Πέμπτη 20 Ιουνίου 2013

Οι Τουρκοκύπριοι της Λεμεσού


Μέρος πρώτο

 
Η εμπορική οδός Αγκύρας
Στα δυο προηγούμενα τεύχη είδαμε κάποια σοβαρά επεισόδια που συνέβησαν το 1912 στη Λεμεσό μεταξύ των δυο κύριων σύνοικων στοιχείων της πόλης. Τα πρώτα σοβαρά ουσιαστικά  στην Κύπρο μετά την τουρκοκρατία. Μια αρνητική πρωτιά της Λεμεσού ανάμεσα στις εκατοντάδες θετικές. Πόσοι όμως ξέρουμε έστω και στοιχειωδώς την ιστορία τής τουρκοκυπριακής κοινότητας σ αυτή την πόλη; Ακόμα και οι παλαιότεροι, που έζησαν τη Λεμεσό πριν το 1974, γιατί για τους νεώτερους δεν το συζητούμε.
Θα επικαλεσθούμε λοιπόν εδώ κυρίως δυο παλιά αλλά σημαντικά βιβλία για την ιστορία της Λεμεσού, το βιβλίο του Κώστα Πιλαβάκη «Η Λεμεσός σε άλλους καιρούς», (έκδοσης του 1977)  και του Ξενοφώντος Φαρμακίδη «Ιστορία της Λεμεσού» (έκδοσης του 1942), ο οποίος ασχολήθηκε κυρίως όσο αφορά σε κάποιες τουρκοκυπριακές συνοικίες για το θέμα μας.
Να διευκρινίσω μόνο ότι κάποιες μόνο πτυχές και πολύ περιληπτικά αγγίζουμε το θέμα και ότι όσοι ενδιαφέρονται για περισσότερα πάνω στο θέμα, εκτός από την άλλη βιβλιογραφία, πως έχει εκδοθεί πρόσφατα ένα αρκετά κατατοπιστικό βιβλίο και με πλούσιο φωτογραφικό υλικό σε τρεις γλώσσες μάλιστα ( ελληνικά τουρκικά και αγγλικά) από δυο τουρκοκύπριους λεμεσιανούς- τους αδελφούς Ozay και Selcuk Akif- με τίτλο «Ηχώ από τα παλιά. Η Τουρκοκυπριακή κοινότητα της Λεμεσού και η κληρονομιά της» και κάποιες πληροφορίες θα αντλήσουμε και από αυτό.

Ο Κώστας Πιλαβάκης γράφει λοιπόν:
«ΟΙ ΤΟΎΡΚΟΙ ΤΗΣΛΕΜΕΣΟΥ
Το ελληνικό στοιχείο ήταν πάντα πολυπληθέστερο στη Λεμεσό. Οι Τούρκοι στην αρχή της Αγγλικής Κατοχής ήταν κάπου 2 χιλ. έναντι 4000 Ελλήνων. Κατοικούσαν στο δυτικό μέρος της πόλης οι περισσότεροι πέρα από την κοίτη του Γαρύλλη σε φτωχόσπιτα τον καλούμενο Τουρκομαχαλλά. Λίγοι βρίσκονταν και σε ελληνικές συνοικίες, τα Κκεσογλούδκια, όπου σήμερα η Πλατεία Ηρώων, ή την Τζαμούδα.
Ο περίφημος Τουρκοκύπριοςμπακλαβατζής Αχμέτ Χαβίζ
κάνει λουκουμάδες στο
πανηγύρι του κατακλυσμού.

Όπως παρατηρούσαν οι ξένοι επισκέπτες οι Τούρκοι από οικονομική άποψη και μόρφωση υστερούσαν των Ελλήνων. Ακολουθούσαν ορισμένα επαγγέλματα, όπως παπλωματάδες, καλλικάδες, πωλητές «γλυκών»-σ'ιάμι-σ'ι, χαλβά, σϊάμαλι-ή γιαουρτιού σε κεσέδες που το περιέφεραν πάνω σε μεγάλο στρογγυλό δίσκο τοποθετημένο στο κεφάλι τους και το διαλαλοϋσαν -«γάλαν όξινον»- στις ελληνικές συνοικίες.
Τούρκοι επίσης είχαν τα λουτρά-χαμάμ το ένα στο κέντρο της πόλης (στην πλατεία των Κκεσογλουδκιών). Στην πάνω αγορά της Κουναπιάς -εκθέτουν και Τούρκοι χασάπηδες και μανάβηδες. Εκεί κοντά-όχι μακριά από το Τελωνείο και την αποβάθρα-είναι και τα τούρκικα μαγέρικα, όπου φτειάχνουν ορεχτικά σουβλάκια και  την περίοδο του Ραμαζανιού, τον ολόγλυκο μπακλαβά, που για να τον γευτούν οι δικοί μας «κάνουν ολόκληρη ουρά», όπως γράφει η Τερέζα Χατζηπαύλου.
Οι Τούρκοι περβολάρηδες στα Τσιφλικούδια ή άλλα περιβόλια παρά­γουν ωραία φρούτα και λαχανικά, που βραβεύονται κάποτε στις Γεωργικές Εκθέσεις (έτος 1905).
Το τούρκικο χαμάμ στο βάθοςτης οδού Λουτρών, στην περιοχή Ζιγκ-Ζαγκ ,το μονό που λειτουργεί
μέχρι σήμερα
Τούρκοι, με την εύνοια της Αγγλικής Κυβέρνησης περισσότερο, παίρ­νουν αρκετές θέσεις κυβερνητικές, ιδίως στην Αστυνομία, οπού υπερτε­ρούν σε αριθμό κατά πολύ των Ελλήνων. (Οι δικοί μας απέφευγαν το ε­πάγγελμα για να μην φορούν φέσι).
Η επικοινωνία των δυο στοιχείων ήταν ελεύθερη. Οι  Έλληνες κυκλο­φορούσαν άφοβα στις τουρκικές συνοικίες, το ίδιο και οι Τούρκοι στις ελ­ληνικές. Οι λίγοι Τούρκοι έμποροι συνεργάζονταν με τους δικούς μας και οικονομικώς οι περισσότεροι ήταν εξαρτημένοι από τους  Έλληνες. Σε λίγες περιπτώσεις Τούρκοι έστελλαν τα παιδιά τους στα σχολεία μας για να μά­θουν Ελληνικά. Και είναι νόστιμη η περίπτωση ενός παιδιού Τούρκου που την Πρωτοχρονιά ευχήθηκε στον πατέρα μου Αριστόδημο Πηλαβάκη, διευθυντή του Δημοτικού, «πάσαν ατομικήν και εθνικήν ευτυχίαν».  Ήταν η Πρωτοχρονιά του έτους 1912 κατά το όποιο έγινε ο ελληνο-τουρκικός πόλεμος.

«Στην πάνω αγορά της Κουναπιάς -εκθέτουν και Τούρκοι χασάπηδες και μανάβηδες».
Από το κοντύλι που ψήφιζε κάθε χρόνο η Δημοτική Επιτροπή έπαιρ­ναν το μερίδιο τους και οι Τούρκοι φτωχοί. Σ αυτούς έδιναν κάποιο βοή­θημα και τη γιορτή του Ραμαζανιού.
Μικροκαβγάδες - κάποτε για γυ­ναίκες - δεν έλειπαν βέβαια μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων δεν ήταν όμως συχνότεροι από τους καβγάδες μεταξύ των ιδίων των Ελλήνων.»
Τουρκοκυπριακές ενορίες της πόλης
Κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας (1878-1960) υπήρχαν οι εξής πέντε ενορίες στην Τουρκο­κυπριακή (ΤΚ) περιοχή της Λεμεσού, η κάθε μια με τον μουχτάρη (κοινοτάρχη) της που τον διόριζε ο Έπαρχος Λεμεσού:
1.   Ενορία Djami Jedit (Νέο Τζαμί)
2.   Ενορία Αρναούτ
3.   Ενορία Koseoglu (γνωστή στους Ελληνοκυπρίους - ΕΚ- ως Κεσσουγλούδκια)
4.   Ενορία Chiftlikler (γνωστή ωςΤσιφλικούδια)
5.   Ενορία Ayandon, δηλαδή του Αγίου Αντωνίου (λόγω της ομώνυμης ορθόδοξης εκκλησίας ).
Ο «δρόμος με τες καμάρες» που στην τουρκοκρατία λεγόταν και «τουρκική αγορά», απέναντι από το παλιό λιμάνι και οδηγούσε στο Τζαμί Τζετίτ. Εδώ ήταν και τοπερίφημο εστιατόριο του Αλή Νουρή γνωστού ως Ajjali.

Είναι δεδομένο και το αποδέχονται πολλοί ιστορικοί, ότι στα πλείστα μέρη οι κοινωνίες αναπτύχθηκαν κοντά, ή γύρω από τόπους λατρείας. Στη Λεμεσό οι Τουρκοκύπριοι τεχνίτες και έμποροι ήταν συγκεντρωμένοι στην περιοχή ανάμεσα στα τζαμιά Jedit (στη σημερινή οδό Αγκύρας) και Kebir (Μεγάλο Τζαμί, στο τέλος της σημερινής οδού Ζιγκ-Ζάγκ) και η συνήθεια αυτή συνέχισε για πολλά χρόνια. Η κίνηση στην ενορία Αρναούτ ήταν συγκεντρωμένη γύρω από το Τζαμί Αρναούτ κοντά στη Γέφυρα Τέσσερα Φανάρια, που ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο κέντρο εμπόρων και μαστόρων μετά το Τζαμί Τζετίτ.
                                                                   Έπετει δεύτερο μέρος