και χλευασμός εναντίον ενός ανθρώπου που έφυγε και δεν υπήρχε πια εις την ζωή δια να αμυνθεί και υπερασπίσει τον ευατόν του. Τουλάχιστον η εφ. Σάλπιγξ και αυτό προς τιμή της, εσεβάστηκε τον παλιό της συνεργάτη. Την ακολούθησε η εφ. Ελευθερία της Λευκωσίας.
Ο λόγος που εδέχθηκα την τιμητική σας πρόσκλησιν, δι' αυτό και σας ευχαριστώ θερμά, διά να σας ομιλήσω απόψε διά τον Ονούφριο Ιασονίδη, είναι γιατί επίστευα πως η πόλις όφειλε να κάνει κάτι δι' αυτόν. Ανέλαβα τον ρόλον της αποκαταστάσεως της μνήμης ενός ανθρώπου που επρόσφερε, και πραγματικά επρόσφερε εις την πόλιν. Δυστυχώς, πιστεύω πως αυτό που εφοβόταν, το έπαθε, υπήρξε θύμα της σιωπής των πολλών, δι' αυτό και εξεχάστηκε. Κατόπιν ερεύνης εις το Δημαρχείο διαπίστωσα ότι η Λεμεσός έδωσε εις ένα δρόμο της το όνομα του. Είναι υπέρ των αρχών της Λεμεσού που τον ετίμησαν. Ετίμησαν μ' αυτή τους την πράξη τους εαυτούς των. Και τότε εσκέφτηκα, αφού δρόμος υπάρχει, τότε ας θεωρηθεί η αποψινή μου ταπεινή ομιλία, ως ένα ευλαβικό μνημόσυνον διά έναν ξεχωριστό αλλά δυστυχώς ξεχασμένον συμπολίτην μας.

*Του ιστορικού ερευνήτη Αριστείδη Κουδουνάρη. Δημοσιεύθηκε στον όγδοο τόμο της Επετηρίδας της Κυπριακής Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών.

Πέμπτη 8 Απριλίου 2010

“Μπαμ ηκούσθη στον αέρα…”

Ένα πολύ παλαιό καθαρευουσιάνικο τραγουδάκι έλεγε:

Μπαμ ηκούσθη στον αέρα

πλην τα βόλια πήγαν πέρα

και το ζώον το καημένον

ετινάχθη τρομαγμένον.

Όμως τα δύο περιστατικά στα οποία θα γίνει αναφορά στη συνέχεια δεν αφορούσαν σε κυνήγι ζώου, αλλά σε πυροβολισμούς εναντίον ανθρώπινων στόχων. Μόνο κοινό σημείο τους με το στιχούργημα: η (σχετική) αστοχία της βολής και (φυσικά) ο τρόμος που προκάλεσαν στο ίδιο τον στόχο.

Ο λεμεσιανός συγγραφέας Ονούφριος Ι. Ιασονίδης (1846-1916), με σπουδές στο Παρίσι και την Οξφόρδη, έμεινε γνωστός για την εκκεντρικότητά του, η οποία μερικές φορές εκδηλωνόταν με βίαιο τρόπο. Το 1884 διορίστηκε μεταφραστής του Νομοθετικού Συμβουλίου και για τούτο επικρίθηκε από εθνικιστικούς παράγοντες, ανάμεσα στους οποίους και ο Αριστοτέλης Κ. Παλαιολόγος, εκδότης της εφημερίδας Αλήθεια. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς, η συνάντηση με τον επικριτή του, κατά τη διάρκεια περιπάτου, είχε απρόβλεπτες συνέπειες. Το επεισόδιο, όπως περιγράφεται σε εφημερίδα της εποχής:

“Τρομερά και αποτρόπαιος είδησις συνετάραξε την χθες Τρίτην εσπέρας την πόλιν μας σύσσωμον. Ο κ. Ονούφριος Ι. Ιασονίδης συναντηθείς μετά του κ. Α. Κ. Παλαιολόγου εις τον περίπατον εντός της πόλεως εκτύπησεν αυτόν δια της ράβδου του, επειδή δε οι μετά του κ. Παλαιολόγου, εν οις και ο κ. Ανδρέας Θεμιστοκλέους, ηθέλησαν να υπερασπίσωσι τον κ. Παλαιολόγον (καθ’ α εμάθομεν) ο κ. Ονούφριος εξαγαγών ρεβόλβερ επυροβόλησε τρις κατ’ αυτών• ευτυχώς όμως ουδένα επέτυχον αι σφαίραι. Μετά ταύτα περιεκυκλώθη η οικία του κ. Ονουφρίου, υπό απείρου πλήθους καταβοώντος εναντίον τούτου, εξήτασεν ο Δικαστής κ. Μίδλετον, κατοικών εις την αυτήν οικίαν, την υπόθεσιν, εξεδόθη ένταλμα συλλήψεως, τον συνέλαβον και τον ωδήγησαν αυθωρεί εις την φυλακήν συρίζοντος κατ’ αυτού του πλήθους και φωνούντος “γιούχα”. Λυπούμεθα ειλικρινώς τον κ. Ονούφριον, τον ευκόλως καταφεύγοντα εις τοιαύτα μέσα προς εκδίκησιν κατά των μη συμφωνούντων ταις ιδέαις του, μέσα παν άλλο ή τιμήν περιποιούντα αυτώ. Πόσας χήρας και πόσα ορφανά θα εβλέπομεν σήμερον κλαίοντα εάν αι σφαίραι επετύγχανον. Περιμένομεν τέλος πάντων την εκδίκασιν της υποθέσεως. Σήμερον δε απεφυλακίσθη κατόπιν εγγυήσεως”.

Ο Ιασονίδης αποφυλακίστηκε με εγγύηση, αλλά πριν από τη δίκη του κατέφυγε στην Αθήνα, όπου παρέμεινε έως το 1890. Όταν επέστρεψε αντιμετώπισε ξανά τον νόμο, τελικώς όμως αθωώθηκε επειδή το δικαστήριο έλαβε υπ’ όψιν τη μακρά απουσία του και τις διαβεβαιώσεις του ότι οι πυροβολισμοί ήταν μονάχα για εκφοβισμό (ο ίδιος εθεωρείτο καλός σκοπευτής).

Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα ένα άλλο επεισόδιο πυροβολισμών από γνωστή προσωπικότητα του τόπου, ήλθε να ταράξει τα νερά, στη Λευκωσία αυτή τη φορά.

Ο πελοποννήσιος Νικόλαος Καταλάνος (1855-1933), δημοσιογράφος, εκπαιδευτικός και συντηρικών αρχών πολιτευτής ανήκε στην ομάδα των “Κιτιακών” (δηλαδή των υποστηρικτών της υποψηφιότητας του Μητροπολίτη Κιτίου Κύριλλου, για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο). Τον Οκτώβριο του 1909, ο Καταλάνος συναντήθηκε “εντός του δάσους παρά την πλατείαν Χατζησάββα” της Λευκωσίας με ομάδα μαθητών που ανήκαν στο “Κυρηνειακό Γυμνάσιο” της Λευκωσίας (δηλ. σε κύκλους που υποστήριζαν την υποψηφιότητα του Μητροπολίτη Κυρηνειας Κύριλλου, για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο). Τα έντονα πάθη της εποχής οδηγούσαν σε μεγάλες ακρότητες. Ο Καταλάνος και οι νεαροί μαθητές ήλθαν σε σφοδρή αντιπαράθεση και ο Καταλάνος, αμυνόμενος, τους πυροβόλησε, τραυματίζοντας ένα εις το γόνατο. Κατηγορήθηκε για απόπειρα φόνου, καταδικάστηκε όμως, μονάχα για πρόκληση τραυματισμού, σε εξάμηνη φυλάκιση και πληρωμή όλων των εξόδων της δίκης.

Ο Καταλάνος, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής του στην Κύπρο παρουσίασε μεγάλη πολιτική και κοινωνική δραστηριότητα και πολλές φορές ήλθε σε έντονη ρήξη με αντίπαλες προσωπικότητες ή ομάδες. Το 1921 απελάθηκε από την Κύπρο και πέθανε στην Αθήνα.

Από την πολύ ενδιαφερουσα ιστοσελίδα του Φοίβου Σταυρίδη Η ΑΛΛΗ ΚΥΠΡΟΣ http://allikypros.wordpress.com/
Σημείωση: Για τον σημαντικό διανοούμενο, πολιτικό και ποιητή της Λεμεσού Ονούφριο Ιασωνίδη θα επανέλθουμε σύντομα με εκτενή κείμενα διάφορων μελετητών της ιστορίας της πόλης.