Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Η σάτιρα σε εποχές κρίσης


 
 
Ο Εύσκιος Πεύκης σε σκίτσο του Γ. Φασουλιώτη
στο σατιρικό περιοδικό «Γέλιο»
Η σάτιρα σε περιόδους οικονομικής και κοινωνικής κράσης παίζει καταλυτικό και συνάμα ψυχαγωγικό- καθαρτικό ρόλο. Στις δύσκολες μέρες που περνούμε, οι σατιρικές εκπομπές στην τηλεόραση και ιδιαιτέρα οι πολύ επιτυχημένες και καυστικής «Πατάτες αντιναχτές» παίζουν τον ρόλο αυτό.
Σε παλιότερες εποχές που δεν υπήρχε τηλεόραση και που ακόμα και το ραδιόφωνο μόλις άρχιζε δειλά δειλά να μπαίνει στη ζωή των λεμεσιανό, μοναδική έκφραση σάτιρας αποτελούσε η σατιρική ποίηση. Από την εποχή του Αριστοφάνη και δια μέσου των αιώνων, αποτέλεσε και αποτελεί μέχρι σήμερα καταλυτική και απολυτρωτική μέθοδο σχολιασμού κοινωνικής και πολιτικής κριτικής.
Ένας από τους πιο σημαντικούς σατιρικούς ποιητές αυτής της πόλης-λίγο ξεχασμένος και παραμελημένος (όπως τόσοι άλλοι άλλωστε), είναι και ο Εύσκιος Πεύκης (κατά κόσμο Ευέλθων Πιτσιλλίδης ,1887-1955).
Δικηγόρος, δημοσιογράφος, ποιητής, εκδότης σατιρικών και πολιτικών εφημερίδων («Πειρασμός» «Ανατολή» «Λαϊκό Βήμα») και πρωτεργάτης στη δημιουργία επαγγελματικών συντεχνιών, υπήρξε ιδιαίτερα ταλαντούχος  να σατιρίζει  με καυστικό πνεύμα και εύστοχο χιούμορ, τα γεγονότα της εποχής του και τις κοινωνικές συνθήκες στη πόλη.
Ένα τέτοιο δείγμα δίνουμε παρμένο από την εφημερίδα «Χρόνος» ημερομηνίας  12.12.1937 κάτω από την στήλη «Κοσμική Κίνηση» με τίτλο «Εσπερίς», όπου βγαίνει ανάγλυφη η εικόνα της κοινωνικής δομής της Λεμεσού της εποχής που σατιρίζει αλλά και αυτοσατιρίζεται, ο Πεύκης.
«…απ’ τους πρώτους κι εκλεκτούς,
ο σοφός
                                           Κόντε-Κκιαζίμης
                       και ο γυιός της Αρκοντούς…»
Να επισημάνουμε μόνο, χάριν των ιστορικών αναλογιών, όπως είπαμε και άλλες φορές, ότι τη δεκαετία του τριάντα, που αν και ήταν μια δεκαετία βαθειάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, η νεόπλουτη εκλεκτή λεμεσιανή κοινωνία με καταβολές ποδίνας και βράκας όπως χαρακτηριστικά σατιρίζει και ο Πεύκης, διασκεδάζει αμέριμνη σε ακριβά γεύματα, χορούς και εσπερίδες. Κάπως έτσι όπως και σήμερα δηλαδή. Προς το παρόν τουλάχιστον…
Λέει λοιπόν στο σατιρικό του αυτό ποίημα:
«Επειδή κι εγώ τυγχάνω ακραιφνής Αριστοκράτης και αφρόκρεμα του γένους –καθό Δούξ της Πιτσιλλιάς- κάθε ευγενής Φαμίλια με καλεί στα γεύματα της, στους χορούς ,τας εσπερίδας κι έχω σχέσεις υψηλάς! Προσεκλήθην τελευταίως εις του Κόμητος Σπυρή πούδινεν εις το Ζακάκι μιάν μεγάλην Εσπερίδα για την ονομαστικήν του την χρονιάτικην γιορτή και μου σύστησε να γράψω εις το Σουαρέ τι είδα. Και εγώ στο κέλευσμα του υπακούων ταπεινώς, στιχουργών σας αραδιάζω κάθε τι λεπτομερώς:
Σαν μικρό παλάτι είχε στολισθεί το Μέγαρο του και λακέδες φρακοφόροι φύλαγαν την είσοδο του, μήπως εκ παραδρομής μπή κανένας που δεν είναι από ράτσαν ευγενής!
Δι ηλεκτρικών λαμπτήρων  πολυχρώμων και απείρων ήταν φωταγωγημένον, σκάλες δάπεδα στρωμένα με βαρύτατα χαλιά, τα δωμάτια γεμάτα ευγενών προσκεκλημένων από το Βουνί την Λάνιαν, Μαραθάσαν και Σολιά! Πλήθος εκ κυανοαίμων με περγαμηνάς σπανίας, Δούκες, Κόμητες, Βαρώνοι, Πρίγκηπες ντε –ποδινί, η αφρόκρεμα τουτέστιν πάσης Αριστοκρατίας, γόνοι οίκων φημισμένων ντε λα ζώστρ έ ζιμπουνί, ο Βαρώνος της Συλίκου και ο Δούξ της Μουτταγιάκας, κάθε Κόμης τέλος πάντων της Ποδίνας και της Βράκας!

«Ο Αίας Υψηλότατος Πιπής»
( Δ. Κακαθύμης)
Ήσαν  και προσκεκλημένοι ευσταλείς από την Κρήτην  κι έτσι έκλινε το Τρόοδος εμπροστά στον Ψηλορείτην! Προσεκλήθησαν  επίσης απ’ τους πρώτους κι εκλεκτούς ο σοφός Κόντε-Κκιαζίμης και ο γυιός της Αρκοντούς[1]. Δεν παρέλειψαν καθόλου ουδέ τον φλερίστ Πεπέν, πούναι φωτογραφημένος σ’ ένα μπαρ Αμερικαίν. ΄Εφθασεν στην Εσπερίδα με ντε-λουξ Οτομομπίλ ο Βαρώνος Καρδαμίλ! Από το ωραίον φύλον ήσαν πλήθος Βαρωνίδων, η Τταλλού, η Τσικκινού κι η Λενού του Ξυσταρά, ήλθε κι απ το Ερεχθείον μια ομάς Καρυατίδων, η Κυπριανού του Μήτρου κι’ η Μαρούσα του Ψαρά!.
Και προς χάριν του σπουδαίου και μεγάλου του χορού είχαν φέρει επί τούτω την Ορχήστραν του Ζαβρού. Τι τεμάχια ωραία, τι κομμάτια κλασσικά, Μπαχ και Βάγνερ και Γιαρούμπι ήκουες μελωδικά ν’ αντηχούν υπό τους θόλους νεωτέρου Τριανόν άμα έφθανε καθένας εκ των άνω ευγενών!
Στας εννηά λοιπόν και δέκα ήνοιξε το κυλικείον πούταν παρατεθειμένον εις την σέρραν της οικίας, ώ τι πλούτος εδεσμάτων και ποτών πολύ σπανίων, γλυκισμάτων εξαισίων και μεγάλης ποικιλίας!
Η Κυριακού φορούσε φόρεμα από φουλάρ και η Τσικκινού κοστούμι από δαντέλλες μπλέ νουάρ. Η Λενού είχεν αέρα έκτακτον στο βάδισμα της κι’ η Μαρούσα εκουνούσε τρεζιολί τα πισινά της. ΄Ητο και ο Αίας Υψηλότατος Πιπής, ο Φαέθων κι’ ο ποζάτος
«|…ο ποζάτος Τορναρίτης Κριτωνής…»
Τορναρίτης Κριτωνής, προσληφθείς μόνον και μόνον δια την κατασκευήν κοκτέηλ, που σκαρώνει ειδικώς με συνταγήν. Έφθασε δε τελευταίος του Συναχωριού ο Δόγης, ο γνωστότατος μας Ζέμπης μ’ αυτοκίνητον Ρος-Ρόης. Κι αν κανένας παρελείφθη απ’ τους τόσους ευγενείς, τ’ όνομα του σ’ άλλο φύλλον αραδιάζουμε κι εμείς!»

Αμίμητε μακαρίτη Πεύκη, αν ζούσες σήμερα τι θάβλεπες και τι θάγραφες!

                                                                                            


  

 


 

 
«Ο Φαέθων», φιλολογικό ψευδώνυμο
του διανοούμενου Γιάγκου Ηλιάδη
 

 
  

 



[1] Ο Πεύκης κάνοντας εδώ την «καταλυτική», σαρκαστική και αυτοσαρκαστική «υπέρβαση» συγκαταλέγει ανάμεσα στους «υψηλούς και αριστοκρατικούς» καλεσμένους, τους «λούμπεν προλετάριους», επαίτες και «τρελούς» της πόλης Αρκοντή και Κκιαζίμη, δίδοντας τους και τίτλους ευγενείας!