Μέρος πρώτο
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Δεν προλάβανε καλά-καλά να συνέλθουμε από τα ξενύχτια των γιορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς και οι λεμεσιανοί προετοιμάζονται πυρετωδώς για την ..."εθνική τους γιορτή", το γνωστό και έξω από τα όρια της Κύπρου, λεμεσιανό καρναβάλι.
Ας κάνουμε λοιπόν μια ιστορική ψηλάφηση του κοινωνικού αυτού φαινομένου που μόνη απ' όλες ης πόλεις της Κύπρου η Λεμεσός καθιέρωσε μέσα από τους αιώνες.
Στη σύγχρονη ιστορία του αμέσως μετά την τουρκοκρατία, γνώρισε "μέρες δόξας λαμπρές" παίρνοντας τη μορφή μίας παλλαϊκής γιορτής. Όλος ο κόσμος της Λεμεσού μα και των άλλων πόλεων επίσης, που έρχονταν για να πάρουν μέρος στους γιορτασμούς, σαν μια κοινωνική τάξη χωρίς ταξικές διακρίσεις γιόρταζε και γλεντούσε σε κοινούς χώρους και χορούς...
Ήταν οι μέρες που έσβηνε κάθε κοινωνική και οικονομική διάκριση. Η γιορτή έπαιρνε μορφή λαϊκού πανηγυριού. Στις εκδηλώσεις διασκέδαζαν μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί. Και στη μεγάλη παρέλαση της τελευταίας Κυριακής συμμετείχαν με άρματα όλοι μέχρι και η ... Αστυνομία της πόλης, με δικό της άρμα και με μασκαρεμένους αστυνόμους, υπαστυνόμους, λοχίες, "ομπάσιηδες" και απλούς αστυνομικούς! Και κέρδιζαν και βραβεία.
Όμως το λεμεσιανό καρναβάλι υπήρξε απλώς μια απλή ψυχαγωγική εκδήλωση; Ένα απλό «παναΰρι» γλεντιού και ξεφαντώματος για να ξεφεύγει ο κόσμος από τη ρουτίνα ή ακόμα και από τις δύσκολες μέρες που περνούσε σε φτώχεια και κακουχίες;
Κι όμως. Το λεμεσιανό καρναβάλι στο βάθος της ιστορίας του δεν υπηρξε απλώς ένα ψυχαγωγικό “πανηγύρι” αλλά ένα γεγονός ιστορικά, κοινωνικά, πολιτισμικά, καλλιτεχνικά, οικονομικά, ακόμα και πολιτικά και εθνικά ένα πολυσήμαντο πολυδιάστατο γεγονός με πολύπλευρες διαστάσεις και ενδιαφέρον.
Οι ρίζες του στα βάθη των αιώνων μέχρι την αρχαιότητα
Αν οι ρίζες του σύγχρονου λεμεσιανού καρναβαλιού χάνονται μέσα στις δεκαετίες οι ρίζες και οι πηγές του, βρίσκονται σίγουρα μέσα στα βάθη των αιώνων μέχρι την αρχαιότητα.
Η Λεμεσός, νεότερη εξέλιξη της Παλιάς Λεμεσού δηλαδή της Αμαθούντας, διατήρησε κάποια κατάλοιπα αρχαίων τελετών και εορτών που εγίνοντο εκεί ,όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, αφιερωμένα στους αρχαίους Θεούς όπως ήταν τα Κρόνια, προς τιμήν του πατέρα των Θεών τον Κρόνο, τα Διονύσια προς τιμήν του Διόνυσου και τα Αδώνια προς τιμήν του Ημίθεου εραστή της Αφροδίτης «υπέρκαλλου Θεού» Άδωνη, στα οποία μικροί και μεγάλοι λάμβαναν μέρος μεταμφιεζόμενοι.
Στην Αμαθούντα τα Αφροδίσια λέγονταν «Κάρπωσις». Κατά την τέλεση της θυσίας προς τη θεά κάποιος από τους νέους, ξαπλωμένος σε μια κλίνη, δίπλα στον τάφο της Αφροδίτης - Αριάδνης, έβγαζε κραυγές και έκανε όπως οι γυναίκες οι οποίες διέρχονται τις στιγμές των πόνων του τοκετού αναπαριστώντας τη γέννηση του καρπού του έρωτά της με τον ημίθεο ήρωα Θησέα. Άλλοι άνδρες, ντυμένοι κι αυτοί γυναικεία που εκπροσωπούσαν τις γυναίκες της Αμαθούντας, προσπαθούσαν να της συμπαρασταθούν με επιφωνήματα και φωνές και να της δώσουν κουράγιο.
Μία ένδειξη της διασύνδεσης της αρχαιότητας με το λεμεσιανό καρναβάλι είναι η εξής:
Στις καρναβαλίστικες εκδηλώσεις και παρελάσεις των τελευταίων χρόνων του 19ου και των αρχών του 20ου μια συνήθης καρναβαλίστικη παρουσία ήταν η αναπαράσταση μίας εγκύου γυναίκας που μέσα από λυγμούς και γοερές κραυγές και με τη συνοδεία και συμπαράσταση άλλων γυναικών όλοι άνδρες μεταμφιεσμένοι σε γυναίκες, προσπαθούσε να ξεγεννήσει. Το επαναλαμβανόμενο αυτό καρναβαλίστικο θέαμα έκανε συχνά τους λεμεσιανούς αλλά και τον ντόπιο τύπο να αγανακτεί για το «αηδές αυτό θέαμα».
Μια χρονιά, το 1908, ήρθε στο λεμεσιανό καρναβάλι προερχόμενος από τη Λευκωσία ο γυμνασιάρχης του Παγκυπρίου Γυμνασίου και μετέπειτα καθηγητής του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών, φιλόλογος-ιστορικός, Μιχαήλ Βολονάκης. Όταν αντιλήφθηκε την απέχθεια και τις διαμαρτυρίες αυτές εξήγησε στους λεμεσιανούς πόσο σημαντική από ιστορικής πλευράς ήταν η φαινομενικά απλοϊκή αυτή αναπαράσταση, τους λέει:
«Το θέαμα που βλέπετε έχει ιστορική σημασία και το παρακολουθώ με έκπληξη και σεβασμό. Απ’ αυτό φαίνεται κατά μέγα μέρος πως εκπηγάζει το έθιμο των καρναβαλιών στην πόλιν σας. Να σας εξηγήσω: Όταν ο μυθικός ήρωας Θησέας, (άρχισε να διηγείται), επέστρεφε θριαμβευτής από την Κρήτη, πούχε σκοτώσει τον Μινώταυρο, παρασύρθηκε το πλοίο που τον μετέφερνε στην Αθήνα από τους αντίθετους ανέμους και το ανάγκασε να προσορμισθεί στον λιμένα της Αμαθούντος. Δεν ήταν όμως μονάχος. Μαζί του μετέφερνε και την κόρη του βασιλιά Μίνωα, την βασιλοπούλα Αριάδνην που τον ερωτεύτηκε, τον βοήθησεν να βγει από τον Λαβύρινθο και τον ακολούθησε στην επιστροφή του. Αφού παρέμεινε για λίγες μέρες στο παλάτι του τότε βασιλιά της παλιάς Λεμεσού, ώσπου ο καιρός το επέτρεψε να συνεχίση το ταξείδι του, μια μέρα τώσκασε κρυφά κ’ εγκατέλειψε την Αριάδνη στην φιλόξενη Αμαθούντα. Η βασιλοπούλα ήταν έγκυος από τον Θησέα και όταν μετά λίγες μέρες την έπιασαν οι πόνοι της γέννας, οι αξιωματικοί της Αυλής και οι γυναίκες τους, θεώρησαν σωστό, χάριν της αξιοπρέπειας και τού γοήτρου της ξένης πριγκίπισσας και από συμπάθειαν προς την εγκαταληφθείσαν, να μαζευτούν στο δωμάτιο της επιτόκου και όλες μαζί να μιμούνται τες κινήσεις, τες κραυγές και εκφωνήματά της. Η απομίμηση αυτή ήταν ένας από λεπτότητα τρόπος μειώσεως του γεγονότος των επίπονων στιγμών της υψηλής πασχούσης.
Την επέτειον του πριγκιπικού αυτού τοκετού, οι Αμαθούσιοι γιόρταζαν κάθε χρόνον μέ σέ μεταμφίεσι αναπαράστασι της σκηνής κοιλοπονήματος της Αριάδνης. Το έθιμο αυτό συνεχίστηκε φαίνεται για πολλούς αιώνες, μεταφέρθηκε δε και υιοθετήθηκε κατόπιν από τους μετοικίσαντες εις Νέαν Λεμεσόν Αμαθουσίους και παρέμεινε εις τους γιορτασμούς των σημερινών Καρναβαλιών και ως προς την προηγουμένως περιγραφείσαν αντιαισθητικήν του εμφάνισιν.»
Η ερμηνεία αυτή έκανε τους λεμεσιανούς να εκτιμήσουν το αρχαιοπρεπές αυτό έθιμο και να πάψουν πλέον να θεωρούν την καρναβαλίστικη αυτή αναπαράσταση ως «αηδές θέαμα» ως την πιο τρανή ιστορική απόδειξη της διασύνδεσης της αρχαιότητας με τη σύγχρονη παράδοση άρα και τις βαθιές ρίζες και πηγές του καρναβαλιού τους. Ίσως μάλιστα αυτό να θεωρείται και ως απόδειξη ότι το λεμεσιανό καρναβάλι είναι το αρχαιότερο του κόσμου!
Δύο μαρτυρίες για τις σήκωσες και τα καρναβάλια στον Μεσαίωνα και την Φραγκοκρατία-Βενετοκρατία.
Παρά την παντελή σχεδόν έλλειψη πληροφοριών αναφορικά με το έθιμο του καρναβαλιού στους αιώνες που ακολούθησαν και κυρίως με την επικράτηση της χριστιανικής θρησκείας κατά την βυζαντινή περίοδο και των αυστηρών ηθικών νόμων και κανόνων που τον ακλούθησαν εντούτοις κάποιες έμμεσες -και αμυδρές έστω -πληροφορίες μας κάνουν να συμπεραίνουμε την ύπαρξη, του κυρίως στις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας:
Η πρώτη μας έρχεται από τον Άγιο Νεόφυτο τον Έγκλειστο που σε ένα από τα σημαντικά ιστορικά του κείμενα-χρονικά έψεγε του κυπρίους για το ειδωλολατρικό ξενόφερτο έθιμο «του κοψίματος της Μούττης της Σαρακοστής» και τους κακίζει για ξενόφερτα έθιμα. Το έθιμο αυτό προήλθε από την συνήθεια των δυτικών να κόβουν την επόμενη των αποκριών τις τεράστιες ψεύτικες μύτες από τις καρναλίστικες μάσκες τους σαν μια συμβολική κίνηση εξαγνισμού από την κραιπάλη του καρναβαλιού και επαναφοράς τους στον έντιμο βίο.
Η δεύτερη μας έρχεται από τον Κριστόφορι Φύρερ από τη Νυρεμβέργη που επισκέφθηκε την Κύπρο από 29 Μαρτίου μέχρι 7 Μαΐου 1566, κατά τη διάρκεια ταξιδιού του προς τους Αγίους Τόπους. Οι εντυπώσεις του δημοσιεύτηκαν στη Νυρεμβέργη το 1621 στα Λατινικά και το 1646 στα Γερμανικά
Οι ευγενείς της Κύπρου λέει, επιδίδονται στη διασκέδαση, το κυνήγι και την ιερακοτροφία. Ορισμένες μέρες του χρόνου, κυρίως τις μέρες του Καρνάβαλου, οργανώνουν λαμπρές γιορτές με παιγνίδια και χορούς.
Περιγράφει επίσης μια λαϊκή στάση που έγινε το1566 που από σιτοδεία εκείνη τη χρονιά ο λαός υπέφερε από πεινά και έλλειψη ψωμιού ενώ οι Ενετοί μετάφεραν όλο το σιτάρι της Κύπρου στη Βενετία.
Ένα βράδυ λοιπόν που οι βενετσιάνοι άρχοντες κλεισμένοι στο παλάτι του προνοητή ( διοικητή) Μαρκαντώνιου Βραγαδίν γιόρταζαν αμέριμνοι το καρναβάλι απέξω μαζεύονται δυό χιλιάδες πεινασμένοι και αρχίζουν να τους πετροβολούν κραυγάζοντας «ελάτε ούλλοι σας να σκοτώσουμε τους Φράγκους και να πιάσουμε τες γενέτζιες τους» Με αποτέλεσμα μάλιστα από τον τρόμο του ο Βραγαδίν να υποστεί καρδιακή προσβολή.
Οι Βενετσιάνοι στήνουν στη συνέχεια λαϊκά δικαστήρια και καρατομούν δημοσίως ένα παπά και δυο πολίτες.
Τουρκοκρατία και Αγγλοκρατία
Από αφηγήσεις γερόντων στις αρχές του 20ου αιώνα και από άλλα ντοκουμέντα της τουρκοκρατίας και των πρώτων χρόνων της αγγλικής κατοχής φαίνεται πως οι Αποκριές εγιορτάζοντο από τότε με μεταμφιέσεις και μασκαράτες. Την εποχή εκείνη όμως, πιο πολύ σε σπίτια και συλλόγους με χοροεσπερίδες και δεξιώσεις παρά με παρελάσεις και άλλες εκδηλώσεις στους δρόμους.
Η εφημερίδα της Λεμεσού "Αλήθεια" που πρωτοκυκλοφόρησε το 1880 γράφει σχετικά στις 23 Φεβρουαρίου 1889: "Ο δοθείς ψες υπέρ των σχολείων και πτωχών χορός εν τη οικία του κου Μ. Ρωσσίδου υπό την προστασία των αξιοτίμων κυρίων Χατζηπαύλου, Ρωσσίδου, Θεμιστοκλέους και Γκάλεπ επέτυχε πληρέστατα. Το χορό ετίμησεν και ο Διοικητής κ. Μίτσελ μετά της κυρίας του. Το εισπραχθησόμενον ποσό ελπίζεται να υπερβεί τας σαράντα λίρας. Άξιοι πάντως τυγχάνουσιν και αι σχούσαι την πρωτοβουλίαν κυρίαι και οι εργασθέντες προς επιτυχίαν του χορού". Μια βδομάδα αργότερα, στην ίδια εφημερίδα διαβάζουμε οτι: "Η νεολαία ημών έδωκε ψες εν τη οικία του κου Π. Παπαδάκη λίαν φιλοκάλως διασκευασθήσι, λαμπρόν χορόν επιτυχώντα πληρέστατα. Τας τιμάς εποιείτο η αξιότιμος κυρία Γ. Κακαθύμη".
"Λίαν φιλοκάλως διασκευασθήσι" λοιπόν σημαίνει κατά τη γνώμη μας μια καρναβαλίστικη διακόσμηση συνάδουσα με τους γιορτασμούς της αποκριάς που συμπίπτουν τις ίδιες μέρες που πραγματοποιείται ο χορός.
Το πρώτο Κομιτάτο του Καρναβαλιού
Το1898 σχηματίστηκε από ιδιώτες το πρώτο κομιτάτο, που απεφάσισε να βραβεύσει τον καλύτερο 'μασκαρά με το ποσό των 20 χρυσών φράγκων.
Η "Αλήθεια" της 18ης Φεβρ.1898 γράφει: «Το επί των μεταμφιεσμένων κομιτάτο βράβευσε τον κύριο Γιάγκο Λανίτη παραστήσαντα επιτυχέστατα το Διογένη με το φανάρι του. Αλλά και τινες των ηθοποιών παρέστησαν με πολύ γούστο, την Κυβέρνηση και τον δυστυχή λαό. Υπήρξαν δε οι φρονούντες, σ' αυτούς μάλλον θα έπρεπε να δοθεί το βραβείο". Τη χρονιά λοιπόν αυτή μπορεί να θεωρηθεί πως έγινε η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια διοργάνωσης των λεμεσιανών καρναβαλιών. Και από την πρώτη εκείνη χρονιά οι λεμεσιανοί δράττονται της ευκαιρίας να στείλουν τα πολιτικά τους μηνύματα για την βρετανική κακοδιοίκηση παρά τις υποσχέσεις της βασίλισσας που με το πρώτο διάγγελμα της προς τους κυπρίους όταν οι Βρετανοί πατούσαν το πόδι τους στην Κύπρο έλεγε ανάμεσα σε άλλα πως: «Η Μεγαλειοτάτη Βασίλισσα Βικτώρια επιθυμεί να κάμει γνωστόν εις όλους τους κατοίκους της Κύπρου ότι καταλαμβάνει την Νήσον και ότι σκοπός της είναι να κάμει τους κατοίκους της Κύπρου πρότυπον καλής και αμερόληπτου διοικήσεως ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας και Παράδεισο της Ανατολής».
Τα ιστορικο-κοιωνικο-πολιτικά δηλαδή "δρώμενα" της εποχής αναπόφευκτα επιδρούσαν λοιπόν και πάνω στα καρναβάλια.
Την επόμενη χρονιά 1899, με το κλείσιμο του 19ου αιώνα, ο λαός της Λεμεσού περνά δύσκολες μέρες εξουθενωμένος ηθικά και υλικά από την φτώχεια και τις κακουχίες. Ούτε κομιτάτο, ούτε παρελάσεις, ούτε κέφι για καρναβάλι από τους Λεμεσιανούς.
Γιατί όπως γράφει και η "Αλήθεια" της l8ης Φεβρουαρίου 1899: "Εισερχόμεθα από σήμερον εις το Καρναβάλι. Ουδεμία πλην κίνησι μέχρι τούδε, ούτε ζωηρότης μαρτυρεί τούτο. Άνευ δε του ημερολογίου δεν θα ημπορούσε κανείς να εννοήσει ότι ευρισκόμεθα εις το Καρναβάλι, τας φαιδράς δηλαδή καλάς ημέρας κατά τας οποίας και ο σοβαρότερος ξεχνά προς στιγμή τη σοβαρότητα του και ρίπτεται ακράτητος εις την τρελλήν χαράν της τρελλής αποκριάς. Είναι και τούτο μια ακόμη απόδειξις της οικτράς μας καταστάσεως. Ο κόσμος καταβεβλημένος ηθικώς και υλικώς δεν έχει όρεξιν ούτε για γέλια, ούτε για μασκαράτες".
Την επόμενη χρονιά όμως στην "Αλήθεια", με ημερομηνία 15 Φεβρουαρίου 1900 διαβάζουμε ότι: "Οι αποκριές και ιδία η τελευταία Κυριακή διήλθαν εφέτος εν εκτάκτω ευθυμία και ζωηρότητι. Τα κομφετί άτινα εισήχθησαν οριστικώς και ενταύθα, έστρωνον τον προ των καφενείων και των λεσχών δρόμον και μανιώδης πόλεμος από άνθη, φασόλια και κομφετί διεξήγετο. Κίνησις έκτακτος επεκράτη, αρκεταί δε μασκαράται. Μία τούτων εντός αμάξης, παριστώσα την κάθοδον του Πρίγκηπος εις Κρήτην, ήρεσε πολύ και εχειροκροτήθη". Να λοιπόν και πάλιν που το καρναβάλι δίδει στους λεμεσιανούς την αφορμή και την ευκαιρία να στείλουν στους βρετανούς τα εθνικά , αλυτρωτικά τους μηνύματα με αφορμή του γεγονότος της καθόδου το 1898 του πρίγκιπα Γεώργιου της Ελλάδας στην Κρήτη και της κήρυξης της αυτονομίας της με την υποστήριξη των τριών Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής.
Το λεμεσιανό καρναβάλι και στις πολιτικοκοινωνικές διαμάχες των λεμεσιανών
Ένα σημαντικό γεγονός πρωτοεμφανίζεται στα καρναβάλια του 1929 :διοργανώνονται για πρώτη φορά στην Κύπρο , στη Λεμεσό τα πρώτα καλλιστεία με εκλογή της «Βασίλισσας της Ομορφιάς».
Για το εξαιρετικά ριζοσπαστικό για την εποχή εκείνη γεγονός, η εφημερίδα «Χρόνος» της 15ης Μαρτίου 1929 γράφει κάτω από τον τίτλο «ΧΟΡΟΙ»
«Το εσπέρας του παρελθόντος Σαββάτου εδόθη εις την αίθουσα του Α' Παρθεναγωγείου, ο υπέρ του μαθητικού συσσιτίου προαγγελθείς χορός, όστις από απόψεως συρροής κόσμου εστέφθη υπό επιτυχίας, αι δε εισπράξεις ανήλθον εις λίρας περίπου 65. Κατ' αυτόν έλαβεν χώραν και ο διαγωνισμός καλλονής όστις είτε λόγω των οργανωτών του, είτε λόγω αυτής της φύσεως του διαγωνισμού έλαβε μάλλον αστείαν μορφήν και διασκέδασε τους παρευρεθέντας. Χάριν ενημερότητος, αναγράφουμεν ότι εξελέγη ως «Μις Λεμεσός» η δεσποινίς Μάρθα Περδίου, μια σεμνοτάτη και ντροπαλή διδασκάλισσα, τύπος γλυκειάς και συμπαθούς μελαχροινής κόρης. Εις την δεσποινίδα Περδίου εδόθη το στέμμα ομού με πληθώραν δώρων. Δώρα εδόθησαν επίσης και εις άλλας εξ δεσποινίδας αίτινες ευρέθησαν υπό της επιτροπής εξ ίσου ωραίαι. Η αστειότης όμως του διαγωνισμού έλαβε εις το τέλος τραγικήν όλως φάσιν όταν ο συνάδελφος κ. Μ.Δ. Φραγκούδης, ανελθών επί του καθίσματος εξεφώνησε τον πανηγυρικόν της ομορφιάς, τον οποίον ειρήσθω παρεσκεύασεν εκ προμελέτης και από χειρογράφου ανέγνωσεν εν είδει πολιτικής ομιλίας, προσαγορεύων την «βασίλισσαν». Δικαίως τότε είς παρευρισκόμενος παρετήρησε ότι o ενθουσιασμός του κ. Φραγκούδη ήτο πλήρως δικαιολογημένος διότι πέτυχε επιτέλους να επαναφέρει την βασιλείαν και να προσφωνήση μίαν «βασίλισσαν» έστω και της καλλονής»…
Ο συντάκτης της είδησης αυτής, που δεν πρέπει να είναι άλλος από τον εκδότη του «Χρόνου» Δ. Δημητριάδη «Ντόριαν" βρίσκει την ευκαιρία να ειρωνευθεί τον Φραγκούδη, εκδότη της αντίπαλης του «Αλήθειας» για τα φιλοβασιλικά του αισθήματα.
'Όπως είναι γνωστόν από το 1915 οι Λεμεσιανοί χωρίστηκαν (ακολουθώντας τον Πανεθνικό Διχασμό...) σε «βασιλικούς» και «βενιζελικούς». Οι φιλοβασιλικοί αποτελούσαν βεβαίως την πλειοψηφία και ανάμεσα τους προεξέχουν: ο μεγάλος δάσκαλος Ανδρέας Θεμιστοκλέους o Σπύρος Αραούζος, ο Ευγένιος Ζήνων και ο εκδότης της «Αλήθειας» Μ.Δ. Φραγκούδης. Στην αντίπαλη φιλοβενιζελική παράταξη βρίσκουμε ανάμεσα σ' άλλους το «λευκό πολιτευτή» Γιάννη Κυριακίδη και τον γνωστό πολιτευτή της εποχής Ν. Κλ. Λανίτη.
Θα μείνουμε όμως μέχρι εδώ για να συνεχίσουνε στο επόμενο και να δούμε και άλλες πτυχές και άγνωστα γεγονότα αναφορικά με το λεμεσιανό Καρναβάλι και τον ρόλο που έπαιζε στη ζωή των λεμεσιανών.