Ας δούμε όμως πρώτα το κείμενο κάτω από τον τίτλο,
«ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ»:
«Από πέντε και πλέον μήνες κατοικούν εδώ κοντά μας, απάνω εις το στρατόπεδο των Πολεμιδιών, μερικά από τα θύματα των τελευταίων αποτελεσμάτων του πανευρωπαϊκού πολέμου, μερικά φύλλα πεσμένα στον άνεμο.
Αυτοί οι άνθρωποι είνε Ρώσσοι, έχουν κάπου μια πατρίδα, κάποτε ανέπνευσαν τον ωραίον άνεμον της ελευθερίας και ησθάνθησαν μέσα εις την ψυχήν των τας απολαύσεις της ζωής.
Αυτοί οι εγκαταλελειμμένοι , αυτά τα ερείπια των σημερινών γεγονότων, αυτοί οι χριστιανοί δεν έχουν σήμερον Πατρίδα, δεν έχουν ούτε καν τους καθημερινούς πόρους της ζωής.
Ήλθαν σε μας κάποιαν πρωίαν θλιβεράν και σκοτεινήν , δίχως ψυχήν και δίχως αισθήματα. Έφεραν μαζύ τους τον βαθύ πόνον της απογνώσεως και ερίχτησαν μέσα στον ουρανόν μας σαν πουλιά ξένα σπρωγμένα από την καταιγίδα και τον κεραυνόν.
Η Κυβέρνησις εφάνη κάπως καλή. Σε μιά στιγμή ευσπλαχνίας έριξε λίγα ψίχουλα στα άρρωστα αυτά πουλιά και τους παρεχώρησεν ένα άσυλον. Οπωσδήποτε για να περάσουν τες κακές μέρες.
Εψηφίστηκε μάλιστα και ένα κοντύλι και ένα μηνιαίο επίδομα παρεχωρήθη στους δυστυχισμένους αυτούς από Λιρ.150 περίπου. Το κοντύλι τούτο τελευταίως ηλαττώθη σε Λιρ.80, καθώς μας λέγουν και τώρα τίποτε, ούτε οβολός πια γι’ αυτούς.
Όσοι μπορούν να εργάζωνται ρίχνονται με όρεξι στη δουλειά και φορτώνονται ευχαριστημένοι το αχθοφορικό σακκί δίχως να νοιάζωνται αν τα χέρια τους κι’ οι πλάτες τους δεν είναι καμωμένες για τόσα βαρετά φορτία.
Είδαμεν γυναίκες δυστυχισμένες, γέρους αναπήρους και πληγωμένους του πολέμου. Όλοι αυτοί πέρασαν από μπροστά μας θλιμμένοι αδύνατοι ταπεινοί.Δεν μας έτειναν το χέρι αλλά τα βλέμματα τους μας άγγιξαν τες ψυχές. Χθες ακόμα δυό δυστυχισμένοι έδωσαν τέλος στη ζωή τους με τραγικές αυτοκτονίες. Σήμερα μια άλλη πέθανε από θλίψη και μαρασμόν.
Επιτέλους αυτός ο ολάκερος κόσμος που υποφέρει, πιστεύει τον θεόν τον οποίον πιστεύομεν. Δεν πρέπει να μείνουν να πεθάνουν έτσι σαν σκυλιά. Δεν είναι ανάγκη βέβαια να στερηθούμεν για να τους συνδράμωμεν, αλλά κάτι από ό,τι μας περισσεύει. Ένα ασήμαντο ποσό ο καθένας μας για να γλυκάνωμεν λίγο όλες αυτές τες ψυχές που πονούν! »
Ενενήντα λοιπόν χρόνια ύστερα από τις αρχές της δεκαετίας του ’20, η Κύπρος και ιδιαίτερα η Λεμεσός, γεμάτη και πάλιν από Ρώσους. Όχι βέβαια πρόσφυγες του πολέμου και θύματα της άθλιας οικονομικής κατάστασης που ακολούθησε τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που προηγήθηκαν και τον ακολούθησαν αλλά πρόσφυγες και πάλιν μιας οικονομικής δυσχέρειας που επικρατεί σήμερα στην άλλοτε κραταιά Σοβιετική Ένωση.
Όμως πρόσφυγες και πάλιν, Έλληνες ρωσσοποντιακής καταγωγής ή και Ρωσσοπόντιοι μεταμφιεσμένοι σε Έλληνες , δυστυχισμένα νεαρά κορίτσια από όλες σχεδόν τις πρώην Σοβιετικής Δημοκρατίες που σέρνονται στην πορνεία με τον πιο άγριο τρόπο εκμετάλλευσης... Απλώς τα πρόσωπα και τα πράγματα αλλάζουν ανάλογα με τις συνθήκες της εποχής. Όπως και η αντιμετώπιση τους...
Πεινασμένα ρωσόπουλα στη δεκατία του 20