Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Ένα προφητικό δημοσίευμα ετών 77

Τότε, στην εποχή ακόμα της , σχετικής-και επιμένω στο «σχετικής» αθωότητας της κυπριακής κοινωνίας, ένα δημοσίευμα της λεμεσιανής εφημερίδας Χρόνος ημερομηνίας 11 Οκτωβρίου 1933 προφήτευε και προοιώνιζε τα κακά που θα μας βρουν μερικές δεκάδες χρόνια μετά…
Το παραθέτουμε αυτούσιο ως απόκομμα της εφημερίδες:

Στις πηγές της κακής και μεροληπτικής διαιτησίας

Ογδόντα και πλέον χρόνια από την επίσημη ύπαρξη του ποδοσφαίρου μας και τα όσα θλιβερά γίνονται γύρω από τα ποδοσφαιρικά μας πράγματα, και την κακοδαιμονία της κακής και μεροληπτικής διαιτησίας, δεν λένε ακόμα να εκλείψουν.
Σήμερα όπως και τότε που αναφέρεται το δημοσίευμα που ακολουθεί τα ίδια και χειρότερα!. Λες και δεν πέρασε ούτε μια βδομάδα από τον ποδοσφαιρικό αγώνα που περιγράφεται πιο κάτω…
Μέσα από το μακροσκελέστατο κείμενο της εφημερίδας ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ημερομηνίας 23 Ιανουαρίου 1931, με τίτλο: «Η ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΙΣ Α.Ε.Λ.-ΠΕΖΟΠΟΡΙΚΟΥ ΝΙΚΗΤΡΙΑ ΑΝΕΔΕΙΧΘΗ Η Α.Ε.Λ.» και με τους πολλούς υπότιτλους « Το Λεμεσιανό Πνεύμα -Η Πόλις μας συνώδευσε τους αθλητάς της.-Οι παίκται μας έπαιζαν υπό το βάρος μιας αδικίας-Η συμπεριφορά ενός ανθρώπου κηβδυλώνει ένα αγώνα-Η συνείδησις των Λεμεσιανών αποκηρύττει τον Διαιτητήν του τελευταίου Ματς», μεταφέρουμε μερικά μόνο αποσπάσματα, χωρίς να χάνεται καθόλου η ουσία του.
Να σημειώσουμε πως ήταν τότε η πρώτη μόλις χρονιά οργανωμένης σε ομάδες ύπαρξη του ποδοσφαίρου μας , πριν το 1934 που δημιουργήθηκε η ΚΟΠ και άρχισαν τα επίσημα πρωταθλήματα της και ο ενθουσιασμός και τα αγνά συναισθήματα των λεμεσιανών για το άθλημα και τις ομάδες του είναι εμφανής:
«Η Λεμεσός εις τα ομαδικά παιγνίδια που από δεκαετίας απασχολούν τες κοινωνίες των άλλων πόλεων και κωμοπόλεων, δεν έπαιζε κανέναν σπουδαίον ρόλο. Ήτο παντελώς αφανής. Το ποδόσφαιρο πούναι τόσο δημοφιλές παιγνίδι σήμερα, ούτε ενδιέφερε κανένα. Και την στιγμή που η Λάρνακα και η Λευκωσία κατέκλυζαν τα γήπεδα για να παρακολουθήσουν μια συνάντησι μπορεί και φιλικήν ακόμα, η Λεμεσός παντού παρευρισκόταν, εκτός εις τα θεωρεία του Γ.Σ.Ο. πούχεν ανοικτές τες πόρτες με ελευθέραν είσοδο.
Ο ζωτικός πυρήν υπήρχε όμως πάντα και αφορμή μιά κατάλληλη ώρα, μιά ευκαιρία ζητούσε ν’ αναφανή κ’ εκδηλώσει παντού την ύπαρξι του, υπό την νέαν του μορφήν, του ποδοσφαίρου. Σ’ ένα χρόνο μέσα το θαύμα επετελέσθη. Η Λεμεσός ενεφάνισε τες ποδοσφαιρικές της ομάδες που αποτελούνται από αυτοδίδακτα σχεδόν παιδιά και τα αθλητικά σωματεία, ΑΕΛ, ΑΠΟΛ, ΣΟΥΛΙ.»
« Πιο πάνω είπαμεν για την διαφορά της δικής μας πόλεως εις τα ομαδικάς της εκδηλώσεις και την συμπάθειαν της για τους αθλητάς και την εν γένει αθλητικήν κίνησι από τις άλλες πόλεις.
Για χρόνια είχε να μας το δείξη τόσον πανηγυρικά, παρρησιακά κι’ αυθόρμητα σαν την περασμένην Κυριακή, που η ΑΕΛ θα μετέβαινε στην Λάρνακα για την ρεβάνς με τον Πεζοπορικόν.
Χωρίς να προηγηθή καμιά κοινή προσυνεννόησις, το πρωί της Κυριακής, πεντακόσια πρόσωπα ξεκίνησαν με φορτηγά και επιβατικά αυτοκίνητα για να παρακολουθήσουν το ματς στην Λάρνακα.
Εκτός των παικτών, της επιτροπής και μελών της ΑΕΛ, ηκολούθησαν οι μαθηταί του Γυμνασίου μας, μαθήτριες, πολλές δεσποινίδες και κυρίες και καμμιά τρακοσαριά άλλα πρόσωπα όλων των κοινωνικών τάξεων. Πήγαν εργατικά παιδιά που ξόδευσαν τα δυό τρία σελίνια που κράταγαν, ακόμη και χωρικοί. Μια σειρά από 60 αυτοκίνητα συνώδευε με ενθουσιασμό και λαχτάρα τους ποδοσφαιριστάς. Στον δρόμο όσοι τους συναντούσαν, συγκινημένοι τους χαιρέτιζαν ευχόμενοι για την νίκη. Ως το βράδυ ανυπόμονος η πόλις ανέμενε το αποτέλεσμα. Χωρικοί κατέβαιναν στους σταθμούς, κοντά στον ποταμό Γερμασόγειας και Παληάν Λεμεσόν και ρωτούσαν τους διερχομένους.»
Ιδού όμως που και τα σημερινά φαινόμενα της κακής διαιτησίας υπήρχαν και τότε, στα σπάργανα της ποδοσφαιρικής μας ιστορίας:
«Καθ’ όλον όμως το ματς ο διαιτητής, επροκαλούσε την σιχαμάρα και δημιουργούσε με την μονόπλευρη του στάσι προστριβές μεταξύ των θεατών. Δεν δίδει για μια στιγμή penalty στον Πεζοπορικόν, αλλά φωνάζει «όφφσαϊντ».
Εκτός τούτου, ένα γκολ της ΑΕΛ δεν το ανεγνώρισε και επέμενε πως βγήκε έξω η μπάλα. Ένας παίκτης κτυπά τον Ριαλάν κατά την διάρκειαν του παιγνιδιού χωρίς να τον αποβάλη. Ο ίδιος διαιτητής ύβρισε τους παίκτας μας και τον Γυμναστικόν Παρέα τον οποίον έπιασε από τον λαιμόν σπρώχνοντας τον.
Δεν εσημείωσεν την πληθώραν φάουλς των πεζοπορικών.
Με τας πράξεις μας πρέπει να ανυψώνουμεν παίκτας και θεατάς και όχι να δίδομεν με την αστόχαστη μας μεροληψίαν αφορμή πτώσεως σε επίπεδον ταπεινής ηθικής αντιλήψεως.»
Να πούμε μόνο για την ιστορία πως ο διαιτητής ονομαζόταν Ευρυβιάδης και ήταν εκ Λάρνακας βέβαια…!



«Καφέ αμάν», μια ανεξερεύνητη πτυχή της Ιστορίας μας









Στη μελέτη της ιστορίας αυτής της πόλης υπάρχουν σίγουρα πολλές και άκρως ενδιαφέρουσες στιγμές και πτυχές, εντελώς ανεξερεύνητες ακόμα από τους ιστορικούς ερευνητές της. Πτυχές που άλλες μεν είναι σημαντικές και άλλες ασήμαντες αλλά εξ ίσου ενδιαφέρουσες και σημαδιακές για να κατανοήσουμε και να μάθουμε την ιστορία της. Μιαν από αυτές, θα δούμε με αφορμή ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα «ΚΗΡΥΞ» της Λεμεσού ημερομηνίας 26 Νοεμβρίου 1921.
Ήταν συχνά η απορία μου τι υπήρχε στη Λεμεσό -μεταξύ των πολλών χώρων ψυχαγωγίας που υπήρχαν στην πόλη «του γλεντιού και της χαράς» όπως έλεγαν πάντα την πόλη- και από πλευράς λαϊκής ψυχαγωγίας.
Καμπαρέ, ντάνσιγκ-χωλ, καφέ-σαντάν, ταβέρνες κ.λ.π. υπήρχαν πολλά τέτοιου είδους στέκια γλεντιού και διασκέδασης. Δεν εύρισκα όμως χώρους που να μαρτυρούν την ύπαρξη γνήσιας λαϊκής διασκέδασης με την έννοια που αργότερα γνωρίσαμε και που σήμερα είναι ... «του συρμού» όπως θάλεγε ένας δημοσιογράφος παλιότερων εποχών. Με λαϊκή μουσική, μπουζούκι ή άλλα παραδοσιακά όργανα και δημοτικό τραγούδι. Και δεν εύρισκα τίποτα.
Δεν ξέρω αν κάποιοι ειδικοί μελετητές της μουσικής ιστορίας της πόλης έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα πάνω στο θέμα αυτό, ερευνώντας το και το αγνοώ, αν κάποιος ξέρει κάτι ας μας ενημερώσει κι εμας. Θα είχε ενδιαφέρον να ακούσουμε από αυτούς.
Ιδού λοιπόν το σχετικό δημοσίευμα στην εφημερίδα «Κήρυξ» της Λεμεσού με ημερομηνία 26 Νοεμβρίου 1921 και με τίτλο: «ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ»:

«Δεν είναι δυνατόν να γείνη ένα έλεος δια τα καφέ-αμάν της πόλεως μας, τα οποία αυξάνονται και πληθύνονται από ημέρας εις ημέραν; Τα ουρλιάσματα των άτυχων αυτών καλλιτέχνιδων ως επί το πλείστον ενοχλούσι τους κεντρικωτέρους δρόμους. Και σκεφθήτε την εντύπωσιν, την οποίαν προξενούσι εις ένα ξένον. Μόνον εάν η πόλις εκατοικείτο από Κεμαλικούς θα ήτο δικαιολογημένη τοιαύτη πληθώρα καφέ αμάν με τόσας τραγουδιστρίας να ψάλλουν απαισίως τα χυδαιότερα Τουρκικά άσματα.»

Όσο oλιγόλογο κι αν είναι το δημοσίευμα αυτό άλλο τόσο είναι γεμάτο από πολύτιμες πληροφορίες πάνω στο θέμα. Ας δούμε μερικές από αυτές: Πρώτα-πρώτα είναι προφανής ο σνομπισμός και η περιφρόνηση του αστού συντάκτη του σχολίου αυτού προς την λαϊκή μικρασιάτικη-σμυρναίικη μουσική. Σνομπισμός και περιφρόνηση που υποθέτω να αντικατοπτρίζει το «αστικό» αίσθημα και το κλίμα ενός ψεύτικου καθωσπρεπισμού που επικρατούσε ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της εποχής εκείνης στη πόλη της Λεμεσού και κατά πάσα πιθανότητα και ολόκληρης της Κύπρου. Μιας νεόπλουτης αστικής τάξης που κατά συντριπτική της πλειοψηφία, χρονικά μόλις έβγαινε από τις χωριάτικες καταβολές της, προσπαθώντας έτσι να αποτινάξει από πάνω της τις καταβολές αυτές και να «εξευρωπαϊστεί» ...
Διαπίστωση δεύτερη: παντελής άγνοια της λαϊκής παράδοσης και των βυζαντινών πηγών και καταβολών της σμυρναίικης λαϊκής μουσικής που εκλαμβάνεται ως καθαρά τουρκογενής. Πράγμα άλλωστε που συνέβαινε και στη μητροπολιτική Ελλάδα και για πολλά μάλιστα χρόνια.
Οι λεπτές, πιθανόν παράξενες φωνές των μικρασιάτισσων καλλιτέχνιδων με τους παράξενους φωνητικούς ακροβατισμούς και τα ηχοχρώματα των φωνών τους σε συνδυασμό και με τα ιδιόμορφα και πρωτόγνωρα ακούσματα εκλαμβάνονταν από τους άσχετους τότε στο είδος αυτό λεμεσιανούς παππούδες μας ως… «ουρλιάσματα»!
Τα οποία τους έκαναν μάλιστα να ανησυχούν για την «εντύπωσιν την οποίαν προξενούσιν εις έναν ξένον». Σύνδρομο που το κουβαλάμε μέχρι σήμερα μέσα μας για το «τι θα πουν οι ξένοι, οι τουρίστες», για κάτι που θεωρούμε, « ως μη συμβαδίζον με την... ευρωπαϊκή μας πολιτισμική ολοκλήρωση»!
Μια άλλη διαπίστωση - και απορία ταυτόχρονα - είναι πως, ενώ σύμφωνα με το δημοσίευμα τα «καφέ αμάν» αυξάνονταν και πληθύνονταν μέρα με τη μέρα, τελικά κανένα δεν επιβίωσε στα επόμενα χρόνια που ακολούθησαν.
Μια πιθανή ιστορική εξήγηση είναι πως, αφού βρισκόμαστε πολύ κοντά 1922 και πως μετά ακολούθησε η μικρασιατική καταστροφή και ο ξεριζωμός του μικρασιάτικου ελληνισμού. Ίσως, παρά το γεγονός πως πολλοί από αυτούς ήλθαν και εγκαταστάθηκαν στη Κύπρο, φαίνεται ότι ο φανατικός εθνικισμός του υπόδουλου κυπριακού ελληνισμού δεν ανεχόταν την συνέχιση ύπαρξης τέτοιου είδους ψυχαγωγίας. Παρά το γεγονός μάλιστα ότι η λαϊκή μας μουσική κυρίως, παράδοση «εμβολιάσθηκε» με τραγούδια που ενώ σήμερα τα θεωρούμε ως καθαρά κυπριακά, αγνοούμε την μικρασιάτικη προέλευση του όπως το υπέροχο, «Γιασεμί στο στήθος σου», το κλασσικό «κυπριακό» «Ρούλλα μου Μαρούλλα μου» και τόσα άλλα…
Όλα αυτά πάντως αποτελούν ένα ενδιαφέρον θέμα για περαιτέρω ιστορική διερεύνηση.

 
 
 
 
Η Βικτώρ η τραγουδίστρια από την Μικρά Ασία που τραγουδούσε ελληνικά και τούρκικα τραγούδια στη Λεμεσό την δεκαετία του 20