Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι με τον ερχομό της αγγλοκρατίας

Λίγες μόνο μέρες μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους και ο Πάνος Φασουλιώτης, δημοσιογράφος και έκδοτης, περιγράφει στην εφημερίδα του «Παρατηρητής», τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη  του 1960, μέσα από αφηγήσεις που μάζεψε από παλιότερους λεμεσιανούς, κάποια  σημαντικά γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κατοχής. 
                                                                    Μέρος τέταρτο
Ο σουλτάνος Αμπτούλ Χαμίτ Β΄
Είδαμε στο προηγούμενο τρίτο μέρος περί του εξ Ελλάδος αφιχθέντος κομπογιαννίτη που ισχυριζόμενος ότι ήταν γιατρός του σουλτάνου Αμπτούλ Χαμήτ πουλούσε στους λεμεσιανούς νερό της θάλασσα βάφοντας το χρωματιστό και έδινε διάφορες θεραπείες δια «πάσαν νόσον» μέχρι να αποκαλυφθεί η απάτη του. Συνεχίζουμε τώρα πάνω στο ίδιο θέμα.
«Για τα εκατομμύρια των εγχρώμων των Βρεττανικών Αποικιών  υπήρχαν οι Μάγοι και Ιθαγενές θε­ραπευτές που τους φρόντι­ζαν εις τες αρρώστειες των. Προς τους λευκούς δυσπιστούσαν και η Βρεττανική Κυβέρνησι δεν εννοούσε να τους εξαναγκάση να αποφεύγουν τους Ιθαγενείς και προ­τιμούν τους λευκούς. Η  ιδία τακτική εφαρμοζόταν και στην Κύπρο, ως α­ποικία που ήταν, αδιάφο­ρο αν ο Κύπριος είχε και δικούς του από Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια δια­κεκριμένους μάλιστα επιστήμονες. Η Κυβέρνησι βέβαια κανένα δεν ημπόδιζε να συμβουλεύεται τον διπλωματούχον δια­πρεπή μάλιστα γιατρό του, όπως ήταν τότε στην Λευκωσία ο Δέρβης, ο Γλυκύς, Φοινιεύς και Θεοδότου. Στην Λάρνακα ο Ρόπας και αργότερα ο Στίνης. Στην Λεμε σό τον παληόν καιρό ο  Ελβετός διαπρεπής παθολόγος, βοτανολόγος και βιολόγος Κάστανος, αργότερα ο Καραγεωργιάδης, Διαγκούσης, Θωμαΐδης, Δημάκης και Πιερίδης, ούτε όμως και γνοιαζόταν για τους κινδύνους που άγνοροι της καταστάσεως ιθαγε­νείς και αφελείς διέτρεχαν από τσαρλατάνους και κομπογιαννίτες.
Πέρασε μισός και πέραν αιώνας για να παραδεχθή να θεσπίση σχετικόν προστατευτικόν νόμο. Δεν έννοούσε να θίξη τες α­ποικιακές παραδόσεις και τόν Κύπριον τον ήθελε στο ίδιο σκαλοπάτι καθυ­στερήσεως και πρωτογονισμού ιστάμενον όπως και τον κοινόν στάσιμον, σκοτεινόψυχον άνεξελικτον μαύρον.
Η  επέμβασις που αναφέρω του  Μίτσιελ, έγινε από ατομικήν του πρωτοβουλίαν και   γιατί  συνε­δέετο  με στενήν φιλία με  όλες τες καλές οικογένειες της Λεμεσού που εκτι­μούσε και εθαύμαζε τον βαθμόν  του πολιτισμού της ως πόλεως και την ηθικήν ανωτερότητα των ανθρώπων της.
Επενέβη προσωπικά ο Διοικητής με κίνδυνον να του γίνη από το Υπουργείον, σε περίπτωσι και ο κομπογιαννίτης παρεπονείτο  παρατήρησις δια παράνομον ενέργειαν.
Τον ανεζήτησε δια του υπαλλήλου του Διοικητη­ρίου μ. Μυλωνά, ενός θαυμασίου τύπου Ανθρώ­που πού ζούσε ως πριν λίγα ακόμη χρόνια  και που συνώδευε τον Μίτσιελ  εις τες περιοδείες, του εις τα χωριά και τού έκαμνε με τα λίγα πρακτικά του αγγλικά τον μεταφραστήν.
 Έστειλε είπαμε, ο Διοικητής Μίτσιελ τον Γραμματέα του να οδήγηση τον γιατρόν του Αμπτούλ Χαμήτ. όπως διελαλείτο  για τον επιστήμονα τσαρλατάνο, στο Διοικητήριο.
Όταν  ούτος  άκουσε την   εντολή   που   είχε ο Μυλωνάς από μέρους του Διοικητού,   ρώτησε τι θα τον ήθελε. Ο Μυλωνάς με το χιούμορ που τον χαρακτήριζε του είπε:   Έλα και σαν πηγαίνομεν θα σου πω τι σε θέλει. Σαν ξεκίνησαν τού λέγει ψιθυριστά:   Τον έπιασε ευκοιλιότης και σε θέλει να του την σταματήσης.
Ό  Διοικητής άμα τον είδε3 καλοντυμένον σοβαρόν και με εμφάνισιν που ενέπνεε εμπιστοσύνης  σκέφτηκε πως δεν ήταν εύκολο να  του  μιλήση  εις αυστηρόν τόνον για να τον εκφοβίση  και επιτύχη το ποθούμενον την χωρίς βασικήν  δικαιολογίαν εκδίωξι του. Τον δέχτηκε με προσήνεια και του μίλησε σε παραπειστικό  ύφος. Τον ρώ­τησε από πού καταγόταν και τον σκοπόν τής εις Κύπρον επισκέψεως, παρα­μονής και εξασκήσεως του επαγγέλματος.
Ο ψευτογιατρός που καταταράκτηκε με την πρόσκλησι που του εγένετο και περισσότερο με το χορατό τού Μυλωνά που τούχε πει το περί ευκοιλιότηιος τού Διοικητού. Είχε χάσει το ηθικό του και εν αγνοία τής ανυ­παρξίας νόμου προστατευτικού  των αποίκων από τους ανεπιστήμονες και τσαρλατάνους, διακατύχετο κατά την συνομιλίαν από αίσθημα ανασφαλείας και! φόβου, που τον
ανάγκασε να ομολογήση την περί τό άτομο του πραγματικότητα και  την όλην αλήθεια. «Κατάγομαι  ομολόγησε από την Σαμ­ψούντα κ' εκπαιδεύτηκα εις 'Ελληνικό Σχολέιο της Κωνσταντινουπόλεως. Το επάγγελμα μου είναι υπάλληλος εις καπνεμπορικόν οίκον της Κων/πόλεως. Ακολούθησα τον προϊστάμενο μου εις Αίγυπτο. Εκεί δυσαρεστή­θηκα μαζί του, συνάντη­σα εις Αλεξάνδρειαν ένα Τούρκον φίλο μου  ιδιοκτήτην καραβιού   που  θάπαιρνε κενά βαρέλια και άλλο φορτίο εις Λεμεσόν, τον παρακάλεσα να με δεχθή ως επιβάτη και ένα πρωί ξεμπάρκαρα εδώ. Σ' ένα καφενείο που κάθησα, κάποιος άνθρωπος τού λιμανιού που με είχε οδηγήση, κατά παράκληση του φίλου μου καπετάνιου, άκουσα να λέγη στο γκαρσόνι «Κύτταξε τι θα πάρη ο γιατρός». Σε λίγο με προσέγγισε ο ιδιοκτήτης του κέντρου, ο όποιος μου πρόσφερε το ποτό, κουβεντιάσαμε για διάφορα ζητήματα και με τιροσκάλιοι σε γεύμα. Σ' αυτό παρακάθησαν και δυο άλλοι, που ο ένας παρεπονείτο για το στο­μάχι του. Τον συνεβούλευσα  να τρώγη   χόρτο, φρούτα και να αποφεύγη τα τηγανιτά και το αλάτι. Δεν του μίλησε ως για­τρός, άλλ' ως γνώστης κάποιου είδους διαίτης.
Την άλλη μέρα που ξαναπήγα εκεί, προσήλθαν μερικοί  που μου ζητούσαν συμβουλές για την υγεία τους. Σε κανένα, ποτέ δεν είπα ότι είμαι γιατρός.»
Ο Μίτσιελ, που μπήκε στο νόημα της όλης υποθέσεως και αντελήφθη ότι εύκολα και ακίνδυνα θα μπορούσε ν' απαλλάξη τους ιατρούς της Λεμεσού και ικανοποίηση, τους φίλους του που του ανέ­θεσαν να ενεργήση για την απομάκρυνσι του, παρετήρησε: «Δεν είπες ότι ήσουνα γιατρός και το πιστεύω, Αν έλεγες   πως ήσουνα, η θέσις σου θάταν κρίσιμη. Μα αφού δεν έκαμες τέτοια δήλωσι σε απαλλάττω κάθε κατηγορίας. Το σφάλμα είναι ότι συμπεριφερόσουν ως γιατρός και δεχόσουν δώρα και χρήματα. Το μό­νον που σε συμβουλεύω είναι να φύγης το συντομώτερο». Και ο μη αυτόκλητος αλλ’ υπό άλλων, αδιαμαρτυρήτως όμως, αποδεχθείς τον τίτλον του  ιατρού, υποσχέθηκε να εγκαταλείψη την Λεμεσό με την πρώτη στον λιμένα της άφιξι του Τούρκου φίλου του καραβοκύρη, όπως και εγένετο.»

Στο επόμενο η συνέχεια και το τέλος.

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι με τον ερχομό της αγγλοκρατίας

Πάνος φασουλιώτης
Λίγες μόνο μέρες μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους και ο Πάνος Φασουλιώτης, δημοσιογράφος και έκδοτης, περιγράφει στην εφημερίδα του «Παρατηρητής», τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη  του 1960, μέσα από αφηγήσεις που μάζεψε από παλιότερους λεμεσιανούς, κάποια πολύ  σημαντικά γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κατοχής το 1878 και λίγο μετά.
Πολύ ενδιαφέροντα και συχνά ιλαροτραγικά και χαρακτηριστικά μιας εποχής «της αθωότητας», (ίσως και αφέλειας), των λεμεσιανών προγόνων μας, τα όσα περιγράφει, που τα «ντύνουμε» με κάποιες σχετικές φωτογραφίες από το αρχείο μας αφού τα κείμενα αυτά δεν ήταν εικονογραφημένα.
Τις αφηγήσεις  αυτές τις μεταφέρουμε εδώ, σε συνέχειες λόγω μεγάλης σχετικά έκτασης,  γιατί όπως λέει και ο Πάνος Φασουλιώτης ως εισαγωγή στα άρθρα του: «με τις αφηγήσεις αυτές ευχαριστούνται πολλοί εκ των αναγνωστών μας που έζησαν ή και άκουσαν να τους περιγράφουν την εποχή εις την οποίαν αναφέρουμε. Μα και την σημερινή γενιά πρέπει να ενδιαφέρη, γιατί σ’ αυτές θα μπορέση να κάμη συγκρίσεις μεταξύ του Αποικιακού καθεστώτος και του σημερινού ανεξάρτητου και αντιληφθή το εξευτελιστικό κατάντι του αποίκου.»
                                                                  
                                                Μέρος πέμπτο (τελευταίο)
                                                             
« Οι κουρείς αργότερα
καθιερώθηκαν
ως
  ειδικοί οδοντιάτροι.»
«Μιαν άλλη μέρα ξεμπάρκαρε, ως παληοί μας διηγούντο  από ένα  προερχόμενο από την Βηρυτό μπρίκι  ένας αράπης οδοντίατρος. Τον παληόν επί Τουρκοκρατίας καιρό, ο πάσχων από πονόδοντο ανακουφιζόταν προσωρινά με πλύσιμο του στόματός του με ζιβανία που του μετρίαζε τον πόνο. Ώσπου ο ειδικός  του χωριού τού αφαιρούσε το χαλασμένο δένοντας το μ’ ένα σπάγκο. Οι κουρείς αργότερα καθιερώθηκαν ως  ειδικοί οδοντιάτροι.
Η άφιξις του εκ Βηρυτού οδοντιάτρου εχαιρετίσθη στην πόλι μας με ενθουσιασμό. Εφημερίδες τότε δεν υπήρχαν ούτε και τυπογραφεία για ν' αναγγελθή με φυλλάδια στο κοινό και τους  ενδιαφερόμενους η επίσκεψις τού κομπογιαννίτη γιατρού. Γιατί πράγματι περί επιτηδείου τσαρλατάνου επρόκειτο. Ανέβηκε λοιπόν σ’ ένα αμάξι και καθισμένος πλάι στον αμαξά, κρατούσε μια οδοντιατρι­κήν ντανάλια που την πρόβαλλε επιδεικτικά. Ο ντελλαλης ιστάμενος στο μέσο τού αμαξιού διαλαλούσε μεγαλόφωνα: «Βγάλσιμο δοντιών χωρίς πόνο.  Όσοι θέλετε να βγάλετε χαλασμένα δόντια ελάτε στην αποβάθραν. Η πελατεία συγκεντρώθηκε στον παρά την  αποβάθραν χώρον και ένας ένας οι πάσχοντες ανέβαιναν στο αμάξι του Αράπη οδοντιάτρου που τους έβγαζε το χαλασμένο δόν­τι χωρίς ν' ακουσθή κραυγή  πόνου   από τες   σκόπιμες φωνάκλες του γιατρού και τους ζωηρούς θορύβους του ντελλάλι που σ’ αυτούς ενώνονταν οι φωνές των θεατών. Μετά το βγάλσιμο δίνανε νερό με αλάτι που ξέπλενε το στόμα από τα αίματα Στην σειρά ακλουθούσε άλλος και άλλος, χωρίς να δίδεται ευκαιρία να γνωστή η πραγματικότης του πάσχοντος και διαπιστωθή η διαλάλησι  του χωρίς πόνους βγαλσίματος.
« Όσοι θέλετε να βγάλετε χαλασμένα 
δόντια ελάτε στην αποβάθραν»


Με το πέρασμα του χρόνου άρχισε να αναπτύσσεται , χάρις εις την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν, το εισαγωγικόν και εξαγωγικόν εμπόριον και να καταρτίζεται σ’ ευρύτατη προοπτική σχέδιο καταρτίσεως βιομηχανικών επιχειρήσεων και καλλιεργείας της γης με τες ως τότε εξελιγμένες μεθόδους που υπό την καθοδήγησι του διαπρεπεστέρου διεθνούς φήμης γεωπόνου Γενναδίου που τον διόρισε το Υπουργείον Αποικιών ως Διευθυντήν της Γεωργίας. Μετά την αποχώρησι του Γενναδίου  την θέσιν κατέλαβαν διαδοχικά και πάλι Έλληνες, ο εκ Κρήτης Φούμης και κατόπιν ο Σαρακομένος, αμφότεροι διακεκριμένοι επιστήμονες γεωπόνοι.
Μετά την λήξι της θητείας και του τελευταίου ως το τέλος της Αποικιοκρατίας δεν ξαναπήρε έλλην ή ιθαγενής την θέσι  του Διευθυντού Γεωργίας. Εις αυτήν διορίζοντο  πάντα  Άγγλοι που καμμίαν απολύτως με την γεωπονίαν σχέσι  δεν είχαν.
«… οι πάσχοντες ανέβαιναν
 στο αμάξι του Αράπη οδοντιάτρου»
 Κατά την περίοδον των τριών αυτών ελλήνων επετελέσθη σημαντική εργασία και σημειώθηκε αρκετή πρόοδος στον γεωργικόν τομέα  και την δενδροκαλλιέργειαν, πράγμα που αντέβαινε  εις τες αρχές της Βρεττανικής Κυβερνήσεως και το αποικιακόν πνεύμα. Και αυτά τα ευνοϊκά από  κρατικής απόψεως για τον αγροτικόν μας κόσμο και τον εθνικόν μας πλούτον, έγιναν κατά την διάρκεια του πρώτου Διοικητού Μίτσιελ, ο οποίος είχεν ως είχομεν πει εις προηγούμενα σημειώματα μας την εύνοια της Βασιλίσσης και του Ντισραέλυ, η δε σύζυγος του ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας.
Οι Κυβερνήτες και Διοικητές που ακολούθησαν ουδέν, πλήν του Στόορς, μπόρεσαν να επιτύχουν από το Υπουργείον δια την πρόοδον της νήσου.
Πολλά, που επί 82 χρόνια προσδοκούσε ο Κυπριακός λαός να γίνουν και δεν έγιναν, έχομεν την βεβαιότητα πως θα πραγματοποιηθούν επί του Δημοκρατικού μας καθεστώτος και εις βραχύτατο χρονικό διάστημα» καταλήγει ο Πάνος Φασουλιώτης.  

  

  Εργαλεία περιφερόμενου οδοντιάτρου


Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Πάνος Φασουλιώτης
Κομπογιαννίτες και τσαρλατάνοι με τον ερχομό της αγγλοκρατίας
Λίγες μόνο μέρες μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους και ο Πάνος Φασουλιώτης, δημοσιογράφος και έκδοτης, περιγράφει στην εφημερίδα του «Παρατηρητής», τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη  του 1960, μέσα από αφηγήσεις που μάζεψε από παλιότερους λεμεσιανούς, κάποια πολύ  σημαντικά γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κατοχής το 1878 και λίγο μετά.
Πολύ ενδιαφέροντα και συχνά ιλαροτραγικά και χαρακτηριστικά μιας εποχής «της αθωότητας», (ίσως και αφέλειας), των λεμεσιανών προγόνων μας, τα όσα περιγράφει, που τα «ντύνουμε» με κάποιες σχετικές φωτογραφίες από το αρχείο μας αφού τα κείμενα αυτά δεν ήταν εικονογραφημένα.
Τις αφηγήσεις  αυτές τις μεταφέρουμε εδώ, σε συνέχειες λόγω μεγάλης σχετικά έκτασης,  γιατί όπως λέει και ο Πάνος Φασουλιώτης ως εισαγωγή στα άρθρα του: «με τις αφηγήσεις αυτές ευχαριστούνται πολλοί εκ των αναγνωστών μας που έζησαν ή και άκουσαν να τους περιγράφουν την εποχή εις την οποίαν αναφέρουμε. Μα και την σημερινή γενιά πρέπει να ενδιαφέρη, γιατί σ’ αυτές θα μπορέση να κάμη συγκρίσεις μεταξύ του Αποικιακού καθεστώτος και του σημερινού ανεξάρτητου και αντιληφθή το εξευτελιστικό κατάντι του αποίκου.»
                                                                  
                                                Μέρος πέμπτο (τελευταίο)

«Οι κουρείς αργότερα
καθιερώθηκαν
ως
  ειδικοί οδοντιάτροι.»
«Μιαν άλλη μέρα ξεμπάρκαρε, ως παληοί μας διηγούντο  από ένα  προερχόμενο από την Βηρυτό μπρίκι  ένας αράπης οδοντίατρος. Τον παληόν επί Τουρκοκρατίας καιρό, ο πάσχων από πονόδοντο ανακουφιζόταν προσωρινά με πλύσιμο του στόματός του με ζιβανία που του μετρίαζε τον πόνο. Ώσπου ο ειδικός  του χωριού τού αφαιρούσε το χαλασμένο δένοντας το μ’ ένα σπάγκο. Οι κουρείς αργότερα καθιερώθηκαν ως  ειδικοί οδοντιάτροι.
Η άφιξις του εκ Βηρυτού οδοντιάτρου εχαιρετίσθη στην πόλι μας με ενθουσιασμό. Εφημερίδες τότε δεν υπήρχαν ούτε και τυπογραφεία για ν' αναγγελθή με φυλλάδια στο κοινό και τους  ενδιαφερόμενους η επίσκεψις τού κομπογιαννίτη γιατρού. Γιατί πράγματι περί επιτηδείου τσαρλατάνου επρόκειτο. Ανέβηκε λοιπόν σ’ ένα αμάξι και καθισμένος πλάι στον αμαξά, κρατούσε μια οδοντιατρι­κήν ντανάλια που την πρόβαλλε επιδεικτικά. Ο ντελλαλης ιστάμενος στο μέσο τού αμαξιού διαλαλούσε μεγαλόφωνα: «Βγάλσιμο δοντιών χωρίς πόνο.  Όσοι θέλετε να βγάλετε
«Όσοι θέλετε να βγάλετε χαλασμένα
δόντια ελάτε στην αποβάθραν.»
χαλασμένα δόντια ελάτε στην αποβάθραν. Η πελατεία συγκεντρώθηκε στον παρά την  αποβάθραν χώρον και ένας ένας οι πάσχοντες ανέβαιναν στο αμάξι του Αράπη οδοντιάτρου που τους έβγαζε το χαλασμένο δόν­τι χωρίς ν' ακουσθή κραυγή  πόνου   από τες   σκόπιμες φωνάκλες του γιατρού και τους ζωηρούς θορύβους του ντελλάλι που σ’ αυτούς ενώνονταν οι φωνές των θεατών. Μετά το βγάλσιμο δίνανε νερό με αλάτι που ξέπλενε το στόμα από τα αίματα Στην σειρά ακλουθούσε άλλος και άλλος, χωρίς να δίδεται ευκαιρία να γνωστή η πραγματικότης του πάσχοντος και διαπιστωθή η διαλάλησι  του χωρίς πόνους βγαλσίματος.
«…οι πάσχοντες ανέβαιναν
στο αμάξι του Αράπη οδοντιάτρου»
Με το πέρασμα του χρόνου άρχισε να αναπτύσσεται , χάρις εις την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν, το εισαγωγικόν και εξαγωγικόν εμπόριον και να καταρτίζεται σ’ ευρύτατη προοπτική σχέδιο καταρτίσεως βιομηχανικών επιχειρήσεων και καλλιεργείας της γης με τες ως τότε εξελιγμένες μεθόδους που υπό την καθοδήγησι του διαπρεπεστέρου διεθνούς φήμης γεωπόνου Γενναδίου που τον διόρισε το Υπουργείον Αποικιών ως Διευθυντήν της Γεωργίας. Μετά την αποχώρησι του Γενναδίου  την θέσιν κατέλαβαν διαδοχικά και πάλι Έλληνες, ο εκ Κρήτης Φούμης και κατόπιν ο Σαρακομένος, αμφότεροι διακεκριμένοι επιστήμονες γεωπόνοι.
Μετά την λήξι της θητείας και του τελευταίου ως το τέλος της Αποικιοκρατίας δεν ξαναπήρε έλλην ή ιθαγενής την θέσι  του Διευθυντού Γεωργίας. Εις αυτήν διορίζοντο  πάντα  Άγγλοι που καμμίαν απολύτως με την γεωπονίαν σχέσι  δεν είχαν.


 Εργαλεία περιφερόμενου οδοντιάτρου
Κατά την περίοδον των τριών αυτών ελλήνων επετελέσθη σημαντική εργασία και σημειώθηκε αρκετή πρόοδος στον γεωργικόν τομέα  και την δενδροκαλλιέργειαν, πράγμα που αντέβαινε  εις τες αρχές της Βρεττανικής Κυβερνήσεως και το αποικιακόν πνεύμα. Και αυτά τα ευνοϊκά από  κρατικής απόψεως για τον αγροτικόν μας κόσμο και τον εθνικόν μας πλούτον, έγιναν κατά την διάρκεια του πρώτου Διοικητού Μίτσιελ, ο οποίος είχεν ως  είχομεν πει εις προηγούμενα σημειώματα μας την εύνοια της Βασιλίσσης και του Ντισραέλυ,  η δε σύζυγος του ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας.
Οι Κυβερνήτες και Διοικητές που ακολούθησαν ουδέν, πλήν του  Στόορς, μπόρεσαν να επιτύχουν από το Υπουργείον δια την πρόοδον της νήσου.
Πολλά, που επί 82 χρόνια προσδοκούσε ο Κυπριακός λαός να γίνουν και δεν έγιναν, έχομεν την βεβαιότητα πως θα πραγματοποιηθούν επί του Δημοκρατικού μας καθεστώτος και εις βραχύτατο  χρονικό διάστημα» καταλήγει ο Πάνος Φασουλιώτης.  




Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ


   
Λίγες μόνο μέρες μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους και ο Πάνος Φασουλιώτης, δημοσιογράφος και έκδοτης, περιγράφει στην εφημερίδα του «Παρατηρητής», τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη  του 1960, μέσα από αφηγήσεις που μάζεψε από παλιότερους λεμεσιανούς, κάποια πολύ  σημαντικά γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κατοχής το 1878 και λίγο μετά.
Πολύ ενδιαφέροντα και χαρακτηριστικά μιας εποχής «της αθωότητας» (ίσως και αφέλειας των λεμεσιανών προγόνων μας ), τα όσα περιγράφει, που τα «ντύνουμε» με κάποιες σχετικές φωτογραφίες από το αρχείο μας αφού οι αφηγήσεις αυτές δεν ήταν εικονογραφημένες. Τις αφηγήσεις  αυτές τις μεταφέρουμε εδώ, σε συνέχειες λόγω μεγάλης σχετικά έκτασης,  γιατί όπως λέει και ο Φασουλιώτης ως εισαγωγή στα άρθρα του: «με τις αφηγήσεις αυτές ευχαριστούνται πολλοί εκ των αναγνωστών μας που έζησαν ή και άκουσαν να τους περιγράφουν την εποχή εις την οποίαν αναφέρουμε. Μα και την σημερινή γενιά πρέπει να ενδιαφέρη, γιατί σ’ αυτές θα μπορέση να κάμη συγκρίσεις μεταξύ του Αποικιακού καθεστώτος και του σημερινού ανεξάρτητου και αντιληφθή το εξευτελιστικό κατάντι του αποίκου.»
                                                              Μέρος τρίτο

 «Το κτήριο του Μπιλιάρδου» επί της παραλίας
απέναντι ακριβώς από την οδό Ανεξαρτησίας
( τότε Μακεδονίας) από το οποίο όλη η περιοχή πήρε
το όνομα «Περιοχή του Μπιλιάρδου».
 «Το γεγονός, είπομεν, της Βρεττανικής Κατοχής προσέλκυσε πολλούς εξ όλων των επαγγελμάτων επισκέπτες εξ Ελλάδος, Συρίας και Τουρκίας, μεταξύ των οποίων και αρκετοί επιστήμονες οι οποίοι εγκαταστάθησαν μόνιμα εις τον τόπο  μας.
Ο πατέρας του τέως Δημάρχου Λευκωσίας, διακεκριμένου  ιατρού Θεμ. Δέρβη, πούταν εκ των καλλιτέρων ιατρών της εποχής εκείνης είχεν έλθει κι εγκατασταθεί εις Λευκωσίαν κατά τα πρώτα χρόνια της κατοχής. Μαζί του είχε έλθει επίσης και η μητέρα του πούταν η πρώτη επιστήμων μάμμη της Κύπρου
Επί Τουρκοκρατίας όλες οι μαμμούδες ήταν εμπειρικές και Τούρκισσες. Μια άλλη του τότε παλαιού καιρού εξ Ελλάδος ελθούσα μαμμή  ήτον η μάμμη της συμπολίτιδος μας αειμνήστου ιατρού Μαρίας Μιχαηλίδου. Αργότερα ήλθεν εξ Αθηνών η Αμαλία  Χριστοφάκη, θεία  της Κας Αθηναΐδος Λανίτη, πούταν προσοντούχος μαία και γυναίκα με εξαίρετα ανθρωπιστικά  ιδεώδη.
Οι περισσότεροι εξ αυτών μετοικούσαν και παρέμεναν μόνιμα στην νήσον. Πολλοί μας επισκέπτοντο διαλειμματικώς  για προσωρινήν άσκησι του επαγγέλματος τους . Μεταξύ  αυτών ήταν και της κακής ώρας ποικιλώνυμοι κομπογιαννίτες. Κυβερνητικά μέτρα προστασίας του κοινού από αδαείς και ανεπιστήμονες, η αποικιακή Κυβέρνησις δεν θεώρησε αναγκαίον να λάβη και οι τσαρλατάνοι οργίαζαν.
Ο «μεγάλης φήμης
επιστήμονας των  Παρισίων»
γιατρός Ιωάννης Πιερής
Μόλις κατά τα τελευταία , αν δεν κάμνω λάθος 25 χρόνια, εθεσπίσθηκαν νόμοι περί εξασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος, παρουσιάσεως διπλώματος, υποχρεωτικής νοσοκομειακής εξασκήσεως κλπ.
Θυμούμαι περίπτωσι επισκέψεως εξ Ελλάδος επιτηδείου τυχοδιώκτη ο οποίος  εξ ελλείψεως σχετικού προστατευτικού νόμου  να εξαπατά επί εξάμηνο  το κοινό εμφανιζόμενος ως διαπρεπής παθολόγος. Ήτο μια ωραία φυσιογνωμία  καλοντυμένου μεσήλικος ο οποίος διετείνετο ότι ήτο τέως ιατρός του Σουλτάνου Αμπτούλ Χαμήτ και περιώδευε χάριν αναψυχής. Σύχναζε στην περιφέρεια Μπιλιάρδου στο εκεί φαρμακείο του μ. Φίλιππου Καστάν παρά το σημερινό Ντελίς. Ήταν αξιοπρεπής εις την εμφάνισι λιγόλογος και πολύ σοβαρός  εις τους τρόπους του.
Την περί ιατρικής τελείαν άγνοιαν  και αμαθειαν του συγκάλυπτε με πολλήν δεξιοτεχνίαν. Απέφευγε να εκφράση γνώμην ενώπιον ιατρών όταν εκαλείτο εις ευπορούσης τάξεως ασθενείς. Προφασιζόταν ότι δεν επιθυμεί να εξασκήση επάγγελμα γιατί ο σκοπός της εις Λεμεσόν διαμονής του  είναι η ευχάριστη ατμόσφαιρα  του περιβάλλοντος, των ευγενικών φίλων που έκαμε και η ανάπαυσις. Όταν παρεκαλείτο από τους οικείους  γνωστού πάσχοντος να τον επισκεφθή  μετά δυσκολίας  συγκατετίθετο, μετέβαινε, τον εξέταζε άνευ οργάνου, το οποίο ούτε είχε και ούτε θα μπορούσε εάν είχε να το χρησιμοποιήση και του σύστηνε να ακολουθήση αβλαβή θεραπείαν.
Σε μιαν περίπτωσι, που την θυμάμαι γιατί έτυχε να ήμουνα  παρών, σε ένα επί χρόνια παράλυτο τον διαβεβαίωσε ότι θα θεραπευόταν σε ένα εξάμηνο εάν  περιώριζε την τροφικήν δίαιτα  του εις την αποκλειστικήν χρήσι φρέσκων δαμάσκηνων. Ο πάσχων, ωθούμενος από τον πόθο της θεραπείας, φρόντισε να εξασφαλίση όλην την παραγωγήν του είδους από τους κήπους της Λεμεσού. Εις άλλους ασθενείς έδιδε φιαλίδια ενός εγχρώμου φαρμάκου που μυστηριακά κατασκεύαζε ο ίδιος κλεισμένες ωρισμένες ώρες εις ιδιαίτερον μέρος του Φαρμακείου  του Κάστανου και το μυστήριο που εκάλυπτε την απομόνωσι του αυτήν προκαλούσε δέος και θαυμασμόν  και απέφερνε συγχρόνως και υλικά
  Ο επιβλητικός γιατρός της εποχής
 Ζαν Λουί Πιέρ Καστάν 
γνωστός ως «ο γιατρός ο Κάστανος»,
 πατέρας του φαρμακοποιού  Φιλίπ Καστάν.
οφέλη.
Όλοι όσοι είχαν τι ευτύχημα να καταδεχθή να τους εξετάση του απέστελλαν δώρα και χρήματα, πολύ περισσότερα απ’ εκεινα που έπαιρναν οι τότε γιατροί από βίζιτες των και που το καθωρισμένο ποσό ήταν ένα σελίνι και αργότερα, επί του ιατρού Πιερή, μεγάλης φήμης  επιστήμονος των Παρισίων, έγινε δύο. Του σοβαρού αυτού  κομπογιαννίτη δεν μπορούσε παρά ν’ ανακαλυφθή στο τέλος η τσαρλατανιά του. Αυτό το πέτυχαν οι γιατροί πούχαν τα οικονομικά των επηρεασθή από την δράσι του. Ανακάλυψαν ότι το υγρό που έδιδε και που ο ασθενής έπρεπε παρόντος του γιατρού να το ρουφήξει δεν ήτο κανένα ειδικό επιστημονικό και θαυματουργό φάρμακο, αλλά θαλάσσιο νερό που χρωματιζόταν από σκονάκια πούχε στο φαρμακείο του ο Φίλιππος. Μετά την ανακάλυψι αυτή  καταγγέλθηκε το συμβάν εις τον Διοικητήν κ. Μίτσιελ, ο οποίος δήλωσε ότι κανένας  δεν υπήρχε σχετικός νόμος να τον καταδιώξη γιατί αυτά που σύστηνε ήταν αθώα είδη. Μόνον, ετόνισε, εάν υπήρχε θάνατος εκ των φαρμάκων του θα επενέβαινε η Αστυνομία.
Παρόμοιοι χωρίς δίπλωμα της κακής ώρας γιατροί επετρέπετο να εξασκούν επάγγελμα εις όλες τες Βρεττανικές Αποικίες.»


 .Η τουρκοκύπρια Μυριέμ Άλα από τις πρώτες μαμμούδες της Λεμεσού
Για την τύχη του εν λόγω κομπογιαννίτη και άλλα παρόμοιο στο επόμενο.





.

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ


Λίγες μόνο μέρες μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους και ο Πάνος Φασουλιώτης, δημοσιογράφος και έκδοτης, περιγράφει στην εφημερίδα του «Παρατηρητής», τον Αύγουστο του 1960, μέσα από αφηγήσεις που μάζεψε από παλιότερους λεμεσιανούς, κάποια γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κατοχής το 1878 και λίγο μετά. 
Πολύ ενδιαφέροντα τα όσα περιγράφει, που τα ντύνουμε με φωτογραφίες από το αρχείο μας αφού οι αφηγήσεις αυτές δεν συνοδεύονταν από φωτογραφίες.

Θα τα μεταφέρουμε εδώ (σε συνέχειες λόγω μεγάλης σχετικά έκτασης) γιατί όπως λέει και ο Φασουλιώτης σαν εισαγωγή στα άρθρα του, «με τις αφηγήσεις αυτές ευχαριστούνται πολλοί εκ των αναγνωστών μας που έζησαν ή και άκουσαν να τους περιγράφουν την εποχή εις την οποίαν αναφέρουμε. Μα και την σημερινή γενιά πρέπει να ενδιαφέρη, γιατί σ’ αυτές θα μπορέση να κάμη συγκρίσεις μεταξύ του Αποικιακού καθεστώτος και του σημερινού ανεξάρτητου και αντιληφθή το εξευτελιστικό κατάντι του αποίκου.»
 
 «Θεέ μου Θεέ μου σ’ ευχαριστώ
 που με αξίωσες να ζήσω για να δω
γκαμήλες επί τού Τροόδους».
                                                        Μέρος δεύτερο  
«Προηγουμένως, επί Τουρ­κοκρατίας δεν υπήρχε ζωή επί του Τροόδους, μα ούτε και εις Πλάτραις, αξιόλο­γος συνοικισμός. Όλη η γύρω τοποθεσία τού πυ­κνού δάσους χρησίμευε για Βοσκότοπος. Τα κρασοχώρια, Κοιλάνι, Όμοδος, Βάσα, Ποταμιού και άλλα του αμπελουργικού διαμερίσματος, που κυριαρ­χούσε σ' αυτά εξαίρετος αγροτικός πολιτισμός, εί­χαν τες μάντρες με τους βοσκούς των, που κατά καιρούς τες επισκέπτοντο για να παίρνουν τα γαλατερά προϊόντα, χαλούμια,τυριά, τραχανάδες κλπ.
Τα μέσα, με γαϊδούρια, μεταφοράς ήτον ανεπαρκή και  είχον καταντήσει σοβαρό για τους ενδιαφερομένους πρόβλημα Τό­τε συνελήφθη και η ιδέα χρησιμοποιήσεως γκαμήλων που μια απ' αυτές, μέ δυο θεώρατα εκατέρωθεν ξυ­λένια κιβώτια, μπορούσε να μεταφέρη όσα όμαδα μουλαριών και γαϊδουριών. Τότε ήτο που κάποιος εκ Λεμεσού γέρων, γνωστός έμπορος, ο Χατζηορκάτζης, μόλις επείσθη για το γεγονός των γκαμήλων εν εκστάσει, ανεφώνησε:
«Θεέ μου Θεέ μου σ’ ευχαριστώ που με αξίωσες να ζήσω για να δω γκαμήλες επί τού Τροόδους».
 Η οικία Κρίστιαν μετέπειτα Γεωργίου Ρωσσίδη
 και του γιου του Ζήνωνος
  με την επιβλητική αριστοκρατική «λαντό» της εποχής
(γύρω στο 1910).
Κατά πάσα πιθανότητα οι επιβάτες της
 είναι οι αδελφοί Κρίστιαν.
Τόσο σπουδαίο εθεωρήθη το γεγονός αυτό. Ο θαυμασμός τού Χατζηορκάτζη, πούταν κοινός εις όλους γενικά τους Κυπρί­ους, δεν διέφερε από τες εκπλήξεις και τα εκφωνήματα θαυμασμού των σημερινών με τους δορυφόρους και τα εντός ολίγου επανδρωμένα διαστημό­πλοια.
Ο στρατός εις Τρόοδος ανέβαινε πεζός. Εκτός τού Αρμοστού και των ανωτάτων κρατικών στελεχών που εστεγάζοντο, ως είπαμεν, όλοι γε­νικά εις τσαντήρια, σε κα­νένα άλλον δεν επετρέπετο να διαμένη εις Τρόοδος. Εξαίρεσις εγένετο εις την οικογένειαν Γεωργίου Ρωσσίδη, πατρός τού συμπολίτη μας Διπλωματικού Συμ­βούλου τού Προέδρου κ. Ζήνωνος Ρωσσίδη και της διευθυντρίας τού εις Λεμεσόν Τμήματος Ευημερίας αξιοτ. Κυρίας Λέλλας Κα­κογιάννη.
Ο κ. Ρωσσίδης. διευ­θυντής τής μεγαλητέρας εμπορικής επιχειρήσεως τής νήσου, είχε εκλεγεί, με την παροχή τού πρώτου κοινοβουλευτικού συντάγματος εις τον τόπο, βουλευτής Λεμεσού Πάφου.
 «το παρέκει σημερινό ακόμη σπίτι τού Διοικητού».
Με το άνοιγμα τού δρό­μου Τροόδους κατασκευάσθηκαν στην πιο ψηλή του κορφή, κατάλληλες δεξα­μενές προς αποθήκευσι χιονιού και διατήρησιν του κριό την θερινήν περίοδο. Η υψηλή κορυφή εκ ιού γεγονότος αυτού ονομάσθηκε Χιονίστρα. Το όνομα αυτό το διετήρησε ως σήμερα. Στην υψηλότατη κορυφήν ανέρχεται κανείς τώρα ανέτως δι' αυτοκι­νήτου επί ασφαλτοστρω­μένου δρόμου και μπορεί ν' απολαύση από το εκεί κέντρον μιαν δροσερήν ΚΕΑΝ και ΚΕΟ ΒΙΤΑ. Πρόκειται  περί δύο παράπλευ­ρων, απεχουσών ολίγα μό­νον μέτρα η μια από την άλλη κορυφών. Η μία εξ αυτών ανήκει τώρα με τες περί Βάσεων Συμφωνίες, εις τες εις Κύπρον εδρεύουσες Βρεττανικές Δυνάμεις.   Τόν παληόν, κατά των πρώτων μετά την Κατοχήν χρόνων, καιρόν, η Χιονίστρα χρησίμευε και για την προμήθεια χιονιού σε περιπτώσεις επιδημιών τυ­φοειδούς πυρετού. Κατά συμβουλήν τών ιατρών μετεφέρετο χιόνι με γαϊδούρια εις Λεμεσόν για τες ανάγκες των πασχόντων.
«ο Φώσκολος, 
ο πρώτος εις Κύπρον 
αφιχθείς φωτογρά­φος»
Η σημερινή γενεά με τα ψυγεία και τες άλλες ψυ­κτικές ευκολίες θα ακούη ασφαλώς κατάπληκτη τες αφηγήσεις για την εποχή εκείνη, που οι πρόγονοι της για ν' απολαύσουν το καλοκαίρι λίγο κρύο νερό φρόντιζαν να το διατηρούν σε στάμνες βαλμένες εις το βραδυνό αγιάζι ή να το κατεβάζουν σε μπουκά­λια εντός πηγαδιών.
Άλλες τού πρώτου καιρού της Κατοχής φυσιο­γνωμίες που μετοίκησον εις Κύπρον και οι περισσότερες παρέμειναν μέχρι τού θανάτου των, ήσαν οι αδελφοί Κρίστιαν, πολιτικοί μηχανικοί και αρχιτέκτο­νες. Εξ αυτών ο Πέρσυ απέθανε εις βαθύ αλλά θαλερό γήρας πριν λίγα χρόνια. Το παρά τον Δη­μόσιον Κήπο διώροφο σπίτι τού κ. Ζήνωνος Ρωσσί­δη, που χρησίμευε για αρκετά μετά την Κατοχή χρόνια ως κατοικία τού εκάστοτε Δικαστού, ως και το παρέκει σημερινό ακόμη σπίτι τού Διοικητού και άλλα κυβερνητικά κτί­ρια, ήταν σχέδια των Κρίστιαν.
Ένας άλλος, από τους εις Κύπρον αποδήμους τής εποχής εκείνης εκ Σμύρνης επίσης καταγόμενος, ήτο ο Φώσκολος, ο πρώτος εις Κύπρον αφιχθείς φωτογράφος και που παρέμεινε μέχρι τού θανάτου του εις Λεμεσόν.
Τον ίδιον σχεδόν καιρό κατέφθασαν γιατροί εξ  Ελλάδος και άλλοι επιστή­μονες.
                                                          Έπεται συνέχεια
Η πρώτη πανοραμική φωτογραφία
 της Λεμεσού, από τον Φώσκολο,
 τέλη του 19
ου αιώνα.


Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΡΕΤΤΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ


Λίγες μόνο μέρες μετά την ανακήρυξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους και ο Πάνος Φασουλιώτης, δημοσιογράφος και έκδοτης, περιγράφει στην εφημερίδα του «Παρατηρητής», τον Αύγουστο του 1960, μέσα από αφηγήσεις που μάζεψε από παλιότερους λεμεσιανούς, κάποια γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κατοχής το 1878 και λίγο μετά.
Πολύ ενδιαφέροντα τα όσα περιγράφει, που τα ντύνουμε με φωτογραφίες από το αρχείο μας αφού οι αφηγήσεις αυτές δεν συνοδεύονταν από φωτογραφίες.
Θα τα μεταφέρουμε εδώ σε συνέχειες λόγω μεγάλης σχετικά έκτασης.
Γράφει λοιπόν ο Πάνος Φασουλιώτης:

                                                     Μέρος Α'.
«Δεν γράφουμε, είπομεν, σελίδες ιστορίας, αλλά σε  συντομία διατυπώνουμε αναμνήσεις αφηγήσεων που μας εγένοντο από παλαιούς που έζησαν την εποχή των πρώτων ήμε­ρων τής  Βρεττανικής Κατοχής.
Πρόκειται περί θέματος που η από οκταημέρου επελθούσα  μεταπολίτευσι τού δίδει όλην την ομορφιά και δροσερότητα της επικαιρότητας.
Με την αποβίβασι λοι­πόν στην Λάρνακα- πούταν ως επίνειο  της πρω­τευούσης, Λευκωσίας, έδρα και των Προξενείων και γι' αυτό η πιο γνωστή στον έξω κόσμο -του Μεγάλου Αρμοστού, η υποδοχή του από τον εκπρόσωπον της  Αυτοκεφάλου Ελλην. Ορθοδόξου Εκκλησίας  Μητροπολίτην  Κιτίου και μετάβασί του εις Λευκωσίαν, άρχισε σύγχρονα η αποβίβασι Βρεττανικών Μητροπολιτικών και Α­ποικιακών στρατευμάτων εις Λάρνακα, Λευκωσίαν  και  Λεμεσόν.
Ο δρόμος του Κομμισαριάτου
(σημερινή οδός Λεοντίου του Α΄)
 «πούταν ο ωραιότερος τής Λεμεσού».
Στην πόλι μας η μεταφορά στρατευμάτων, που άρχισε από τες πρώτες μέρες  μ΄ ένα. τάγμα
Μητροπολιτικών, συνεχίστηκε για λίγον  ακόμη καιρό με Αποικιακά, ιδίως Ινδιάνι­κα. Οι αποβιβάσεις  εγέ­νοντο εις μικρά χρονικά διαστήματα και ανάλογα με τες εγκαταστάσεις που άρχισαν πυρετωδώς για την στέγασί των.
Η Λεμεσός, όπως και άλλοτε εγράψαμε, είχε τότε πληθυσμόν μόλις πέντε  χι­λιάδας, η δε έκτασίς της, με επίκεντρον την Αγιάναπαν επεκτεινόταν προς ανατολάς ως την Φραγοκκλησιάν που στο ενδιάμεσο από τον Μπιλιάρ­δο (σημερινό Ντελίς) σχε­δόν δεν υπήρχαν σπίτια, προς βορράν ως την οδόν Αθηνών, δυσμάς ως το μεγάλο Τουρκικό  Τζαμί,
Ο Κίτσενερ (καθήμενος δίπλα στο θεοδόλιχο)
 επί τω έργω της χαρτογράφησης.
Υπήρχε η Αρναουτογειτονιά που κατοικείτο αποκλειστικά από Τούρ­κους και προς την βο­ρειοδυτικήν πλευρά έφθα­νε ως την Εκκλησιά Κα­θολική, που πλησίον της υπήρχαν μερικά αραιά τουρκόσπιτα γύρω στην Τζαμούδα. Παραπέρα όλος ο χώρος, γνωστός υπό την επωνυμία «Κομμισαριάτο», που πήρε το όνομα αυτό από την ανέγερσι  παράγγων προς στέ­γασι των πρώτων στρα­τευμάτων Κατοχής και όπου είχε την έδρα του ο στρατιωτικός Διοικητής, Κομμισάριος, όπως τον αποκαλούσε ο λαός. Οι παράγγες αυτές διετηρήθησαν ως πριν λίγα χρό­νια, πριν ανεγερθούν οι σημερινές κατοικίες τής Κας Κρυσταλλίας Παυλί­δη. Και στες δυο πλευρές τού κατασκευασθέντος τότε δρόμου, πούταν ο ωραιότερος τής Λεμεσού ανηγέρθησαν παντοειδείς στρα­τιωτικοί καταυλισμοί και εις όλην την κατά βάθος της  έκτασι. Υπήρξε εποχή που έτυχε να στρατωνισθούν   σ΄ αυτές τα πρώτα χρόνια της Κατοχής 5 και 6 χιλ., περισσότεροι του πληθυσμού της Βρεττανοί στρατιώτες.    
Ο περιβόητος Ζαχάρωφ
Αργότερα άρχισε η ανέγερσι παράγγων στους λόφους των Πολεμιδιών που επελέγησαν ως οι πιό υγιεινοί και κατάλληλοι για τον σκοπόν τής δια­μονής τής έν Κύπρω εδρευούσης στρατιωτιωτικής δυνάμεως που μετά παρέλευσιν αρκετών ετών η δύναμις τής Φρουράς ελαττώθηκε εις ένα λόχον. Πριν τής ελαττώσεως αυτής και όταν διετηρείτο τάγμα, λοχαγός τού μηχανικού τμήματος μιαν εποχή, ήτο ο Κίτσενερ που υπήρξε Αρχιστράτηγος των Βρεττανικών Δυνά­μεων κατά τον 1ον Παγκόσμιον πόλεμο. Σε μιάν παράγγα προ ολίγων α­κόμη ετών φαινόταν χα­ραγμένο από τον ίδιο στον τοίχο το όνομά του. Εις αυτόν είχε ανατεθεί και το πρώτο σχεδιάγραμ­μα τού χάρτου τής νήσου.
Οι καταυλισμοί τού Κομμισαριάτου χρησιμοποιούν­ταν καθ΄ όλην την ειρη­νική, ως τον 1ον Παγκόσμιο, περίοδο ως αποθήκες των Δημοσίων Έργων, οι δε περισσότερες παράγγες των Πολεμιδιών πα­ρέμεναν ως τότε κενές, γιατί η φρουρά, πριν μεταφερθή εις Λευκωσία, δεν υπερέβαινε τον λόχον.Κάθε χρόνο, που γινό­ταν η αλλαγή με νεοφερ­μένους από την Μητρόπολι στρατιώτες, ο κόσμος συγκεντρωνόταν στην αποβάθρα για να παρα­κολούθηση το θέαμα της αποβιβάσεως και ανόδου των εις Πολεμίδια.
Με την Κατοχή, πολλοί από διάφορα μέρη, των γειτονικών χωρών, Λιβάνου Συρίας και Σμύρνης, ως και από την Ελλάδα μετοίκησαν προς εξεύρεσι εργασίας και άλλοι για επι­χειρήσεις και σταδιοδρομία εις την νέαν Βρετταν. Αποικίαν. Μεταξύ αυτων συμπεριλαμβάνοντο επιχειρη­ματίες, τεχνίτες, βιοτέχνες, μικροκεφαλαιούχοι, μηχανικοί, αρχιτέκτονες και επιστήμονες, γιατροί και δικηγόροι.
 Ο Γεώργιος Ρωσσίδης
Το γεγονός της Βρεττανικής Κατοχής είχε κάμει, είπαμεν, πολλούς από ξένες χώρες να μετοικήσουν στην Κύπρο προς εξεύρεσι τύχης και γιατί θάβρισκαν ευκαιρίες σταδιοδρομίας σ' έναν τόπο που επικρατούσε επί 3 αιώνες το σκοτάδι της τουρκικής σουλτανικής κυριαρχίας.
Μεταξύ των πρώτων που κατέφθασαν στην πόλι μος ήταν κι΄ ένας έλλην άπό τήν Σμύρνη, ο οποίος ε­πέτυχε αμέσως την εξασφάλισι τών συμβολαίων τροφοδοσίας τών εις Κύ­προν κατοχικών στρατευμάτων, που ο αριθμός των ήτον μεγάλος και το εκ της τροφοδοσίας των κέρ­δη σημαντικά.
Ο ελληνικής καταγωγής αυτός Σμυρνιός  ήταν   ο κοτοπινά   εξελιχθείς εις διεθνούς φήμης   μεγαλοε­πιχειρηματία και μεγιστά­να του πλούτου Ζαχάρωφ. Το γραφείο και οι αποθήκες του βρίσκονταν  εκεί πούναι σήμερα το ταχυδρομι­κό κτίριο. Το ανώγειο, όπου στεγάζεται το  Κτηματολόγιο και  πριν λίγο καιρό το Διοικητήριο, δεν υπήρχε τότε. Ήταν ένα μικρό, ως μας αφηγούντο, σπίτι καμωμένο από πέτρα και πλιθάρι με χωματένια στέγη. Πήρε στην ύπηρεσία του τον νεαρωτερον των τριών αδελφών Ρωσσιδών Γεώργον που ευρίσκοντο εις την υπηρεσία του θείου των  μεγαλεμπόρου και μοναδικού Κυπρίου εξαγωγέως Κακαθύμη.
  Γεώργιος Κακαθύμης
Εις τον Γεώργιον Ρωσσίδην, με την εκ Κύπρου αναχώρησίν του, ξεχώρισε και όλας τας  επιχειρήσεις του ο Ζαχάρωφ, τες οποίες καλλιέργησε και μεγάλωσε  αργότερα με την ίδρυση τής Εταιρείας Ρωσ­ιδών η οποία είχε διαδεχθεί και τας επιχειρήσεις Κακαθύμη και κατέστη, για μια εποχή, ο σημαντικότερος εμποροβιομηχανικός οίκος τής Κύπρου. Ο Ζαχάρωφ, ως τροφοδότης του βρεττανικού στρατού, εμερίμνησε για την κατασκευή καταλλήλου δρόμου συνδετικού της Λεμεσού με το Τρόοδος θερινόν καταυλισμόν των βρεττανικών στρατευμάτων. Είχαν κατασκευασθεί οι εις τσαντίρια  στρατώνες και κατόπιν απεφασίσθη η ανέγερσις του Κυβερνείου. Προ της κατασκευής του, τόσον ο Μέγας Αρμοστής ως και όλα τα ανώτατα στελέχη της Κυβερνήσεως παρέμεναν εις τέντες. Η μεταφορά  προμηθειών τού στρατού διεξήγετο  με γαϊδούρια  και μουλάρια δι' ενός μονοπατιού, πράγμα που δυσκόλευε τον κοντρακτόρον.»
  «Είχαν κατασκευασθεί οι εις τσαντίρια  στρατώνες και κατόπιν απεφασίσθη
 η ανέγερσις του Κυβερνείου.»

                                  Στο επόμενο η συνέχεια.
  

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Λεμεσιανά αφηγήματα-Παλιά κτίρια με ιστορία

        
                                Μέρος τέταρτο (τελευταίο)
Το τέταρτο και τελευταίο μέρος από μια σειρά δημοσιευμάτων που ο Πάνος Φασουλιώτης δημοσίευσε σε συνέχειες  στην εφημερίδα του, Παρατηρητής από τις 26 Νοεμβρίου μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου 1959 υπό τον τίτλο «Λεμεσιανά αφηγήματα-παληά κτίρια με ιστορία» ξετυλίγεται η ιστορία αυτού του δρόμου αλλά και άλλες σημαντικές πληροφορίες για τη Λεμεσό, Θα τα δούμε λοιπόν κι εμείς σε συνέχειες, διατηρώντας το ύφος γραφής και την ορθογραφία τους και θα σχολιάζουμε εκεί και όπου αν χρειάζεται:
Από την επίσκεψη
του Νίκου Καζαντζάκη
στην Κύπρο το 1926.
Στο Τρόοδος με τον
λεμεσιανό διανοούμενο
φίλον του Ευγένιο Ζήνωνος 
«Η σημερινή οδός Δημήτρη Μητρόπουλου, παλιότερα «οδός Αγοράς», είναι από τις αρχαιότερες οδούς της Λεμεσού, γνωστή παλιότερα και ως «ο δρόμος με τις καμάρες»  που κατέληγε στην «Πλατεία της Κουνναπιάς». Η ιστορία της χάνεται στα βάθη των αιώνων φθάνοντας μέχρι τον μεσαίωνα. Ο δρόμος αυτός με την τόσο βαριά ιστορία και σημασία για την πόλη επιλέγηκε πρόσφατα να φιλοξενήσει μιας αμφιβόλου αξίας και σοβαρότητας «τουριστική ατραξιόν, τον…  «δρόμο της δόξας».
Καταλήγει λοιπόν ο Φασουλιώτης:
«Σ’ ένα από τα καφενε­δάκια της Κουνναπιάς υπη­ρετούσε ένα ωρίμου ηλι­κίας γκαρσόνι που τον θεω­ρούσε η πελατεία που σύ­χναζε και που η πλειονότητα της ήταν κάτοικοι της Λεμεσού, βιοτέχνες, τε­χνίτες και μικροκαταστηματάρχες, περίεργο τύπο.
Και άλλοτε, παλαιότερα, σε προηγούμενο σημείω­μα μου ως πολλοί εκ των αναγνωστών τού Παρατηρητού θα θυμούνται, περί την επίσκεψι Καζαντζάκη στην Κύπρο, αναφέρθηκα στην ιδιοτυπία ενός γκαρσονιού που διέτασσε το κάμωμα τού κα­φέ να γίνεται, όχι όπως ο κάθε πελάτης τον ήθελε αλλά όπως αυτός έκρινε να ταιριάζη στην φάτσα του. Όταν λ. χ. ο πελάτης ζητούσε γλυκύ, τον παράγγελνε σκόπιμα μέτριον τον δε μέτριο, μπορούσε να τον κάμη γλυκύ ή σκέττο.
«Ο Ανδρέας Θε­μιστοκλέους
ο μέγας Δι­δάσκαλος
και Σχολάρχης τής Λεμεσού»

Η παραγγελία κανονιζόταν σύμφωνα με το δικό του κριτήριο και την ατομική του, για τον χαρακτήρα και το ύφος τού πελάτη, αντίληψι, την ο­ποίαν πάλι εξαρτούσε από την φάτσα τού παραγγέλ­λοντος. Κάποιος που επανειλημμένα διαμαρτυρόταν ότι ο καφές που παράγ­γειλε δεν ήταν όπως τον συνήθιζε δηλ. γλυκύς, αλλά μέτριος, ο πλαϊνός του τούπε: «μην περιμένης να γίνη αυτό που θέλεις, γιατί κατά την γνώμη τού Μήτσου, η φάτσα σου είναι για μέτριο και όχι για γλυκύ. Εσύ δεν άκουσες που είπε, μόλις τού έκαμες την παρατήρησι πως  δεν σου έφερε ό,τι παράγγειλες: «Είναι τούτα μούτρα για γλυκύ»; Ο Κα­ζαντζάκης, που έτυχε να τού αναφέρω τον τύπο τού Μήτσου, μου εξέφρασε την επιθυμία να τον γνωρίση. «Ψυχανάλυσι δια τού καφέ.  Θάθελα μούπε να δω τι καφές μού ταιριάζει».
Στους Μέρικους, μεταξύ άλλων επίλεκτων πολιτών που καθημερινά σύχναζαν στο καφενεδάκι Ριαλά, ήταν και ο Ανδρέας Θε­μιστοκλέους ο μέγας Δι­δάσκαλος και Σχολάρχης τής Λεμεσού. Αφού εκτε­λούσε τα πρωινά του κα­θήκοντα ως καλός σπιτονοικοκύρης, με την μετάβασι στο παντοπωλείο και την αποστολή των ψωνίων με τον καλαθά  στο σπίτι, ο ίδιος περνούσε, πριν πάει στο Σχολείο που στεγαζόταν κατά τα πρώ­τα, ως το 1896, χρόνια στο ανώγειο Άγ. Νάπας, από τους Μέρικους και για καμιά ώρα καθόταν διηγούμενος, διδάσκων και αναπτύσσων διάφορα θέματα προς όλους που τον προσήγγιζαν για να τον ακούσουν.
Ο συγγραφέας των άρθρων,
 επιφανής δημοσιογράφος,
Πάνος Φασουλιώτης
Στο πρώτο αυτό Σχο­λείο, το καλούμενο ελλη­νικό, πούταν συνέχεια προηγουμένου πούχε ιδρυθεί το 1819, ο Ανδρέας διαδέχθηκε το 1870 τον Δημήτριον Βενετοκλήν -υπήρχαν μόνον τρεις τάξεις και ο Θεμιστοκλέους ήταν ο μόνος χωρίς κανένα βοηθό δάσκαλος. Αργότε­ρα το έκαμε ο ίδιος πεντατάξιο και προσέλαβε τότε και βοηθούς.  Ο Ανδρέας δεν δίδασκε  μόνον εις το σχολείο του τους μαθητές που ενεγράφοντο κατ’ έτος σ’ αυτό, αλλά γινό­ταν ως γνωστό δάσκαλος και εθναπόστολος σ’ όλα τα κέντρα και καφενεία που σύχναζε και που πάντα περιστοιχιζόταν από παλαιούς μαθητές και φίλους.
Η αγάπη, η θερμουργός προς την πατρίδα αγάπη, και ο θαυμασμός του προς το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και την λατρεία για την σοφία των προγόνων μας, ήτο απερίγραπτη. Ήταν ο πρώτος που τόλμησε, κα­τά τα πρώτα χρόνια της Βρεττανικής Κατοχής, να ύψωση  την Ελληνική σημαία στον αυλόγυρο της Αγίας Νάπας. Αργότερα, πολύ αργότερα απετόλμησαν, επί Καταλάνου θαρρώ, να υψώσουν και στην Λευκωσία την γαλα­νόλευκη.
Στες διηγήσεις, επί δια­φόρων θεμάτων που έκαμνε, πρωτεύουσαν  θέσι είχε πάντα ο  Όμηρος, η Ιλιάδα και Οδύσσεια, τα κατορθώματα και μεγαλουργήματα των ομηρικών ηρώων και ένδοξων προγόνων.
Μια μέρα ένα έγκριτο μέλος της  Λεμεσιανής κοινωνίας, μεγαλέμπορος των χαρουπιών, απ’ εκείνους που έκαμναν εξαγωγές στο Τριέστι, όπως συνήθιζε ο λαός να λέγη την Τεργέστη, και που συχνά άκουε τον Ανδρέα να αναφέρη τον Όμηρο τον ρώτησε: «Δεν μου λες Δάσκαλε ποιος είναι αυτός ο Όμηρος;». Ο Δάσκαλος που θώρησε βλασφημία την ερώτησι, με πρωτοφανή αγανάκτησι που ένας Έλληνας αγνοούσε τον μεγαλήτερο ποιητή των αιώνων του απάντησε: «Χαρουπέμπορος εις το Τριέστι». Και ο μεγαλέμπορος κατάπληκτος διερωτάται, «Περίεργο και δεν τον ξέρω». «Και όμως εκείνος θα σε ξέρη», του λέγει ο Ανδρέας και προσθέτει: «Γράψε του με καμιάν προσφοράν χαρουπιών».
«Δεν μου λες Δάσκαλε
ποιος είναι αυτός
ο Όμηρος;».
Μιαν άλλη φορά, στους Μέρικους πάλι, που η συνδιάλεξι επεξετάθη επί πολλές ώρες, γιατί είχε σχολική αργία και μπορούσε να παραμείνη  περισσότερον καιρόν ιστορούσε, ως μου αφηγήθη­κε, εκλιπών τελευταίως προσφιλής μαθητής και συνεργάτης του κατόπιν στο πεντατάξιο Ελληνικό Σχολείο, παλαιές δόξες τού Κυπριακού λαού κατά ξένων κατακτητών και ιδιαιτέρως την ναυμαχία που είχε γίνει στον πλη­σίον τής Επισκοπής όρμο  τής Λεμεσού, μεταξύ τού Κυπριακού στόλου τού Αντιβασιλέως τής Νήσου Ιωάννου Ιβελίνου και ολοκλήρου τού Γερμανικού υπό τον στρατηγόν Φίλιγγερ, ο οποίος και κατατροπώθηκε από το Κυπρ. ναυτικό και τον στρατό.
Ολόκληρη ή Φραγκιά, είπε ο δάσκαλος, πέρασε ως κατακτητής απ’ εδώ και εξαφανίστηκε. Έφυγε και ο Τούρκος και θα φύγη, ετόνισε για δεύτερη φορά και ο Εγ­γλέζος και μόνον εμείς, οι μικροί και ανίσχυ­ροι ανθέξαμε στον όγ­κο τής δυνάμεως των με­γάλων κατακτητών. Παραμένομεν, όπως και τα δένδρα μας εις τα εδάφη μας και θα καταστούμεν, τέλεψε προφητεύων, μια μέρα, ενωμένοι με την Ελλάδα, κυρίαρχοι του τό­που μας.»